Ένα καλοκαιρινό πρωινό, όταν οι Αθηναίοι ξυπνούν αντιμετωπίζουν μια δυσάρεστη έκπληξη. Τα αγάλματα της πόλης είναι ακρωτηριασμένα. Ταραχή μεγάλη. Ποιος και γιατί έκανε τούτο κακό;

Αλλά επειδή έχουν περάσει πολλοί αιώνες από τότε, αφού για το 415 π.Χ. μιλάμε, η ιστορία μας λέει, ότι υπαίτιος ήταν ο Αλκιβιάδης με τους φίλους του, τους περιβόητους «Ερμοκοπίδες» όπως ονομάστηκαν, γιατί είχαν ακρωτηριάσει στις ερμαϊκές στήλες της πόλης.

Και όχι για την πλάκα τους αλλά, όπως φοβόταν το αθηναϊκό κράτος ως προσπάθεια ανατροπής του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Η μικρή αναφορά στην ιστορία σταματάει εδώ, πλην όμως, μας είναι χρήσιμη, όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε βανδαλισμούς και καταστροφή της δημόσιας περιουσίας –δηλαδή όλων μας– προσβολή των μνημείων άμεση και έμμεση και εν τέλει υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στην πόλη και μάλιστα σε μια εποχή, που περισσότερο από ποτέ ίσως, υπάρχει ανάγκη για ομαλότητα και κανονικότητα.

«Όχι στον πόλεμο, καμιά συμμετοχή, όχι στις βάσεις του θανάτου» έγραφαν τα πανό στα ελληνικά και τ΄ αγγλικά, που κρέμασε το ΚΚΕ στο τείχος της Ακρόπολης.

Και μπορεί κανείς να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με το σύνθημα –είναι η δημοκρατία που λέγαμε, εδώ και 2500 χρόνια– αλλά τη μέθοδο δεν έχει δικαίωμα να την επικροτήσει κανείς.

Ποια δικαιολογία μπορεί να υπάρχει, όταν γίνεται «επίθεση» σε ένα μνημείο με λοστούς ή ό,τι άλλο για να κοπούν αλυσίδες, να παραβιαστούν πόρτες και να χρησιμοποιηθεί τελικά ως ντεκόρ, προκειμένου να διαφημίσει το κόμμα την ύπαρξή του.

Γιατί περί διαφημίσεως πρόκειται και όχι περί διαμαρτυρίας, αφού η δεύτερη μπορεί να διατυπωθεί οπουδήποτε, δεν χρειάζεται να κληθούν οι …αρχαιότητες για βοήθεια.

Ούτε το γεγονός, ότι η συγκεκριμένη ομάδα εμφανίστηκε, λέει, «συντεταγμένη» και «οργανωμένη» μειώνει την παρανομία. Ακόμη και εισιτήρια να έκοβαν, η όλη πράξη πάλι παράνομη θα ήταν. Οπότε ποια η διαφορά από τους αντιεξουσιαστές και μπαχαλάκιδες γενικώς, που το μόνο «μειονέκτημά» τους είναι, ότι είναι …ασύντακτοι;

Η παραβατικότητα είναι ίδια. Και δεν μπορεί να μπει σε καμία συζήτηση φυσικά η άποψη, που εξέφρασε βουλευτής του κόμματος, ότι η συγκεκριμένη πράξη «ανέδειξε το μνημείο».

Στην Ελλάδα κάθε «αγανακτισμένος» πολίτης μπορεί να εκφράσει την αντίδρασή του βανδαλίζοντας με όποιο τρόπο αγάλματα, μπορεί να διαφημίσει τις ιδέες του πάνω σε τοίχους και σε όποια άλλη, πρόσφορη επιφάνεια, ακόμη κι αν είναι ένα μνημείο, κι όλα αυτά με το προκάλυμμα μιας δήθεν επαναστατικής πράξης «ενάντια στο κατεστημένο».

Ή, όπως το βλέπουμε εμείς οι υπόλοιποι όμως, ως μία βίαιη επιβολή των λίγων πάνω στους πολλούς. Φασίζουσες πρακτικές, που υιοθετούν και εφαρμόζουν δικτατορικά καθεστώτα όποιας μορφής.

Ο Αλκιβιάδης είχε καταδικαστεί σε θάνατο τότε –του είχαν και πολλά μαζεμένα– αλλά φυσικά αυτό δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με την σημερινή πραγματικότητα. Πότε και πώς εφαρμόζονται όμως οι νόμοι του κράτους για την αντιμετώπιση βανδαλισμού και προσβολής μνημείων, αυτό είναι μια πονεμένη ιστορία.

Συνήθως οι παραβάτες δεν συλλαμβάνονται, πολλώ δε μάλλον δεν τιμωρούνται. Είναι σαφές, ότι η Πολιτεία προτιμά την ήπια καταστολή των συγκεκριμένων πράξεων, κυρίως λόγω αδυναμίας επέμβασης ή όμως και για να μην δημιουργούνται εντάσεις στην κοινωνία. Ότι πρόκειται για μέγα λάθος, δεν χρειάζεται καν να ειπωθεί.

Τα γεγονότα το αποδεικνύουν καθημερινά και ειδικότερα το πείραμα των πανεπιστημίων που απέτυχε οικτρά, υπενθυμίζοντας όμως, πέραν των άλλων, ότι η δημοκρατία απαιτεί ειδική και διαρκή περιφρούρηση.

Διαβάστε επίσης:

Η δυσπεψία της Αντιπολίτευσης, η ζήλεια του Τσίπρα και η Πυθία με τους χρησμούς