Περιεχόμενα
Ο Βαρδής Βαρδινογιάννης πέρασε στην αιωνιότητα. Συνώνυμο μιας οικονομικής αυτοκρατορίας στην οποία ο ίδιος είχε τον καταλυτικό ρόλο του Καίσαρα.
Δεν ήταν ούτε απλό ούτε και εύκολο, όπως δείχνει τώρα. Ξεκινώντας από το μηδέν, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης κατάφερε να γίνει το πιο ηχηρό σήμαντρο της επιχειρηματικής δράσης στην Ελλάδα.
Χρειάστηκε να ορθώσει το ανάστημά του σε συγκυρίες δύσκολες και διαδοχικά χτυπήματα της μοίρας που πλήγωσαν μεν την πολυπληθή οικογένεια, αλλά δεν ανέστειλαν την πορεία προς την κορυφή.
Εκεί όπου την οδήγησε ο ‘’πατριάρχης’’ του Ομίλου της Motor Oil, ο οποίος απέκτησε στην πορεία των χρόνων θεσμική υπόσταση. Όχι μόνο σε επιχειρηματικό, αλλά και σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο. Με την έννοια του εκπεμπόμενου σεβασμού προς το πρόσωπό του.
Ο Ιούλιος του 2023 ήταν για εκείνον ένας πολύ σκληρός μήνας καθώς έφυγε από τη ζωή η πολυαγαπημένη του Μαριάννα. Αφοσιωμένη σύζυγος, μητέρα των πέντε παιδιών τους και με μια τεράστια ανθρωπιστική προσφορά. Ήταν μαζί 70 ολόκληρα χρόνια και τώρα θα ανταμώσουν ξανά στο επέκεινα.
Σαν έτοιμος από καιρό, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης φρόντισε να δώσει το πηδάλιο της διαδοχής στην επιχειρηματική οικογένεια που διαθέτει περιουσιακά στοιχεία 2,3 δισ. στον πρωτότοκο γιο του, Γιάννη. Εκείνος έχει αναλάβει να την οδηγήσει στην επόμενη μέρα.
Για τη ζωή σαν μυθιστόρημα του Βαρδή Βαρδινογιάννη, το ρολόι του χρόνου χρειάζεται να κάνει στροφή και να γυρίσει δεκαετίες πίσω.
Δυτικά του Ρεθύμνου και σε μια απόσταση περίπου 14 χιλιομέτρων βρίσκεται η Επισκοπή. Ένα μικρό χωριό κτισμένο σε υψόμετρο 135 μέτρων και κατοικημένο από την πρώτη Βυζαντινή περίοδο. Λίγο πιο κάτω ξανοίγεται μπροστά του μια τεράστια αμμουδερή παραλία.
Εκεί, σε αυτό το χωριουδάκι της Κρήτης αντίκρυσε το φώς του κόσμου στις 4 Δεκεμβρίου του 1933 ο Βαρδής Βαρδινογιάννης. Ήταν το έκτο στη σειρά από τα 10 παιδιά της Σφακιανής οικογένειας του Γιάννη Βαρδινογιάννη και της Χρυσής Θεοδωρουλάκη.
Χρόνια σκληρά και δύσκολα. Ειδικά όταν έχεις να θρέψεις τόσα στόματα. Βαρύ το φορτίο και για τα αγόρια της οικογένειας που έπρεπε νωρίς να βρουν τον δρόμο τους. Μακριά από το σπιτικό τους, καθώς δεν υπήρχε καλλιεργήσιμη γη και δουλειά για να τους κρατήσει όλους εκεί. Ενώ μέσα στην πολλαπλά ασφυκτική περίοδο της Κατοχής, ο θάνατος είχε φτερουγίσει στο πλάι τους. Με δύο από τα 10 αδέλφια να φεύγουν πρόωρα από τη ζωή.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες μεγαλώνει ο Βαρδής Βαρδινογιάννης. Κι όταν έρχεται και η δική του ώρα των αποφάσεων, επιλέγει να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο με τον κατά δύο χρόνια μεγαλύτερο αδελφό του, Νίκο. Μπαίνοντας κι αυτός στη σχολή ναυτικών δοκίμων.
