Η Αγία Σοφία του Κιέβου
Δεν είναι μόνον ο χρυσός στα θησαυροφυλάκια ο πλούτος κάθε χώρας, είναι κυρίως ο πολιτισμός της, αυτός που δημιούργησαν οι άνθρωποι ορίζοντας την ιστορία τους και την πορεία τους πάνω στη γη. Είναι και ο πολιτισμός λοιπόν, που βάλλεται, ανάμεσα σε όλα τα άλλα, και κυρίως βέβαια τους ανθρώπους, αυτές τις δύσκολες ώρες στην Ουκρανία.
Κανείς δεν γνωρίζει ακόμη, αν και ποιες καταστροφές μπορεί να έχουν υποστεί τα μνημεία της, αν κάποιες βόμβες κτύπησαν μουσεία και άλλα πολιτιστικά κτίρια, εκκλησίες, παραδοσιακούς οικισμούς ή αν έχουν γίνει λεηλασίες, καθώς οι πληροφορίες είναι φυσικά, συγκεχυμένες.
Η περίφημη Αγία Σοφία του Κιέβου είναι μέσα σ΄αυτά, η μεσαιωνική πόλη της Λβιβ, επίσης, ενώ να μην ξεχνάμε τα κατάλοιπα της αρχαίας ελληνικής πόλης Χερσόνησος (Χερσών) στην Κριμαία, στα περίχωρα σήμερα της Σεβαστούπολης.
Επτά μνημεία της Ουκρανίας εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, καθώς συμπεριλαμβάνεται και η φυσική πολιτιστική κληρονομιά είναι ενταγμένα στον κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Με πρώτο και για λόγους ιστορικούς τον αρχαιολογικό χώρο της Χερσονήσου.
Η αρχαία ελληνική Χερσόνησος
Με την ονομασία «Αρχαία πόλη της Ταυρικής Χερσονήσου και της Χώρας» έχει αναγνωρισθεί ως Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO το 2013 η αρχαία ελληνική πόλη Χερσόνησος (ή Χερσών), σπουδαίο λιμάνι στα νότια της Κριμαίας και σήμερα σε απόσταση μόλις 3 χιλιομέτρων από την Σεβαστούπολη.
Ιδρύθηκε το 422-421 π.Χ. από Μεγαρείς αποίκους και είχε μεγάλη διάρκεια ζωής, 2000 ετών, αφού η ιστορία της ακολούθησε αυτήν της Ελλάδος, στην συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και τέλος του Βυζαντίου. Ήταν μία πολύ ισχυρή πόλη καθώς, βρισκόταν στην διασταύρωση των θαλασσίων εμπορικών οδών μεταξύ των άλλων αποικιών της Ταυρικής, αλλά και σταθμός για τα πλοία που ερχόταν από τα νότια παράλια του Ευξείνου Πόντου στην Μικρά Ασία. Επίσης είχε και αμυντικά πλεονεκτήματα, αφού στα βόρεια και ανατολικά της βρισκόταν η θάλασσα, ενώ στις άλλες δύο πλευρές προστατεύονταν από φαράγγια.
Στη Ρωμαϊκή και τη Βυζαντινή εποχή ήταν ισχυρότατο φρούριο ενώ ιδιαίτερη είναι η σημασία της και για την Ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς στη Χερσόνησο βαπτίσθηκε χριστιανός το 988, ο Βλαδίμηρος Α΄του Κιέβου, αρχηγός του κράτους των Ρως, θέτοντας τις βάσεις για τον εκχριστιανισμό των Σλάβων. Γεγονός, που επισφραγίσθηκε από τους γάμους του με την Άννα Πορφυρογέννητη, αδελφή του αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄ Βουλγαροκτόνου. Μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1204 από τους Σταυροφόρους η Χερσόνησος πέρασε στη διοίκηση των Κομνηνών της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, στη συνέχεια αντιμετώπισε σφοδρή επιδρομή από τους Μογγόλους, οπότε η πτώση της ήταν ραγδαία, έτσι που η τελευταία αναφορά σ΄αυτήν να γίνεται το 1396.
