Από τον Μαδούρο στον Χαϊκάλη η ίδια ιστορία

Διαβάζω στην τελευταία δημοσκόπηση για το OPEN NEWS. Στην πρόθεση ψήφου: 38% η ΝΔ, 23,5 ο ΣΥΡΙΖΑ.  Αδύνατον να πάει παραπάνω το κόμμα του κ. Τσίπρα. Το αντίθετο. Πέφτει κιόλας. Τι φωνές, τσιρίδες και ξελαρυγγιάσματα από μωρές και άμεμπτες παρθένες του πολιτιστικού του χώρου, που ουδέν γνώριζαν, ουδέν είχαν ακούσει και – θεός φυλάξει_ ουδέποτε είχαν δει. Τι οργανωμένες «αντιδράσεις» αυτόκλητων υποτίθεται, υποκινούμενων στην πραγματικότητα, θιασωτών του κόμματος της _περίπου _ Αριστεράς. Τι βαρύγδουπες «καταγγελίες» κομμένες και ραμμένες στα μέτρα μιας μεθοδευμένης στοχοποίησης…

Όλα αυτά βεβαίως, αναφορικά με την βρωμερή και άθλια υπόθεση Λιγνάδη. Η οποία όμως, και όπως θεωρεί η αντιπολίτευση μπορεί να της ανεβάσει τα ποσοστά, που είναι καθηλωμένα εκεί στα χαμηλά. (Διατηρεί βέβαια και κάτι ελπίδες ότι …μπορεί να ρίξει την κυβέρνηση, ξεκινώντας από την Μενδώνη πρώτα, που έχει βάλει στο στόχαστρο, αλλά αυτές μόνο σε βαρύ ύπνο…)

Πρέπει ωστόσο να είναι κανείς εκ προοιμίου αποφασισμένος να αποδεχθεί ό,τι λέει ο κ. Τσίπρας και οι συν αυτώ, χωρίς δηλαδή να αναρωτηθεί, έστω και στο ελάχιστο για κάτι, που λέγεται αντικειμενικότητα… Αλλιώς, όποιος σκεπτόμενος και μακριά από κομματικές ή άλλες υστερίες άνθρωπος, μπορεί εύκολα να δει το παιχνίδι, που παίζεται αυτή τη στιγμή στα social media ειδικά, από στρατευμένα προβατάκια, που ακολουθούν πειθήνια τη γραμμή, που άλλοι χαράσσουν από την Κουμουνδούρου.

Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί, λέει η παροιμία αλλά προφανώς ο κ. Τσίπρας δεν θέλει να την ξέρει, πολλώ δε μάλλον να ακούει για εκείνο το «μικρό» περιστατικό με τον πρέσβη της Βενεζουέλας στην Αθήνα, που παρενοχλούσε σεξουαλικά πέντε εργαζόμενες. Ο κ. Τσίπρας όμως τότε, διαβεβαίωνε τον Μαδούρο, ότι θα υπάρξει «πολιτική ωριμότητα» για να μη δημοσιοποιηθεί το γεγονός.

Γιατί κάτι τέτοιο, όπως έγραφε στην επιστολή του στον πρόεδρο της Βενεζουέλας «θα το εκμεταλλεύονταν στο έπακρο τα συστημικά μέσα ενημέρωσης για να βλάψουν την Αριστερά». Αλλά αν αυτό δεν είναι συγκάλυψη του αισχίστου είδους, τότε τι είναι;

Όσο για την περίπτωση Χαϊκάλη, αυτή κι αν είναι μαγική εικών για τον κ. Τσίπρα. Σαν να μην υπήρξε ποτέ _άλλωστε δεν θα θέλει σε όλη τη ζωή του να θυμάται τη συνεργασία με τον Καμμένο_ σαν μην τον έκανε ποτέ υπουργό… ΄Η μήπως αυτός είναι ένας τρόπος «συγχώρεσης» του ηθοποιού, αν και καλύτερα να πρέπει να μιλήσει με τα θύματά του γι΄αυτό…

΄Οταν οι βιασμοί είναι «θεσμικοί»

Και πάμε τώρα στην περίπτωση Γεωργουσόπουλου. Γέρων και σοφός, πολλά έχει δει στη ζωή του αλλά πολύ λιγότερα έχει πει. Η ομερτά για την οποία μιλούσε αναφερόμενος στον χώρο του θεάτρου περιλαμβάνει φυσικά και τον ίδιο. Μπορεί ως τώρα το φιλοθεάμον κοινό να μην γνώριζε τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες των καψονιών στους νέους ηθοποιούς, μπορεί και να φανταζόταν ότι επρόκειτο για ένα είδος χοντρού αστείου προς τους νεοσύλλεκτους, όπως στο στρατό, αλλά εκείνος με περισσή άνεση έσπευσε να δώσει τις διευκρινίσεις. Μιλώντας για βιασμούς και ταπεινώσεις που συνέβαιναν στα καμαρίνια είτε μεγάλων θεάτρων είτε ακόμη μπουλουκιών, που ο ίδιος όπως πολλάκις έχει αναφέρει, γνώρισε πολύ καλά, δεν δίστασε να χαρακτηρίσει αυτή την άγρια και πρωτόγονη
κατάσταση ως σχεδόν «θεσμική» (τα εισαγωγικά δικά του). Και τι έπραξε όλα αυτά τα χρόνια ο δάσκαλος του θεάτρου γι΄αυτό; Τίποτε. Απλός παρατηρητής υπήρξε, επεξηγώντας το φαινόμενο ως «σύνδρομο της εξουσιαστικής επιβολής, λόγω θέσεως, εργασιακής εξάρτησης, δημοφιλίας και επαγγελματικών προοπτικών…».

Χρόνια μετά θα συναντούσε στο Εθνικό Θέατρο τον Δημήτρη Λιγνάδη. Στη Δραματική Σχολή συγκεκριμένα, όπου θα άκουγε «διάφορα για την συμπεριφορά του» _άγνωστο τι ακριβώς _ ικανά όμως, και ευτυχώς για τα παιδιά, για να μην του ανανεώσει τη σύμβαση. Και; Αυτό είναι όλο; Να μην τον αναφέρει στα θεσμικά όργανα του θεάτρου και να μην καταγράψει το γεγονός, ώστε να υπάρχει ως καταγγελία; Κι όταν ο Λιγνάδης επέστρεφε κάθε τόσο στο Εθνικό δεν σκέφτηκε, ότι και πάλι θα μπορούσε να επιδεικνύει την ίδια ανάρμοστη συμπεριφορά; Κι όταν ορίσθηκε διευθυντής δεν του πέρασε καν από το μυαλό να ενημερώσει τους υπεύθυνους;

Προφανώς όμως έπραξε ό,τι και οι άλλοι, που γνώριζαν και μάλιστα πολύ καλά οι περισσότεροι, για όλη τη βρομιά που υπάρχει, όχι μόνον στο Εθνικό Θέατρο αλλά σε πολλούς χώρους πολιτισμού και σήμερα σιωπούν, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Φυσικά δεν είναι αυτοί οι θύτες. Αλλά και δεν είναι πάντα χρυσός η σιωπή. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τις ζωές νέων ανθρώπων που καταστράφηκαν, επειδή κάποιοι δεν μίλησαν. Και το αντίθετο. Πόσοι μπορεί να σωθούν, ύστερα από τη γενναία στάση της Σοφίας Μπεκατώρου, γιατί αυτή μίλησε.