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Το ναυτικό και η γνωριμία με την Μαριάννα
Ολοκληρώνει τις σπουδές του και το 1955 ξεκινά τη θητεία του ως αξιωματικός του Βασιλικού τότε και μετέπειτα Πολεμικού Ναυτικού. Κεφάλαιο εξόχως σημαντικό για τη ζωή του, που το διατήρησε ο ίδιος για πάντα χαραγμένο στη μνήμη του. Όπως επίσης την πίστη και την αφοσίωση στο πατριωτικό του καθήκον.
Όντας ακόμα στη σχολή, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης συναντά και γνωρίζεται σε ένα φιλικό σπίτι με την κατά τέσσερα χρόνια μικρότερή του Μαριάννα Μπουρνάκη. Κόρη εμπόρου από την Ερμιόνη που είχε έρθει στον Πειραιά για να τελειώσει το γυμνάσιο. Εκείνη ήταν ακόμη μαθήτρια όταν αναπτύχθηκε η αμοιβαία έλξη που έμελλε να καθορίσει το κοινό τους μέλλον. Με έναν τρόπο που πάντα η τύχη έρχεται και «κουμπώνει» με το πεπρωμένο.
Για τις ανάγκες μετεκπαίδευσης ο νεαρός Βαρδής ταξιδεύει στην Αμερική. Την ίδια ρότα είχε φροντίσει να ακολουθήσει και η Μαριάννα, πηγαίνοντας εκεί για σπουδές. Επιθυμία και των γονιών της που ήθελαν να έχει τις καλύτερες δυνατές ευκαιρίες για τη μελλοντική της εξέλιξη. Η οποία είχε ήδη αρχίσει να προδιαγράφεται, ερήμην των οικογενειακών βλέψεων.
Όμως ο Βαρδής έμενε στη Χαβάη κι εκείνη βρέθηκε στο Denver University να σπουδάζει Οικονομικά.
Η απόσταση γεφυρώθηκε μετά από μια διετία, με την επιστροφή τους στα πάτρια εδάφη. Όχι για πολύ, αφού αμέσως μετά ήρθε η μετάθεση του Βαρδή για τη ναυτική βάση του Πόρτσμουθ κι έτσι έφυγαν μαζί για την Αγγλία. Όπου η Μαριάννα βρήκε την ευκαιρία να κάνει σπουδές στην Ιστορία της Τέχνης.
Ο κύκλος της παρουσίας τους στο εξωτερικό κλείνει και τον Μάιο του 1961, οκτώ χρόνια από την πρώτη τους γνωριμία, το ζευγάρι ενώνεται με τα ιερά δεσμά του γάμου. Κουμπάρος τους ήταν ο εκδότης Χρήστος Λαμπράκης. Γνώριμος του Βαρδή από την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας.
Στις αρχές της νέας τους ζωής, η Μαριάννα, προκειμένου να ενισχύσει τα οικογενειακά έσοδα, εργαζόταν ως υπάλληλος στην αμερικανική πρεσβεία της Αθήνας. Για να πάρει και κάτι επιπλέον, ανέλαβε να καλύψει τη θέση εκφωνήτριας ειδήσεων στον ραδιοφωνικό σταθμό της Αμερικανικής Βάσης στο Ελληνικό. Από αυτό της το πόστο γνωρίστηκε με τη μετέπειτα φίλη της Μελίνα Μερκούρη.
Το ζεύγος Βαρδή και Μαριάννας διέμενε σε ένα προικώο διαμέρισμα στην Κυψέλη, επί της οδού Φωκίωνος Νέγρη. Τους είχε παραχωρηθεί επίσης κι άλλο ένα στην οδού Πιπίνου, στο ύψος της Πατησίων, για να το νοικιάζουν και να έχουν επιπλέον έσοδα.
