«Τα μνημεία στην περιοχή, που κατέχει ο τουρκικός στρατός, είναι μια αιμάσσουσα πληγή στη ψυχή και στη σκέψη μου. Ιδιαίτερα η Σαλαμίνα όπου πέρασα 22 χρόνια της ζωής μου. Προσεύχομαι να βρεθεί μια μέρα λύση στο πρόβλημα της Κύπρου, έτσι που να διασωθεί η πολιτιστική κληρονομιά ολόκληρης της νήσου», έγραφε ο Βάσος Καραγιώργης στην αυτοβιογραφία του «Μια ολόκληρη ζωή στην Κυπριακή Αρχαιολογία».

Και πράγματι ο σπουδαίος αρχαιολόγος, που έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών δαπάνησε όλη του τη ζωή στην αποκάλυψη της αρχαίας Κύπρου, προτού όμως, να προλάβει δυστυχώς να δει το όνειρό του – όπως όλων– δηλαδή το νησί ενωμένο. Ο ίδιος άλλωστε ήταν αυτός που έφερε στο φως την αρχαία Σαλαμίνα, που βρίσκεται σήμερα στην κατεχόμενη από τον τουρκικό στρατό Αμμόχωστο αλλά και το αρχαίο Κίτιον στη Λάρνακα.

«Ακάματο και ακαταπόνητο, χαρισματικό, με απαράμιλλες ηγετικές ικανότητες, άνθρωπο των έργων και των πράξεων, ομηρικά φιλόξενο», χαρακτηρίζει τον Βάσο Καραγιώργη το Πανεπιστήμιου Κύπρου, του οποίου υπήρξε καθηγητής αλλά και ο ιδρυτής της Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας ενώ παράλληλα επί 26 ολόκληρα χρόνια ήταν διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ο Βάσος Καραγιώργης γεννήθηκε το 1929 στο Τρίκωμο της επαρχίας Αμμοχώστου και μετά τις γυμνασιακές σπουδές του, που πραγματοποίησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο έλαβε υποτροφία από την Κυπριακή Κυβέρνηση για να σπουδάσει Κλασική Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και στο Ινστιτούτο της Αρχαιολογίας του ίδιου ιδρύματος Πρακτική Αρχαιολογία. Η σταδιοδρομία του άρχισε από το 1952 όταν ορίσθηκε βοηθός Έφορος του Κυπριακού Μουσείου, ενώ λίγα χρόνια αργότερα έλαβε και το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.

Η ανακάλυψη της βασιλικής νεκρόπολης της Σαλαμίνας με τα θαυμαστά ευρήματα ήταν μία από τις σημαντικές ανασκαφές του Καραγιώργη, ο οποίος έφερε στο φως και τα δημόσια οικοδομήματα της πόλης, το Γυμνάσιο, τα Λουτρά, το Στάδιο και το Θέατρο, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα της Μεσογείου με διάμετρο ορχήστρας 27,5 μέτρα. Επίσης διηύθυνε τις ανασκαφές στην νεκρόπολη Αχερά και Πεντάγυιας, στο Κίτιον με τους μεγαλοπρεπείς ναούς και αποκάλυψε τους οικισμούς της Ύστερης Χαλκοκρατίας στην Πύλα – Κοκκινόκρεμος και στην Μάα – Παλαιόκαστρο.

Σημαντική επιτυχία του όμως ήταν η ανάδειξη της Κυπριακής Αρχαιολογίας στο πλαίσιο της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας. Επίσης εγκαινίασε τη δημοσίευση του ετήσιου «Chronique des fouilles et dècouvertes archéologiques à Chypre» στο γαλλικό επιστημονικό περιοδικό Bulletin de Correspondence Hellenique της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής των Αθηνών, και αναβάθμισε το Report of the Department of Antiquities, Cyprus, καθιστώντας το έγκυρο περιοδικό στον διεθνή επιστημονικό χώρο. Αλλά και το δικό του επιστημονικό συγγραφικό έργο ήταν μεγάλο με 56 τίτλους αυτοτελών πραγματειών μεγάλο αριθμό άρθρων και ανακοινώσεων.

Για το σπουδαίο έργο του ο Βάσος Καραγιώργης ήταν βραβευμένος από πολλά Πανεπιστήμια και ερευνητικά ινστιτούτα, καθώς και από ξένες Ακαδημίες, όπως την Ακαδημία Αθηνών, τη Βρετανική Ακαδημία, τη Γαλλική Ακαδημία, τη Σουηδική Ακαδημία, και την Academia dei Lincei (Ιταλίας). Τιμήθηκε, επίσης, με το Βραβείο της Société des études grecques de la Sorbonne (1966), το RB Bennet Commonwealth Prize (1978), το Βραβείο Ωνάση «Ολύμπια» (1991), το Διεθνές Βραβείο Βενετίας “I Cavalli d’oro di San Marco” (1996).

