Μύρισε το βούτυρο στους κουραμπιέδες, τα κανελλογαρύφαλλα στα μελομακάρονα, το καβουρδισμένο αμύγδαλο και τα σιροπιαστά καρύδια. Και γέμισε ο τόπος γλυκές αμαρτίες, που δημοσίως εξομολογούμενες παίρνουν άφεση, πολλώ δε μάλλον, όταν ανεβάζουν την πολιτική σε άλλο λέβελ. Διότι δεν είναι πια εκείνη η στεγνή, ξινή κυρία, που στραβώνει διαρκώς τη μούρη της αλλά πλέον είναι ευγενής, χαριτωμένη έως και γλυκιά.
«Μελομακάρονα ή κουραμπιές;» ήταν το βαθυστόχαστο ερώτημα, που τέθηκε στον κύριο -αξιωματική αντιπολίτευση είμαι και κορώνα στο κεφάλι μου – Νίκο Ανδρουλάκη, κι εκείνος έσπευσε ασμένως να εξομολογηθεί: «΄Οταν ήμουν μικρός ήμουν του μελομακάρονου, τώρα είμαι του κουραμπιέ!». Μα, δεν είναι πολιτικός πολιτισμός αυτό, θα αναφωνήσω με θαυμασμό!
Διότι παρακάμπτοντας την άλλη σημασία του κουραμπιέ για τύπους βουτυρομπεμπέδες, μαλθακούς και άνευρους οφείλω να χειροκροτήσω την στροφή του ανδρός από κάτι εμμονές του παρελθόντος με ξύλινο λόγο και σουρεαλιστικές αποχρώσεις ενίοτε, παιδαριωδών εμπνεύσεων, στον ρεαλισμό και στην κανονική ζωή. Και παρ΄ότι εν τέλει κουραμπιέδες δεν έφαγε στο πρωθυπουργικό γραφείο -ευελπιστώ, ότι θα του στείλουν πεσκέσι, διότι ήταν από τα χεράκια τα Ντόρας στην συνταγή μάλιστα της αείμνηστης Μαρίκας – το όλον γεγονός συνιστά υψηλή πολιτική πράξη ενηλικίωσης.
Του Άη Δημήτρη τα βάζουμε του Αη Γιώργη τα βγάζουμε, λέγανε στο μεταξύ, οι γιαγιάδες μας, για τα χαλιά βεβαίως, πλην Χριστούγεννα έρχονται κι ο Άη Βασίλης από κοντά αλλ΄ ο Στέφανος ακόμη να το στήσει το σπιτικό. Βεβαίως, άμα φθάσεις στα χαλιά έχεις κάνει την περισσότερη δουλειά, ιδίως αν έχει αναλάβει το πρότζεκτ η εθνική μας απεσταλμένη στην λαγγεμένη Ανατολή Δέσποινα Μοιραράκη. Αλλά, τι να σου κάνει κι αυτή, μαγικά χαλιά ακόμη δεν πουλάει, μήπως και μας κάνει κανένα ζογκλερικό ο πρόεδρος από εκείνα τα ωραία που ξέρει.
Φευ, όμως. Κόμματα, ψηφοφόροι, βουλευτές -μέτρα τους και ξαναμέτρα τους πόσοι βγαίνουνε, ρωτά την Θεοδώρα ολημερίς – διακηρύξεις, συζητήσεις και προσεγγίσεις, ένα σωρό τέτοια πεζά πράγματα, του πήραν το μυαλό. Και να ΄χει και τους απέναντι, πρώην συντρόφους (ας πούμε και κανένα αστείο) να επιχαίρουν της εκπαραθύρωσης – κοινώς κλοτσηδόν- που του επιφύλαξαν οι αγνώμονες. Αλλά κι εκείνα τα δάνεια, που τους έκανε, πότε θα ξεπληρωθούν, παρακαλώ; (Τότε που φερόταν σαν τον θείο από το Αμέρικα και μοίραζε δολάρια.) Ή θα τους βγάλει στο σφυρί τίποτε τραπεζοκαθίσματα της Κουμουνδούρου; Διότι επιστροφή του ασώτου αποκλείεται. Εξάλλου «I’ll be back» μόνον ένας Σβαρτσενέγκερ μπορούσε να πει. Τι να σου κάνουν τα φουσκωμένα μειράκια; Απλώς …κομπάρσοι.
Άντε και στο χριστουγεννιάτικο δέντρο να ευχηθώ πάντως εγώ, το οποίο είμαι βεβαία, ότι θα απολαύσουμε όλοι μαζί στο εθνικό δίκτυο των πρωινάδικων, εκεί όπου διεκδικούν τις δάφνες της δημοσιότητας, από ινφλουένσερς, σταρλετίτσες και αστρολόγες ως δολοφόνοι και παιδεραστές… Κάλαντα ωστόσο, από τον καλλίφωνο, όπως εσχάτως έμαθα Φάμελλο -οικογενειακό το ταλέντο γαρ-, να μην περιμένει. Έχει κι η ευγένεια τα όριά της.
Προσωπικώς ένα άλλο ζήτημα, ιδεολογικό με βασανίζει, το οποίο ο μεγάλος αρχηγός Αλέξης Τσίπρας καταθέτει μετ΄επιτάσεως, δηλαδή όπου σταθεί κι όπου βρεθεί, μήπως και θολώσει τα νερά, που ανατάραξε πάλι η φράου Μέρκελ: Είναι η κωλοτούμπα plan b ή όχι; Ιδού το αμλετικό ερώτημα, που η απάντησή του μπορεί ή να καθαγιάσει παραπτώματα, να σβήσει ενοχές και να απαλλάξει από τύψεις ή να σε παραδώσει στα νύχια της Ιστορίας… Κρείτον σιγάν, έλεγαν οι αρχαίοι αλλά τούτος εδώ ο σύγχρονος, έχει ξαμοληθεί να καλύψει ίχνη του εγκλήματος όπως όπως. Και plan b και c και d άμα λάχει, όλα τα όπλα στον αγώνα καθ΄όσον η διαστρέβλωση υπήρξε ανέκαθεν εργαλείο πολιτικής χειραγώγησης, μεταξύ άλλων. Μόνο που… ξέρετε … τα μεταξωτά βρακιά θέλουν κι επιδέξιους κ…ς.