«Η περίοδος της ενεργειακής μετάβασης, θα είναι μια δύσκολη και επώδυνη εποχή», είπε μιλώντας χθες στη συνέντευξη τύπου του ΣΕΒ ο Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, Πρόεδρος του Συνδέσμου. Όπως εξήγησε η ενεργειακή μετάβαση είναι ακριβή υπόθεση και απαιτεί μεγάλες επενδύσεις σε πράσινα έργα και υποδομές. Και τόνισε ότι θα αυξήσει τις ανισότητες σε μια κοινωνία που έχει περισσότερες ανισότητες από όσες αντέχει.

Την ίδια στιγμή η έρευνα «Σφιγμός του Επιχειρείν» που παρουσιάστηκε έδειξε ότι το 52% των επιχειρήσεων δεν είναι ενημερωμένο για τη βιώσιμη ανάπτυξη και πάνω από το 40% δηλώνει ότι δε θα εντάξει στη στρατηγική του βασικές δράσεις βιωσιμότητας.

1

ΙΝΕ ΓΣΕΕ: Η Ελλάδα η πιο ευάλωτη χώρα στην Ευρώπη

Την ίδια στιγμή, χθες δόθηκε στη δημοσιότητα η ενδιάμεση έκθεση για την Οικονομία και την απασχόληση του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, στην οποία γίνεται εκτενής αναφορά για την ευαλωτότητα της ελληνικής οικονομίας στην πράσινη μετάβαση.

Η Ελλάδα σύμφωνα με την έκθεση  έχει την υψηλότερη έκθεση στην πράσινη μετάβαση και ταυτόχρονα πολύ υψηλή ευαλωτότητα, καταγράφοντας συνολικά τη χειρότερη επίδοση μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ.

Τις επιπτώσεις της μετάβασης σε μηδενικούς ρύπους, η έκθεση τη μετρά εστιάζοντας σε τρεις παράγοντες: 1) στη συμβολή αυτών των δραστηριοτήτων παραγωγής στη δημιουργία φορολογικών εσόδων, 2) στη συμβολή τους στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και εισοδήματος για τους εργαζομένους και 3) στη συμβολή τους στο εξωτερικό ισοζύγιο.

Επομένως, η συνολική έκθεση της Ελλάδας στην πράσινη μετάβαση είναι ένα διανυσματικό μέγεθος που εξαρτάται από τη συνολική συμβολή των τριών αυτών συνιστωσών.

Όπως προκύπτει εάν οι εκπομπές από τις δραστηριότητες παραγωγής σε δύση έπρεπε να μηδενιστούν άμεσα, αυτό θα είχε σημαντικές επιπτώσεις στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας.

Συγκεκριμένα, η Ελλάδα θα έχανε το 21,6% των καθαρών εξαγωγών της, το 10,7% των φορολογικών της εσόδων, το 7% των μισθών και το 6% της συνολικής απασχόλησης. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα έχει από τους χαμηλότερους δείκτες Δυναμικού Πράσινης Πολυπλοκότητας (GCP) καθώς και κάλυψης κοινωνικής προστασίας (SPC).

Το γεγονός αυτό συνεπάγεται ότι αφενός οι τεχνολογικές δυνατότητες της υπάρχουσας παραγωγικής της δομής είναι περιορισμένες, και άρα αδυνατεί να υποκαταστήσει άμεσα το παραγωγικό κενό που θα προέκυπτε από μια άμεση παύση της παραγωγής των ρυπογόνων δραστηριοτήτων σε δύση, και αφετέρου ο κόσμος της εργασίας θα ήταν επίσης ιδιαίτερα ευάλωτος, καθώς η κοινωνική προστασία απέναντι σε μια ενδεχόμενη μείωση της απασχόλησης και των μισθών είναι ιδιαίτερα περιορισμένη.

Το γεγονός αυτό καταδεικνύει τον μηβιώσιμο χαρακτήρα του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου και την άμεση ανάγκη σχεδιασμού του μετασχηματισμού του με πολιτικές που θα ευνοούν την πράσινη μετάβαση, και ειδικότερα θα ενδυναμώνουν την ικανότητα της χώρας να παράγει πράσινα, τεχνολογικά προηγμένα, προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και ταυτόχρονα θα ενισχύουν το σύστημα κοινωνικής προστασίας, προκειμένου να προστατευτεί η εργασία και τα εισοδήματα των εργαζομένων κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης.

Στην κορυφή σε ρυπογόνες δραστηριότητες

Η Ελλάδα, αναφέρεται στην έκθεση, βρίσκεται στην κορυφή της λίστας στη συμμετοχή των ρυπογόνων δραστηριοτήτων παραγωγής στα φορολογικά έσοδα.

Η συμμετοχή των ρυπογόνων δραστηριοτήτων σε δύση στα φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα είναι 10,7%. Ακολουθεί η Εσθονία με 10,6%, η Βουλγαρία με 10,5% και η Λιθουανία με 10,5%.

Τη χαμηλότερη συμμετοχή ρυπογόνων δραστηριοτήτων παραγωγής σε δύση στα φορολογικά έσοδα καταγράφουν η Μάλτα με 6,1%, η Δανία με 5,4%, η Ιρλανδία με 4,8% και η Γαλλία με 4,7%.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάμεσα στις χώρες με συνολική έκθεση πάνω από 10%, μόνο η Ελλάδα και το Λουξεμβούργο καταγράφουν μέτρια επίδοση στον δείκτη GCP.

Η Ελλάδα επομένως συνδυάζει την υψηλή έκθεση σε φορολογικά έσοδα με μέτρια εν δυνάμει ευαλωτότητα, γεγονός που την καθιστά τη συνολικά την πιο ευάλωτη χώρα ανάμεσα στα κράτη- μέλη της ΕΕ στην πράσινη μετάβαση σε ό,τι αφορά και τη δημοσιονομική της έκθεση.

Όσον αφορά τη συμμετοχή των ρυπογόνων δραστηριοτήτων σε δύση στη δημιουργία εισοδήματος από εργασία στο σύνολο των μισθών για την Ελλάδα και την ΕΕ, η Ελλάδα καταλαμβάνει την τρίτη υψηλότερη θέση στη συμμετοχή των ρυπογόνων δραστηριοτήτων παραγωγής σε δύση στην πληρωμή μισθών με ποσοστό 7%.

Την υψηλότερη έκθεση στην πληρωμή μισθών έχει η Ρουμανία με 7,9% και ακολουθεί η Πολωνία με 7,6%.

Τη χαμηλότερη έκθεση παρουσιάζουν η Μάλτα με 3,8%, η Δανία με 3,8%, η Πορτογαλία με 3,5% και η Γαλλία με 3%.

Διαβάστε επίσης:

Αλέξανδρος Εξάρχου (Intrakat): Σκληρές απαντήσεις για τους υπονομευτές της εταιρείας

ΟΑΣΑ: Μια προσφορά για τον διαγωνισμό των 400 εκατ. ευρώ για τις λεωφορειακές γραμμές της Αττικής

Απογοητεύουν οι πρώτες IPOs στη Wall Street – Χαμηλές προσδοκίες παρά το έντονο ενδιαφέρον