Ενέχυρα για το ξεκίνημα του Νίκου
Σχεδόν άμεσα όμως και τα δύο διαμερίσματα μπήκαν ενέχυρο, στο πλαίσιο της συνδρομής στο εγχείρημα του αδελφού του, Νίκου. Ο οποίος το 1962 παραιτήθηκε από το Ναυτικό για να ξανοιχτεί στο πέλαγος της επιχειρηματικής δράσης. Κίνηση που έδωσε το έναυσμα για να στηθούν οι βάσεις δημιουργίας του μετέπειτα κραταιού ομίλου Βαρδινογιάννη.
Η αρχή έγινε με την αγορά μιας μεγάλης έκτασης περίπου έξι χιλιάδων στρεμμάτων στους Καλούς Λιμένες της Νότιας Κρήτης. Στην πλεονεκτική αυτή γεωγραφική θέση του φυσικού λιμανιού και σε απόσταση μόλις 7 μιλίων από τα διεθνή ύδατα, ξεκινά να διαμορφώνεται ένας σταθμός ανεφοδιασμού πλοίων. Με φόντο τον οποίο υπήρξαν μεταγενέστερα αντιδράσεις και συγκρουσιακές καταστάσεις με την τοπική κοινωνία.
Η ΣΕΚΑ, όπως ονομάστηκε η εταιρεία, ανέλαβε με δύο μεγάλα δεξαμενόπλοια να τροφοδοτεί με καύσιμα τα πλοία που χρησιμοποιούσαν τον θαλάσσιο διάδρομο του καναλιού του Σουέζ.
Οι δουλειές πήγαιναν καλά και λίγα χρόνια μετά ήρθαν και οι πρώτες δεξαμενές επί της νησίδας Άγιος Παύλος. Γνωστής ως Μικρονήσι, εκτάσεως 115 στρεμμάτων, που εξαγοράστηκε από την πλευρά Βαρδινογιάννη.
Το project μεγάλωνε χρηματοδοτούμενο από δανειακά κεφάλαια, έχοντας παράλληλα τη στήριξη της πανίσχυρης πετρελαϊκής Mobil, αλλά και με τη συνδρομή ως εγγυητή του Αριστοτέλη Ωνάση. Στο πλαίσιο μιας αμφίπλευρης συμφωνίας που έδινε τη δυνατότητα στον Έλληνα κροίσο να προμηθεύεται πετρέλαιο για τα πλοία του σε χαμηλότερες τιμές.
Σε όλα αυτά μέτρησε ιδιαίτερα η αρωγή και η στήριξη που προσέφερε ποικιλοτρόπως ο μεγαλύτερος των αδελφών, Παύλος Βαρδινογιάννης, γεννημένος το 1925. Με ενεργό συμμετοχή, στα άγουρα χρόνια της νιότης του, στην αντίσταση κατά της γερμανικής κατοχής. Μάλιστα συνελήφθη τότε, καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά κατάφερε να αποδράσει από τη φυλακή φυγαδευμένος στην Αίγυπτο.
Όταν παρήλθαν οι μαύρες μέρες, σπούδασε Νομικά, εντάχθηκε στο κόμμα των Φιλελευθέρων, ανέλαβε το πολιτικό γραφείο του χρηματίσαντα Πρωθυπουργού Σοφοκλή Βενιζέλου (γιου του Ελευθέριου).
Εν συνεχεία εκλεγόταν αδιαλείπτως βουλευτής Ρεθύμνου, από το 1956 έως το 1967. Έχοντας αναλάβει και υπουργικό χαρτοφυλάκιο στις κυβερνήσεις του Γεωργίου Παπανδρέου. Ενώ κουμπάρος στον γάμο του ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου με τον οποίο συνδεόταν φιλικά.
Ποτέ σου μην περιφρονείς τα κάτω σκαλοπάτια
Ο Παύλος Βαρδινογιάννης αντιτάχθηκε στη δικτατορία και, όταν το καθεστώς διέταξε τη σύλληψή του, διέφυγε αρχικά στην Τουρκία με σκάφος που διέθεσε ο αδελφός του, Νίκος.
Στη μεταπολίτευση εξελέγη βουλευτής το 1977 με το κόμμα των Νεοφιλελεύθερων του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Έφυγε αιφνιδίως από τη ζωή το 1984, σε ηλικία 59 ετών, μετά από οξύ καρδιακό επεισόδιο.
