Καθώς η τάση για την εφαρμογή των ESG κυριαρχεί, και αυξάνονται τα κεφάλαια που λαμβάνουν υπόψιν τις επιδόσεις στα ESG για τις εταιρείες που επενδύουν, νέα έκθεση της  EY προειδοποιεί, ότι σήμερα είναι κρίσιμο να κερδίσουν αξιοπιστία, σαφήνεια και συγκρισιμότητα για να μην καταρρεύσουν.

Όπως επισημαίνει παρά την κυριαρχία των ESG σήμερα,  παραμένουν ασαφή, και περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα εννοιών, όχι μόνο για τον κατάλληλο ορισμό τους, αλλά και στον καθορισμό των πληροφοριών που συλλέγονται για να πληροφορήσουν καλύτερα τους επενδυτές. Αυτές οι πληροφορίες περιλαμβάνουν αναφορές και γνωστοποιήσεις ESG, ταξινομήσεις, αξιολογήσεις ESG και τις δυνατότητες της επιστήμης των δεδομένων και της μοντελοποίησης. Η συντριπτική πλειονότητα των επενδυτών (89%) που συμμετείχαν στην έρευνα για την πιο πρόσφατη Έρευνα Θεσμικών Επενδυτών της EY, δήλωσε ότι θα ήθελε η εκθέσεις για τις επιδόσεις ESG, να γίνονται με βάση ένα σύνολο παγκόσμιων κοινών προτύπων και να γίνει υποχρεωτική απαίτηση.

1

Η νέα έκθεση της EY, με τίτλο  The emerging sustainability information ecosystem (pdf), διαπίστωσε ότι η διαφάνεια των αξιολογήσεων ESG πρέπει να αυξηθεί, υπογραμμίζοντας ότι σήμερα υπάρχουν μεγάλες διαφορές και  έλλειψη συσχέτισης μεταξύ των οίκων  αξιολόγησης ESG.  Η έκθεση συνέστησε επίσης ότι ο κλάδος πρέπει να κατανοήσει τις ποικίλες χρήσεις των πληροφοριών βιωσιμότητας, διαπιστώνοντας ότι συγχέονται εύκολα ο οικονομικός κίνδυνος και ο κοινωνικός αντίκτυπος.

Η Marie-Laure Delarue,  αντιπρόεδρος της EY εξήγησε: «Υπάρχει έλλειψη κοινής γλώσσας στις εκθέσεις βιωσιμότητας  και η «σούπα γραμμάτων αλφαβήτου» που κυριαρχεί στο οικοσύστημα δεν  ικανοποιεί κανένα.”

Η EY τονίζει την ανάγκη για  περαιτέρω ανάπτυξη συγκρίσιμων και διαλειτουργικών ταξινομιών προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια και η συγκρισιμότητα μεταξύ των περιφερειακών αγορών, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη ότι αυτές οι αγορές έχουν διαφορετικές νομικές αρχιτεκτονικές και οικονομικές δομές.

Επίσης τόνισε την ανάγκη να μειωθούν τα εμπόδια για τους συμμετέχοντες στην αγορά στις αναδυόμενες οικονομίες, προκειμένου να μπορούν να επωφεληθούν από τα ιδιωτικά κεφάλαια που αναζητούν βιώσιμες επενδύσεις.

Η EY περιέγραψε τη σημερινή συγκυρία ως “make or break” δηλαδή ή θα βελτιωθούν ή θα καταρρεύσουν και εντοπίζει πέντε βασικές προτεραιότητες που πρέπει να δοθεί έμφαση στα ESG, προκειμένου οι αγορές να συνεχίσουν να έχουν εμπιστοσύνη σε αυτά τα δεδομένα.

