Το εθνικό σπορ

Η εθνική μας μιζέρια. Σπορ. Κερδίζουμε Ολυμπιακούς μ΄αυτό! Γκρίνια, μικροψυχία, χολερικά σχόλια, δηλητηριώδεις χαρακτηρισμοί — κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου μπορεί ο καθένας να νοιώσει σπουδαίος και μάγκας, εκφραζόμενος ατιμωρητί — και μάλιστα από άσχετους τις περισσότερες φορές, περί τα πράγματα, που όμως είναι βέβαιοι, ότι αυτοί θα τα έκαναν καλυτέρα. Χωρίς καμία αμφιβολία! 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση.  Μια γιορτή όλων, από την οποία όμως κάποιοι θέλησαν να λείψουν. Ή να την επικρίνουν.

Η αφόρητη ξινίλα της αντιπολίτευσης αίφνης. Με τον Τσίπρα να επιδεικνύει την εναπομείνασα επαναστατικότητά του… μη φορώντας γραβάτα στη μεγάλη εθνική εορτή της χώρας του (και δίνοντάς μας μια γεύση από τι γλυτώσαμε, αν τύχαινε η επέτειος επί των ημερών του). Αν κρίνω μάλιστα από τα σχόλια του φιλικού προς αυτόν Τύπου, ούτε καν το φαγητό δεν του άρεσε. Διότι, τι πάει να πει κιμάς γαρίδας και μπισκότα με μελάνι σουπιάς; Αυτά είναι πράγματα της πλουτοκρατίας… Φτιάξτε εκεί, μια ψαρόσουπα της παρηγοριάς…

Επίσης όμως στο Προεδρικό Μέγαρο φαίνεται ότι κατοικεί ο κορωνοϊός  —τίποτε δεν απολυμαίνουν πια…— αν κρίνουμε από την, σεβαστή κατά τα άλλα, απόφαση της κυρίας Μπαζιάνα να μην παραστεί, δεδομένου ότι δεν έχει εμβολιαστεί. Μέχρις εκεί, απολύτως κατανοητό. Η επεξήγηση όμως, ότι η παρουσία της δεν θα συνέβαλλε στο επιδιωκόμενο τείχος προστασίας έναντι της πανδημίας, πολύ προβληματική ακούστηκε. Εκείνες οι διαδηλώσεις, των οποίων το ρίσκο αναλαμβάνει ο σύζυγος και αρχηγός της αντιπολίτευσης, συμβάλλουν ή δεν συμβάλλουν άραγε; Συμφωνεί και η ίδια ή διαφωνεί. Ή μήπως εκεί ισχύει το αποθανέτω μετά των αλλοφύλων;

Ένας κρυφός καημός

Η αποκάλυψη όμως ήρθε με τον σχολιασμό της πρώην υπουργού Πολιτισμού Μυρσίνης Ζορμπά. Δεν της ζήτησε κανείς συνέντευξη για να πει τη γνώμη της, έτσι τα έγραψε κι αυτή στο Facebook για να βγάλει το άχτι της η γυναίκα. Καμιά εξηνταριά λέξεις απύθμενης κακίας και κακομοιριάς, προσβλητικές προς όλους και όλα.

Η παρέλαση και ο εορτασμός ήταν κατά την κυρία Ζορμπά «κενό νοήματος» (πολλά ερωτηματικά εδώ, δεδομένου, ότι αναφερόμαστε στα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης). Και οι συμμετέχοντες, εκπρόσωποι των τριών, το πάλαι, Μεγάλων Δυνάμεων ήταν «κάτι αγγαρεμένοι ξένοι επίσημοι», που με την «ελεήμονα συνδρομή» τους έγινε η γιορτή στον «έρημο δημόσιο χώρο της πονεμένης και σε αποκλεισμό πόλης», όπως γράφει. Ακόμη περισσότερα εδώ τα ερωτηματικά και τι να πρωτοσχολιάσει κανείς. Τον απαξιωτικό χαρακτηρισμό των προσκεκλημένων της Ελληνικής Δημοκρατίας; Την υποτιθέμενη «ελεημοσύνη» τους προς την Ελλάδα; Γιατί εδώ δεν μιλάμε για κυβερνήσεις, για τη χώρα μιλάμε…  Αλλά και τον «αποκλεισμό» της Αθήνας, που αν κατάλαβα καλά, για την κυρία Ζορμπά δεν είναι υποχρεωτικός λόγω πανδημίας…