«Ποτέ σου μην περιφρονείς τα κάτω σκαλοπάτια, γιατί σ’ αυτά πρωτοπατείς ν’ ανέβεις στα παλάτια» ήταν η αγαπημένη του κρητική μαντινάδα.
Γυρίζοντας τον χρόνο πίσω, στους Καλούς Λιμένες είχε ήδη στηθεί το πρώτο επιχειρηματικό σκαλοπάτι. Οι δουλειές πήγαιναν καλά. Με πρώτο και μεγάλο πελάτη τα πλοία του 6ου αμερικανικού στόλου. Άλλωστε εκεί εστιαζόταν η επιχειρηματική ιδέα για τη δημιουργία της βάσης ανεφοδιασμού καυσίμων. Για την οποία είχαν, όπως λέγεται, υπάρξει επαφές και με το αμερικανικό Πεντάγωνο.
Το οικονομικό εκτόπισμα μεγαλώνει, ώσπου το 1966 η Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε) χρειάζεται πετρέλαιο και το πληρώνει όσο-όσο, καθώς ασφυκτιά από το εμπάργκο των Άγγλων και του ΟΗΕ.
Ο έτερος των αδελφών, Γιώργος Βαρδινογιάννης, 30 ετών τότε και έχοντας στραφεί στο εμπορικό ναυτικό μετά από σπουδές στη σχολή εμποροπλοιάρχων του Σαουθάμπτον, ανέλαβε δράση. Ως καπετάνιος ενός τάνκερ, αψηφά τους κινδύνους και υπό τις οδηγίες του Νίκου καταφέρνει να σπάσει το εμπάργκο. Παίρνοντας έκτοτε το προσωνύμιο Ρίνγκο. Η κίνηση έκανε μεν μεγάλο ντόρο διεθνώς, αλλά καθώς το συγκεκριμένο φορτίο πετρελαίου εν τέλει δεν παραδόθηκε, παραμένει ασαφής η οικονομική του επίδραση. Ορισμένοι θεωρούν ότι δεν υπήρξε, ενώ από την άλλη πλευρά υποστηρίζεται ότι από το όλο πλέγμα εκείνων των γεγονότων προέκυψαν κέρδη 4 εκατ. δολαρίων.
Όπως και να΄χει, αμέσως μετά ακολούθησε η αγορά μιάς έκτασης περίπου 1.000 στρεμμάτων στους Αγίους Θεοδώρους Κορίνθου, όπου και δημιουργήθηκε μια μονάδα λιπαντικών.
Η εξορία στην Αμοργό και τα επιχειρηματικά βήματα
Με τον ερχομό της χούντας των συνταγματαρχών, στις 21 Απριλίου του 1967, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης πληρώνει το βαρύ τίμημα των δημοκρατικών του καταβολών. Αρχικά με μια μετάθεση καθώς αρνήθηκε να μεταφέρει εξόριστους σε ένα από τα ξερονήσια.
Τον Ιούλιο του 1967 ακολούθησε η αποστρατεία του (με το βαθμό του Αντιναύαρχου) αλλά και η οκτάμηνη εξορία του στην Αμοργό. Τότε ήταν 34 ετών και με τη σύζυγό του είχαν αποκτήσει τα 3 από τα πέντε παιδιά τους: τον Γιάννη, τη Χριστιάννα και τον Γιώργο. Αργότερα ήρθαν ο Νίκος και η Βαρδιάννα.