1. Αύξηση της διαφάνειας των σύνθετων δεικτών
Με σύνθετους δείκτες, μια εταιρεία βαθμολογείται σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων ESG, με διαφορετικά βάρη που δίνονται σε κάθε παράμτερο για τον υπολογισμό μιας συνολικής βαθμολογίας ESG. Αυτά τα ζητήματα περιλαμβάνουν τα πάντα, από την κλιματική αλλαγή έως τη ρύπανση και τα απόβλητα, από την υποχρέωση των προϊόντων έως τη φορολογική διαφάνεια.

Μια πρόκληση είναι ότι οι αξιολογήσεις ESG δεν εξυπηρετούν επενδυτές που ενδιαφέρονται για κοινωνικό αντίκτυπο, καθώς σταθμίζονται με βάση την οικονομική σημασία. Καθένας από τους μεγαλύτερους παρόχους αξιολογήσεων ESG χρησιμοποιεί μια προσέγγιση οικονομικής σημαντικότητας (δηλαδή, με βάση τον οικονομικό κίνδυνο) για την ανάπτυξη αξιολογήσεων ESG. Επιπλέον, οι επενδυτές που επικεντρώνονται στον χρηματοοικονομικό κίνδυνο μπορούν να διαπιστώσουν ότι η έλλειψη διαφάνειας σχετικά με τη στάθμιση των θεμάτων ESG μειώνει τη σαφήνεια και τη χρησιμότητα των αποφάσεων.

Η σύνθετη προσέγγιση παρουσιάζει επίσης μια σειρά από άλλες προκλήσεις. Για παράδειγμα, η έλλειψη συναίνεσης σχετικά με τους ορισμούς και τις μεθοδολογίες υπολογισμού μπορεί να εμποδίσει την αυστηρή ανάλυση της περιβαλλοντικής απόδοσης ενός οργανισμού. Εν τω μεταξύ, κοινωνικά ζητήματα – όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα πρότυπα εργασίας και η εθνοφυλετική και ισότητα των φύλων – μπορεί να είναι πιο δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν σε σχέση με ένα συμφωνημένο σημείο αναφοράς, λόγω των κοινωνικών και πολιτικών διαφορών μεταξύ των δικαιοδοσιών.

Οι επενδυτές πρέπει να γνωρίζουν αυτές τις διακρίσεις, τους περιορισμούς μέτρησης και τις διάφορες παραλλαγές.

2. Αύξηση της κατανόησης των διαφορετικών χρήσεων των πληροφοριών στους Απολογισμού βιωσιμότητας

Οι πληροφορίες στους Απολογισμούς Βιωσιμότητας μπορούν να εξυπηρετήσουν δύο σκοπούς: την αξιολόγηση του χρηματοοικονομικού κινδύνου και την αξιολόγηση του κοινωνικού αντίκτυπου. Αυτές οι χρήσεις δεν αλληλοαποκλείονται αλλά συγχέονται εύκολα.

Μέχρι σήμερα, το οικοσύστημα πληροφοριών βιωσιμότητας έχει εξελιχθεί για να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των ενδιαφερομένων που ενδιαφέρονται πρωτίστως για την αξιολόγηση του χρηματοοικονομικού κινδύνου. Για παράδειγμα, τα περισσότερα καθεστώτα αναφοράς ESG, καθώς και όλοι οι μεγάλοι πάροχοι αξιολογήσεων ESG, δεν μετρούν τον αντίκτυπο μιας εταιρείας στην κοινωνία. Μετρούν τη σχετική έκθεσή της σε διάφορους εσωτερικούς και εξωτερικούς χρηματοοικονομικούς κινδύνους, καθώς και ευκαιρίες.

3. Έμφαση στην ανεξάρτητη διασφάλιση

Η ανεξάρτητη διασφάλιση των πληροφοριών που αναφέρονται μπορεί να βοηθήσει στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης στο οικοσύστημα πληροφοριών αειφορίας.

