«Η ενεργειακή επάρκεια χειμώνα καλοκαίρι, σε τιμές που να μπορεί η μεταποίηση και το εμπόριο να ανταπεξέλθει, ήταν και παραμένει ζητούμενο, σε μία περίοδο όπου το ενεργειακό κόστος παραμένει «απειλή» για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, αλλά και την επιβίωσή τους», τονίζει ο Βασίλης Κορκίδης με ανακοίνωση του και επισημαίνει στη συνέχεια:

«Οι σημερινές ανακοινώσεις για απορρόφηση σχεδόν του 80% των αυξήσεων που αφορούν στους μη οικιακούς καταναλωτές για ρεύμα και φυσικό αέριο, αποτελούν μια ακόμη έμπρακτη στήριξη της κυβέρνησης στον επιχειρηματικό κόσμο και λελογισμένη κίνηση στα πλαίσια των δημοσιονομικών δυνατοτήτων.

1

Η στροφή προς τις ΑΠΕ πλέον παραμένει μονόδρομος, πρωτίστως για την απεξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά και για περιβαλλοντικούς λόγους. Η οικονομία είναι κυκλική και οι αναγγελθείσες επιδοτήσεις θα επιτρέψουν στο επιχειρείν να κινηθεί ανετότερα σε μία περίοδο κρίσης που επιβάλλουν εξωγενείς παράγοντες.

Όπως ανακοινώθηκε, για τους μη οικιακούς καταναλωτές με παροχή ισχύος έως 35 kVA, η επιδότηση για τις πρώτες 2.000 κιλοβατώρες κατανάλωσης τον Οκτώβριο ανέρχεται στα 398 ευρώ ανά μεγαβατώρα, απορροφώντας το 80% της αύξησης.

Για τους μη οικιακούς καταναλωτές έως 35 kVA και όλους όσοι ξεπερνούν τις 2.000 κιλοβατώρες, η επιδότηση ανέρχεται σε 230 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Για τους αγρότες η επιδότηση είναι οριζόντια και ανέρχεται στα 436 ευρώ ανά μεγαβατώρα.

Η επιδότηση του Φυσικού Αερίου από την Κυβέρνηση σε όλους τους Εμπορικούς Καταναλωτές και στη Βιομηχανία, ανεξαρτήτως μεγέθους, τζίρου και αριθμού εργαζομένων, για τον Οκτώβριο θα φτάσει στα 40 ευρώ ανά θερμική MWh.

Επίσης εισάγεται ειδικό τέλος 10 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα σε εταιρείες ηλεκτροπαραγωγής, για τις ποσότητες του φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται για παραγωγή ρεύματος.

Τα έσοδα θα στηρίξουν νοικοκυριά και μικρομεσαίους, αλλά και τη μελλοντική υποστήριξη επενδύσεων σε νέα καύσιμα.

Πέραν όμως των μηνιαίων εθνικών επιδοτήσεων, που δεν ξεπερνούν για τον Οκτώβριο τα 1,1 δις ευρώ, η εφοδιαστική αλυσίδα σε Ελλάδα και Ευρώπη χρειάζεται τη διαρκή λειτουργία των επιχειρήσεων, ώστε η ενεργειακή κρίση στην ΕΕ να μην επεκταθεί σε παραγωγική και μετατραπεί σε εφοδιαστική κρίση, με ότι αυτό συνεπάγεται.

Ως εκ τούτου, όπως η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων «περνά» μέσα και από την φθηνή ηλεκτροδότηση, άλλο τόσο απαραίτητη είναι η ‘συνεχής ρευματοδότηση’ για την απρόσκοπτη λειτουργία των επιχειρήσεων».

Διαβάστε επίσης:

Συμμαχία Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και ΕΒΕΠ για την ενίσχυση των επιχειρήσεων