Για εκείνη την περίοδο της εξορίας, η Μαριάννα Βαρδινογιάννη έδωσε προ ετών τη μαρτυρία της: ‘’Οι δικές μου μνήμες οδηγούν τη σκέψη μου στην Αμοργό, όπου νέα κοπέλα, αφήνοντας πίσω δύο μικρά παιδιά και ένα βρέφος στην μητέρα μου να τα φροντίζει, με την καρδιά γεμάτη αγωνία αλλά προπαντός γεμάτη αγάπη, πήγαινα να συναντήσω τον άνδρα μου που ήταν εξόριστος, ως αντιστασιακός Αξιωματικός του Ναυτικού. Εκεί ένιωσα και δεν θα το ξεχάσω ποτέ, πόση ζεστασιά και πόση καλοσύνη μπορεί να χωρέσει ένα τόσο δα καμαράκι. Ήταν η αλληλεγγύη των ντόπιων που μας κράτησε όρθιους και τους ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου για αυτή τους την αγάπη και τη συμπαράσταση. Όλοι τότε μαζί και ο κίνδυνος απέναντί μας…«.
Δεξί χέρι του αδελφού του, Νίκου, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης (στον οποίον ο Κωνσταντίνος Καραμανλής απένειμε στη μεταπολίτευση τον τίτλο του Ναυάρχου εν αποστρατεία) όταν αφέθηκε ελεύθερος αφοσιώθηκε πλήρως στις επιχειρήσεις. Όντας ιδρυτικό μέλος της πετρελαϊκής Μότορ Όιλ που συστάθηκε τον Μάιο του 1970. Δυο χρόνια αργότερα, κέρδισε μια από τις τρεις άδειες διυλιστηρίων που παραχώρησε το τότε καθεστώς. Κι έτσι, το 1972 ξεκίνησε η λειτουργία του διυλιστηρίου στην περιοχή των Αγίων Θεοδώρων της Κορινθίας. Το οποίο λόγω του τότε προστατευτισμού της ελληνικής αγοράς καυσίμων, ιδρύθηκε ως εξαγωγικό διυλιστήριο.
Στην πορεία των χρόνων διαμορφώθηκε ένας πανίσχυρος επιχειρηματικός όμιλος, ενώ ο Βαρδής Βαρδινογιάννης, εκτός από μεγάλος τιμονιέρης της Μότορ Όιλ έφτασε να θεωρείται και…Ναύαρχος του ‘’στόλου’’ των Ελλήνων επιχειρηματιών.
Στο μεσοδιάστημα βέβαια, η ροή των γεγονότων δεν έπαψε ποτέ να φέρνει ανατροπές. Πώς το λέει ο Ερωτόκριτος; Του κύκλου τα γυρίσματα που αναπαμό δεν έχουν, μα στο καλό και στο κακό περιπατούν και τρέχουν…
Το κίνημα του ναυτικού και ο κεραυνός του θανάτου
Ξημερώνοντας λοιπόν η πρωτοχρονιά του 1973 το φλουρί στο σπίτι του Νίκου Βαρδινογιάννη, το κερδίζει ο κυβερνήτης του Αντιτορπιλικού ‘’Βέλος’’ Νίκος Παππάς. Συμβολικό κατά μία έννοια αφού τον Μάιο εκείνης της χρονιάς αποκαλύφθηκε το Κίνημα του Ναυτικού.
Μια συνωμοτική ενέργεια αξιωματικών του Ναυτικού για την ανατροπή της χούντας και την επαναφορά της δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Ο Νίκος Βαρδινογιάννης είχε εξασφαλίσει στην ‘’ομάδα’’ του Νίκου Παππά ότι θα έχει στη διάθεσή της ένα τάνκερ αλλά και τις εγκαταστάσεις στους Αγίου Θεοδώρους και στους Καλούς Λιμένες, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες ανεφοδιασμού.
Πέραν τούτων ο Βαρδής είχε ταξιδέψει στο εξωτερικό σε ειδική αποστολή συνάντησης και βολιδοσκόπησης πολιτικών και πολιτειακών παραγόντων. Χωρίς όμως να υπάρξει πρακτικό αντίκρισμα.
Εν τέλει όμως το σχέδιο αποκαλύφθηκε, το αντιτορπιλικό ‘’Βέλος’’ υπό τον Νίκο Παππά διέφυγε στην Ιταλία, ενώ οι εναπομείναντες αξιωματικοί του κινήματος συνελήφθησαν. Στη συνέχεια αμνηστεύθηκαν στο πλαίσιο της ψευδο-φιλελευθεροποίησης που επιχειρήθηκε από το δικτατορικό καθεστώτος.