Η ζήτηση για ισχυρή, ανεξάρτητη εξωτερική διασφάλιση θα αυξάνεται από την αγορά  τα επόμενα χρόνια. Ήδη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση εξετάζουν τις υποχρεωτικές απαιτήσεις διασφάλισης και είναι κρίσιμο οι φορείς στο οικοσύστημα πληροφοριών βιωσιμότητας να αναγνωρίσουν και να τηρήσουν την έννοια της διαχείρισης κινδύνου που είναι γνωστή ως «τρεις γραμμές άμυνας». Αυτές οι γραμμές αναγνωρίζονται ευρέως ως κρίσιμες για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και τη διατήρηση ενός αυστηρού συστήματος αναφοράς που παρέχει ακριβείς και αμερόληπτες πληροφορίες. Περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

Πρώτη γραμμή: εταιρική διακυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένου ενός ισχυρού συστήματος εσωτερικών ελέγχων με ρόλους για τη διοίκηση, το διοικητικό συμβούλιο, την επιτροπή ελέγχου και τον εσωτερικό έλεγχο
Δεύτερη γραμμή: ανεξάρτητη εξωτερική διασφάλιση
Τρίτη γραμμή: ρυθμιστική εποπτεία

4. Ανάπτυξη συγκρίσιμων και διαλειτουργικών ταξινομιών
Για να επιτευχθεί πραγματική διαφάνεια και συγκρισιμότητα στις πληροφορίες βιωσιμότητας, οι δικαιοδοσίες χρειάζονται ταξινομίες που βασίζονται σε συμπληρωματικές αρχές. Οι ταξινομήσεις είναι συστήματα που καθορίζουν ποιες οικονομικές δραστηριότητες πρέπει να θεωρούνται βιώσιμες. Μπορούν να βοηθήσουν να ξεκαθαρίσει τη σύγχυση σχετικά με το τι θεωρείται βιώσιμο και τι όχι, δίνοντας έναν σαφή λόγο βάσει δεδομένων για το γιατί μια συγκεκριμένη δραστηριότητα εμπίπτει (ή εκτός) του ορισμού της βιωσιμότητας αυτής της ταξινόμησης.

Ορισμένες περιοχές και χώρες σημειώνουν ήδη σημαντική πρόοδο με την ανάπτυξη ταξινομιών. Για παράδειγμα, η ταξινόμηση της ΕΕ έχει σκοπό να βοηθήσει την ΕΕ να κλιμακώσει τις βιώσιμες επενδύσεις και να εφαρμόσει την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να καταστήσει την Ευρώπη κλιματικά ουδέτερη έως το 2050).

Η ΕΕ συνεργάζεται επίσης με την Κίνα για μια Ταξινομία σε κοινό έδαφος, σε μια προσπάθεια να βρει κοινά σημεία εντός των ταξινομήσεων, αντικατοπτρίζοντας παράλληλα διαφορετικές οδούς ενεργειακής μετάβασης, καθώς και πολιτικές πραγματικότητες.

5. Περιορισμός των  εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι συμμετέχοντες στην αγορά στις αναδυόμενες χώρες

Οι αναδυόμενες οικονομίες θα αντιπροσωπεύουν τη μεγάλη πλειονότητα των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050. Ωστόσο, έχουν λιγότερη ανθεκτικότητα για να μπορέσουν να προσαρμοστούν στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε σύγκριση με ορισμένες άλλες αγορές. Λόγω της θέσης τους, είναι επίσης πιθανό να εκτίθενται περισσότερο σε σοβαρά γεγονότα που σχετίζονται με το κλίμα.

Η απουσία  δεδομένων βιωσιμότητας στις αναδυόμενες οικονομίες υποδηλώνει την ανάγκη μείωσης των φραγμών για τους συμμετέχοντες στην αγορά σε αυτές τις οικονομίες να μπορούν να γνωστοποιούν πληροφορίες βιωσιμότητας. Θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη αναβάθμιση της βοήθειας  στις αναδυόμενες οικονομίες για α ενταχθούν στο οικοσύστημα πληροφοριών βιωσιμότητας.