Οι πρώτες ανασκαφές έγιναν τον 18ο αιώνα όταν πέρασε στα χέρια των Ρώσων, οι οποίοι αναζητούσαν κυρίως χριστιανικά μνημεία ενώ ξανάρχισαν τον 20ό αιώνα από την Σοβιετική Ένωση πλέον. Σήμερα είναι ένας τεράστιος αρχαιολογικός χώρος, που διασώζει κατάλοιπα όλων των εποχών ενώ σπουδαίο εύρημα θεωρείται το αρχαίο θέατρο, καθώς είναι το μοναδικό γνωστό στις ελληνικές αποικίες του Εύξεινου Πόντου.
Η Αγία Σοφία του Κιέβου
Ο καθεδρικός ναός της Αγίας Σοφίας του Κιέβου είναι σπουδαίο αρχιτεκτονικό μνημείο των Ρως του Κιέβου. Χρονολογείται στις αρχές του 11ου αιώνα και είναι ένα πραγματικό κόσμημα της πρωτεύουσας της Ουκρανίας με τους πράσινους και χρυσούς τρούλους του να δίνουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα στο κτίσμα. Οικοδομήθηκε από τον ηγεμόνα Γιαροσλάβ τον Σοφό και εικονογραφήθηκε από βυζαντινούς καλλιτέχνες, που δημιούργησαν εξαιρετικά ψηφιδωτά και αγιογραφίες στις οποίες τα γράμματα είναι ελληνικά. Έχει 13 τρούλους ενώ στην είσοδό του ένα μεγάλο χρυσό καμπαναριό φθάνει σε ύψος 16 μέτρων. Όλο το συγκρότημα εξάλλου, περιβάλλεται από κήπους.
Η Αγία Σοφία του Κιέβου πήρε την ονομασία της από την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης και αρχικά ο καθεδρικός ναός ήταν τόπος ταφής των ηγεμόνων του Κιέβου, έχει διασωθεί μάλιστα ο τάφος του ιδρυτή του, Γιαροσλάβ Α’.
Η Αγία Σοφία κηρύχθηκε μνημείο από την UNESCO το 1990, μαζί με την Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου, το ορθόδοξο χριστιανικό μοναστήρι και ένα από τα παλαιότερα των Ρως του Κιέβου. Είναι κτισμένο σε ένα ύψωμα της όχθης του ποταμού Δνείπερου και εξακολουθεί να είναι ενεργό, υπαγόμενο στο Πατριαρχείο της Μόσχας. Σύμφωνα με τα Χρονικά του μοναχού Νέστορα του Κιέβου ένας ερημίτης ονόματι Αντώνιος από το Λιούμπεχ, αφού ασκήτευσε στην Μονή Εσφιγμένου του Αγίου Όρους εγκαταστάθηκε στη συνέχεια, το 1013 στις σπηλιές που βρίσκονταν στις όχθες του ποταμού. Εκεί, το 1051 ίδρυσε το ορθόδοξο μοναστήρι μαζί με τον μοναχό Θεοδόσιο και στα τέλη του 11ου αιώνα άρχισε και η κατασκευή του καθολικού της Ανάνηψης.
Τα σημερινά κτίρια χρονολογούνται όμως στον 18ο αιώνα και είναι χαρακτηριστικά του ουκρανικού μπαρόκ.
Να σημειωθεί, ότι το κωδωνοστάσιο άρχισε να οικοδομείται το 1731 ενώ το τελευταίο σημαντικό κτίριο της μονής ανεγέρθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Ήδη όμως από το 1688 είχε δοθεί από το Πατριαρχείο της Ρωσίας στο μοναστήρι ο τίτλος «λαύρα», κάτι που ελάχιστα έχουν. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση το μοναστήρι μετατράπηκε σε μουσείο, όμως επί Γκορμπατσόφ ο μοναστικός βίος επανήλθε.