Δεν θα προσθέσω κάτι για τα λόγια που στάζουν χολή, όταν η ίδια μιλάει ακόμη για την «ασημαντολογία και τιποτολογία των σχολιασμών της δημόσιας τηλεόρασης, μετά τις αερολογίες και τις αφόρητες κοινοτοπίες λόγων και χαιρετισμών». Είναι περιττό. Όλοι είδαμε και ακούσαμε, μόνον εκείνη άλλα κατάλαβε… Κι όλοι θυμόμαστε επίσης —κι αν όχι, είναι καταγεγραμμένα—  όσα έλεγε το δικό της κόμμα σε αντίστοιχες εκδηλώσεις.

Επιπλέον, να διακρίνω μήπως μια δυστυχία, μια ζήλια, έναν κρυφό καημό, του τύπου «γιατί να μην είμαι εγώ εκεί». Αλήθεια όμως, τι θα έκανε; Στην Εθνική Πινακοθήκη πάντως, δεν θα ήταν. Γιατί απλούστατα δεν θα την είχε ολοκληρώσει, όπως και άλλα έργα του υπουργείου Πολιτισμού, που κοιμόταν και στη δική της θητεία. Υπάρχει μια παροιμία εδώ για την αλεπού, που όσα δεν φτάνει… Ισχύει.

Το μήνυμα δόθηκε

Σε αντίθεση με την κυρία Ζορμπά υπάρχουν πολύ περισσότεροι, που θέλουν να θυμούνται αυτήν την επέτειο. Ήταν δύσκολη, όλο προβλήματα και αναποδιές.  Έπρεπε πρωτίστως να ληφθούν μέτρα για την ασφάλεια των συμμετεχόντων. Και ταυτόχρονα να έχει την σοβαρότητα, την υψηλή αισθητική και την δυναμική, που αρμόζουν σε ένα τέτοιο γεγονός. Και πέτυχε!

Η διοργάνωση άψογη, η απλότητα και η σεμνότητα ταιριαστή με το βαθύτερο νόημα της Ελληνικής Επανάστασης ως τιμή στους μπαρουτοκαπνισμένους ήρωες, μακριά από κοσμικές υπερβολές. Και η αίσθηση του μέτρου εμφανής σε κάθε βήμα. Από την ξενάγηση στην Εθνική Πινακοθήκη, ως το γεύμα του Προεδρικού Μεγάρου με τον λιτό, ελληνικής έμπνευσης διάκοσμο, το έξοχο ρεσιτάλ του διεθνούς φήμης Λεωνίδα Καβάκου, τα εδέσματα που βασιζόταν στο ταλέντο του Λευτέρη Λαζάρου και την επιλογή του να βάλει σ΄αυτά όλη την Ελλάδα, και όχι σε πανάκριβα υλικά (ή αντίθετα σε βαρετές επαναλήψεις). Ακόμη και οι προσεγμένα αυστηρές εμφανίσεις των κυριών βρίσκονταν στο πνεύμα ενός εθνικού εορτασμού και όχι οποιασδήποτε επίσημης εκδήλωσης.

Και κάπως έτσι, η είδηση για τη γιορτή της Ελλάδας, που είχε ξεσηκωθεί πριν από 200 χρόνια για να διώξει τους τυράννους της έφθασε σε όλο τον κόσμο. Προς μεγάλη απογοήτευση κάποιων νεόκοπων επαναστατών, που ακόμη πασχίζουν να ερμηνεύσουν με όρους πολιτικής του σήμερα την Ελληνική Επανάσταση ή και κάποιων ξιπασμένων σουσούδων για μεγαλεία που δεν υιοθετήθηκαν…

Σε πείσμα όλων όμως, αυτή η γιορτή μπόρεσε να δώσει το μήνυμα αισιοδοξίας που χρειαζόμαστε. Και την πεποίθηση, πως αφού εκείνοι, τότε, τα κατάφεραν, το ίδιο θα τα καταφέρουμε κι εμείς σήμερα.