Τον Μάϊο του 2008 εξάλλου ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κάρολος Παπούλιας, του απένειμε τον Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής και το 2011 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Αρχαιολογίας Κύπρου, το ανώτερο βραβείο που απονέμεται από την Κυπριακή Δημοκρατία για την Διάσωση και Προβολή της Αρχαιολογικής Κληρονομιάς της Κύπρου.

«Η Κύπρος και το Πανεπιστήμιο Κύπρου είναι σήμερα φτωχότεροι γιατί έχασαν έναν από τους σημαντικότερους ανθρώπους του πνεύματος και του πολιτισμού. Ο Βάσος Καραγιώργης έχει όμως αφήσει πίσω του ένα τεράστιο έργο και συνέβαλε τα μέγιστα ώστε να εδραιωθεί η Κυπριακή αρχαιολογία τόσο στον τόπο του όσο και διεθνώς», αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Πανεπιστήμιο Κύπρου για την παρακαταθήκη που αφήνει πίσω του. Για εκείνον όμως η προσμονή που δεν εκπληρώθηκε είχε να κάνει με την πατρίδα του.

Όπως έγραψε «Προσμένω τη γλυκιά εκείνη στιγμή, που ελεύθερος πια, θα μπορώ να ταξιδεύω σε όλο το μικρό μας νησί, στην πατρίδα μου, που για χάρη της αφιέρωσα ολόκληρη τη ζωή μου, όλες μου τις δυνάμεις, δουλεύοντας περισσότερο από μισό αιώνα με αφοσίωση, πάθος και πάνω απ’ όλα με αγάπη, στοχεύοντας πάντα να φέρω στο φως τα μυστικά που η γη της κρύβει στα σπλάχνα της, για να τη γνωρίσουμε όσο το δυνατό πιο βαθιά, τόσο εγώ και οι συμπατριώτες μου όσο και οι πολυάριθμοι ξένοι εραστές της».

Συλλυπητήριο μήνυμα της υπουργού Πολιτισμού

Τα συλλυπητήριά της για την απώλεια του Βάσου Καραγιώργη εξέφρασε με μήνυμά της και η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη μιλώντας για «έναν σπουδαίο, οραματιστή αρχαιολόγο και σημαντικά άνθρωπο».

«Με το ανασκαφικό, εκπαιδευτικό και συγγραφικό του έργο, επί επτά δεκαετίες, ο καθηγητής Βάσος Καραγιώργης προήγαγε την έρευνα και δίδαξε με βαθιά γνώση και επιστημονική ηθική», όπως λέει η κυρία Μενδώνη.

«Με όποια θέση κατείχε στη μακρά σταδιοδρομία του, ως Διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων, Διευθυντής του Ιδρύματος Αναστάσιος Γ. Λεβέντης, Καθηγητής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Ακαδημαϊκός στην Ακαδημία Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών Κύπρου, ο Βάσος Καραγιώργης είχε ως πρωταρχικό μέλημα την προβολή και την ανάδειξη σε όλο τον κόσμο, της Κυπριακής Αρχαιολογίας, η οποία σε μεγάλο βαθμό ταυτίζεται με το όνομά του. Η ανασκαφή της Αρχαίας Σαλαμίνας, που έφερε στο φως το Θέατρο, τη Βασιλική Νεκρόπολη, ευρήματα της «ομηρικής» περιόδου, οφείλεται σε εκείνον, στο πάθος και στη συστηματική του μελέτη, την οποία δεν σταμάτησε ακόμη και λίγο πριν το τέλος. Αφιέρωσε τη ζωή του στην Αρχαιολογία, έχοντας δίπλα του την σύζυγό του, τη συγγραφέα, ερευνήτρια και αρχαιολόγο Ζακλίν Καραγιώργη-Ζιράρ. Ο Βάσος Καραγιώργης έλεγε για την Αρχαιολογία ότι «μια ζωή είναι πολύ σύντομη για να εμβαθύνει κανείς σ’ αυτή την επιστήμη, η οποία εξετάζει τη ζωή των ανθρώπων από την εποχή που εμφανίστηκαν ως σήμερα. Είναι η ιστορία της ζωής». Όλοι όσοι τον γνωρίσαμε, τον ευχαριστούμε για όλα όσα προσέφερε. Για το σπουδαίο έργο του, την ευγένεια, τη σοφία του. Τον αποχαιρετούμε με σεβασμό. Εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένεια, στους συναδέλφους και στους οικείους του».

Διαβάστε επίσης:

Μαρμάρινο άγαλμα ήρθε στο φως στο κέντρο της Βέροιας

Οικογένεια Λαιμού: Από τις Οινούσσες στην κατάκτηση των θαλασσών