Η μεσαιωνική πόλη
Μεσαιωνική πόλη που ιδρύθηκε το 1256 από τον πρίγκιπα Δανιήλ της Γαλικίας είναι η Λβιβ, της οποίας το Ιστορικό Κέντρο κηρύχθηκε ως μνημείο το 1998. Περισσότερο όμως είναι μία πόλη στην οποία εγγράφεται η ιστορία της Ανατολικής Ευρώπης σε βάθος αιώνων. Κι αυτό γιατί η Λβιβ ήταν μεγάλο εμπορικό κέντρο, καθώς βρισκόταν σε στρατηγικό σημείο, αφού σ΄αυτήν έφθαναν οι δρόμοι που έρχονταν από τα Βαλκάνια και από εκεί μπορούσε να οδηγήσουν στη συνέχεια είτε προς τα δυτικά, δηλαδή την Πολωνία και τη Γερμανία είτε στα βορειοανατολικά προς Μόσχα. Κατά τον 16ο και 17ο αιώνα ανατύχθηκε μάλιστα στην πόλη και το ελληνικό στοιχείο, με ισχυρή παροικία Κρητών αλλά και προερχόμενων από άλλα ελληνικά νησιά, που εκείνη την εποχή ήταν υπό την οθωμανική κυριαρχία.
Η πόλη άλλαζε πάντως διαρκώς χέρια, αφού πρώτα είχε καταληφθεί από τους Πολωνούς και στη συνέχεια πέρασε στους Αψβούργους ενώ για λίγο, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ενώθηκε με την Ουκρανία. Το 1939 κατελήφθη από τη Σοβιετική Ένωση, το 1941 από τους Γερμανούς και στη συνέχεια πάλι από τους Σοβιετικούς ως την κατάρρευση του καθεστώτος.
Οι ναοί της, που εκπροσωπούν διαφορετικά δόγματα, καθώς συνυπάρχουν στην πόλη Ρωμαιοκαθολικοί, Ουνίτες, Αρμένιοι, Ορθόδοξοι και Εβραίοι δίνουν τον χαρακτήρα στο ιστορικό κέντρο της πόλης όπως και πολλά κτίρια αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής αλλά και του 18ου – 19ου αιώνα. Εντυπωσιακή είναι εξάλλου και η παλιά αγορά της πόλης.
Κτιριακό συγκρότημα 19ου αιώνα
Εκπληκτικό κτιριακό συγκρότημα είναι η Κατοικία των Μπουκοβιανών και Δαλματών Μητροπολιτών στο Τσερνιβτσί χρονολογούμενη στον 19ο αιώνα. Αρχιτέκτονας ήταν ο Τσέχος Γιόσεφ Χλάβκα, ο οποίος αφού μελέτησε την αρχιτεκτονική παράδοση της περιοχής σχεδίασε ένα επισκοπικό μέγαρο -που ήταν και το ζητούμενο- και μαζί διοικητικά γραφεία, αίθουσες συναντήσεων, σχολή χορωδιών, μουσείο εκκλησιαστικής τέχνης και ένα παρεκκλήσι. Το τελικό αποτέλεσμα πάντως συνδυάζει τον βυζαντινό με τον μαυριτανικό ρυθμό, καθώς ο αρχιτέκτονας δεν έκρυψε τον θαυμασμό του για την Αλάμπρα της Ισπανίας.
Η κατασκευή του συγκροτήματος άρχισε το 1864 αλλά ολοκληρώθηκε πολύ αργότερα, το 1882. Αρχικά φιλοξενούσε την Θεολογική Σχολή, που συνέχισε να λειτουργεί και μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν το Τσερνιβτσί πέρασε στη Ρουμανία. Στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο όμως τα κτίρια υπέστησαν μεγάλες καταστροφές και λεηλασίες ενώ όταν η περιοχή πέρασε στη Σοβιετική Ένωση η Θεολογική Σχολή έκλεισε.
Τα κτίρια, που βρίσκονταν σε κακή κατάσταση αποκαταστάθηκαν ωστόσο στη δεκαετία 1957-1967 και παραδόθηκαν στο πανεπιστήμιο της πόλης. Σήμερα το μεγαλύτερο είναι η κατοικία του Μητροπολίτη με παρεκκλήσι ενώ στεγάζεται επίσης η Σχολή σύγχρονων γλωσσών του πανεπιστημίου. Μνημειώδης είναι η Μαρμάρινη Αίθουσα με την ζωγραφισμένη οροφή και με τα πορτρέτα αυστριακών ηγεμόνων, η μητροπολιτική βιβλιοθήκη, η κόκκινη αίθουσα που είναι χώρος συναντήσεων, καθώς και η αίθουσα υποδοχής του μητροπολίτη. Επίσης υπάρχει το κτίριο της θρησκευτικής σχολής με την εκκλησία των Τριών Ιεραρχών, που κοσμείται με τοιχογραφίες.