Στις 2 Ιουλίου του 1973 ήρθε ο κεραυνός. Προδομένος από την καρδιά του ο Νίκος Βαρδινογιάννης φεύγει από τη ζωή σε ηλικία 42 ετών. Ο Βαρδής παίρνει πλέον στα χέρια του το τιμόνι της επιχειρηματικής δράσης.
Μεγάλο το σόκ αλλά και εξ ίσου και η δύναμη της θέλησης για τη συνέχεια. Εκείνος είναι πια που αναλαμβάνει, με ναυαρχίδα τη Μότορ Όιλ, να αναπτύξει σε όλο της το εύρος την επιχειρηματική αυτοκρατορία Βαρδινογιάννη.
Βέρος Κρητικός, με ανεπτυγμένο το πατριωτικό του καθήκον και με λόγο-συμβόλαιο έσπευσε να συνδράμει άμεσα τον Νίκο Παππά. Χωρίς να φοβηθεί το ρίσκο κάλυψε χρηματικά όλες τις κινήσεις του στο εξωτερικό, όπου εκείνος κλιμάκωσε τον αντιχουντικό του αγώνα.
Προσέλαβε επίσης πολλούς από τους αξιωματικούς που έχασαν τη δουλειά τους, στις επιχειρήσεις του. Ενώ κάλυψε και τα έξοδα επιστροφής του αντιτορπιλικού ‘’Βέλος’’ στην Ελλάδα, όταν οι Τούρκοι εισέβαλαν στην Κύπρο τον Ιούλιο του ’74. ‘Όλα αυτά έχοντας για πάντα στην καρδιά του, τους ανθρώπους του Πολεμικού Ναυτικού.
Με την αίσθηση της φιλοπατρίας να αγκαλιάζει γενικότερα τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλά χρόνια μετά, το 2013, και ενώ η χώρα βρισκόταν μέσα στο ‘’καμίνι’’ της δημοσιονομικής κρίσης, ο Βαρδής κάλυψε οικονομικά όλα τα έξοδα των καυσίμων, προκειμένου την 28η Οκτωβρίου να παρελάσουν τα τεθωρακισμένα στη Θεσσαλονίκη και να πετάξουν τα μαχητικά αεροσκάφη πάνω από τον ουρανό της συμπρωτεύουσας.
Τα μεγάλα ανοίγματα σε νέους τομείς
Η χούντα έπεσε, ήρθε η μεταπολίτευση και ο Βαρδής Βαρδινογιάννης άρχισε να ανοίγει βαθμιαία την επιχειρηματική βεντάλια. Παραδοσιακοί και νέοι τομείς ενισχύθηκαν μέσω δεκάδων εταιρειών, δραστηριοποιούμενες εντός και εκτός συνόρων.
Τα πετρέλαια, με τα ‘’πηγάδια’’ του ‘’μαύρου χρυσού’’ σε Αίγυπτο, Υεμένη και Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά και η ναυτιλία, με έναν στόλο 40 πλοίων, ήταν τα βαριά χαρτιά του επιχειρηματικού ομίλου που ολοένα και μεγάλωνε.
Το 1980 άνοιξε τις πύλες του το οικογενειακής ιδιοκτησίας ξενοδοχείο Meridien, στην άκρως προνομιακή πλατεία Συντάγματος, το οποίο τώρα λειτουργεί ως Plaza.
Ένα χρόνο νωρίτερα και συγκεκριμένα το καλοκαίρι του 1979 η οικογένεια αποκτά την πλειοψηφία (54%) της νεοσύστατης τότε ΠΑΕ του Παναθηναϊκού.
Εκείνος που βγήκε μπροστά ήταν ο αδελφός του Βαρδή, ο Γιώργος Βαρδινογιάννης. Υποσκέλισε τον Παύλο Γιαννακόπουλο που κι εκείνος είχε δείξει ενδιαφέρον, καταβάλλοντας αρχικά περί τα 50 εκατ. ευρώ. Στην πορεία των χρόνων βέβαια τα κεφάλαια που διατέθηκαν ήταν εξόχως πολλαπλάσια.