Το συγκρότημα, που βρίσκεται μέσα σε ένα μεγάλο πάρκο ανακηρύχθηκε μνημείο της UNESCO το 2011.
Ξύλινες εκκλησίες
Εκκλησίες ξύλινες σε εφαρμογή μιας αρχιτεκτονικής, που χρονολογείται από την αρχή του Χριστιανισμού βρίσκονται στην Ουκρανία αλλά και την Πολωνία και ένα σύνολο από αυτές, 16 τον αριθμό κηρύχθηκαν μνημεία το 2013. Είναι τα Ξύλινα τσέρκβα της περιοχής των Καρπαθίων στην Πολωνία και την Ουκρανία (τσέρκβα σημαίνει εκκλησία στα πολωνικά), μία μορφή λαϊκού πολιτισμού με συγκεκριμένο στυλ και με ιδιαίτερη τεχνική, που κληροδοτείται από γενιά σε γενιά, καθώς απαιτεί υψηλό βαθμό ξυλουργικής και κοπής ξύλου αλλά και σύνθετες δομικές λύσεις.
Οι συγκεκριμένες της περιοχής των Καρπαθίων κατασκευάσθηκαν από τον 16ο ως και τον 19ο αιώνα από ορθόδοξους και ελληνοκαθολικούς. Μόνον τα θεμέλιά τους είναι πέτρινα, έχουν την κλασική τριμερή διάταξη των ναών και καλύπτονται από τετράπλευρους ή οκταγωνικούς θόλους και τρούλους. Ο εσωτερικός τους διάκοσμος είναι πολύχρωμος ενώ εξωτερικά υπάρχουν ξεχωριστά, ξύλινα επίσης, καμπαναριά.
Έχει ενδιαφέρον, ότι μόνον στην Ουκρανία έχουν καταγραφεί 1900 τέτοιες εκκλησίες, αν και η κατάσταση των περισσοτέρων δεν είναι καθόλου καλή, καθώς η διατήρησή τους είναι εξαιρετικά δύσκολη. Κυρίως κινδυνεύουν από πυρκαγιές, αρκετές όμως είναι ακόμη σε χρήση.
Το Γεωδαιτικό Τόξο και τα Δάση οξιάς
Δέκα κράτη, από βορρά προς νότο με έναρξη από την Νορβηγία και κατάληξη στην Ουκρανία έχουν περιληφθεί στο Γεωδαιτικό Τόξο Στρούβε, που είναι μια αλυσίδα ερευνητικών τριγωνομετρήσεων με μήκος 2820 χιλιομέτρων. Πρόκειται για το έργο ενός ρώσου επιστήμονα, γερμανικής καταγωγής, του Φρίντριχ Γκέοργκ Βίλχελμ φον Στρούβε, ο οποίος από το 1816 ως το 1855 ασχολήθηκε με τον υπολογισμό του ακριβούς μεγέθους και σχήματος της Γης. Στην εποχή του η αλυσίδα περνούσε μόνον από την Σουηδία-Νορβηγία και τη Ρωσική Αυτοκρατορία αλλά σήμερα διαθέτει 34 σημεία στις χώρες Νορβηγία, Σουηδία, Φινλανδία, Ρωσία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Λευκορωσία, Μολδαβία και Ουκρανία. Το 2005 το Τόξο εντάχθηκε στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της
Τα Αρχέγονα Δάση Οξιάς των Καρπαθίων που βρίσκονται στα ουκρανικά εδάφη επίσης συμπεριλήφθηκαν στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Ενώ στον κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας από την UNESCO έχει ενταχθεί η ιδιαίτερη ζωγραφική της Πετρικίβκα, μια λαϊκή διακοσμητική τέχνη, που χρονολογείται από τον 17ο αιώνα.
Διαβάστε επίσης:
Τρόμος στην αγορά τέχνης – Θα ρευστοποιήσουν τις συλλογές τους οι Ρώσοι συλλέκτες;
Μπορεί η Γαλλία να κατασχέσει την περίφημη ρωσική Συλλογή Μορόζοφ;
Νέα ευρήματα της ανασκαφής του μετρό Θεσσαλονίκης – Απόσπαση και επανατοποθέτησή τους