Ο παρορμητικός χαρακτήρας του Γιώργου έγινε το σήμα κατατεθέν της ευδόκιμης παρουσίας του στον Παναθηναϊκό (με όρους συγκομιδής τίτλων και πορείας στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις).
Από όπου αποχώρησε διοικητικά το έτος 2000 για να τον διαδεχθεί ο ανιψιός του Γιάννης, γνωστός από τη συμμετοχή του στους αγώνες αυτοκινήτου με το ψευδώνυμο Τζίγγερ. Εν τέλει το 2011 και έπειτα από 32 χρόνια η σελίδα Παναθηναϊκός έκλεισε για την επιχειρηματική οικογένεια.
Τα media και οι τράπεζες
Αρκετά χρόνια νωρίτερα είχε ανοίξει μια άλλη, αυτή των media. Με ιθύνοντα νού τον Βαρδή, o οποίος ενστερνίστηκε τις απόψεις του μεγαλύτερου αδελφού του, Παύλου, φροντίζοντας να τις μεταδώσει στο εν συνεχεία δεξί του χέρι. Τον μικρότερο αδελφό του, Θόδωρο. Αν το καλοκαίρι του 1980 δεν είχε μεσολαβήσει ο αιφνίδιος θάνατος του Νάσου Μπότση, τότε ο Βαρδινογιάννης θα ήταν ο νέος ιδιοκτήτης της εφημερίδας «Απογευματινή», όπως προέβλεπε η αρχική συμφωνία των δύο πλευρών. Εν τέλει το πρώτο βήμα έγινε το 1982, όταν αποκτήθηκε η «Μεσημβρινή». Εφημερίδα που έμεινε στα περίπτερα μέχρι το καλοκαίρι του 1994, οπότε και έκλεισε. Παράλληλα όλα αυτά και με τη δημιουργία μεγάλης εκτυπωτικής μονάδας στον Περισσό.
Το 1989 ήρθε η ώρα των ιδιωτικών καναλιών και ο Βαρδής Βαρδινογιάννης ήταν ένας τους γεννήτορες του Mega Chanel. Μαζί με τους εκδότες Χρήστο Λαμπράκη, Γιώργο Μπόμπολα, Αριστείδη Αλαφούζο και Χρήστο Τεγόπουλο.
Η εταιρεία του καναλιού μπήκε το 1994 στο χρηματιστήριο, αλλά μετέπειτα, στα σκληρά χρόνια της οικονομικής κρίσης, τα προβλήματα τη γονάτισαν. Με αποτέλεσμα να κλείσει το 2016. Ένα χρόνο μετά το Mega αναβίωσε στα χέρια του νέου ιδιοκτήτη Βαγγέλη Μαρινάκη.
Το 1993 με πρωτοβουλία του Θόδωρου Βαρδινογιάννη και υπο την αιγίδα του Βαρδή στήνεται το Star Chanel. Ενώ στα τέλη του 2019 στον έλεγχο του επιχειρηματικού Ομίλου πέρασε και του κανάλι του Alpha, του οποίου αργότερα εκχωρήθηκε το 50% της συμμετοχής.
Με πηδαλιούχο τον Βαρδή Βαρδινογιάννη η επιχειρηματική οικογένεια στράφηκε και στον χώρο των τραπεζών. Το 1988 αποκτάται από την Εθνική η «κοιμώμενη» άδεια της Xios Bank.
Η τράπεζα αναπτύσσεται, μπαίνει στο χρηματιστήριο το 1997 και το έτος 2000 απορροφάται από την Πειραιώς, στην οποία μέσω αυτής της κίνησης η πλευρά Βαρδινογιάννη γίνεται μέτοχος με 9,8%. Στην πορεία των χρόνων και λόγω των διαδοχικών ανακεφαλαιοποιήσεων το ποσοστό αυτό έσβησε.
Ώσπου το 2019 αποκτήθηκε η νέα έκφραση στον τραπεζικό τομέα. Καθώς η αρχική εξαγορά της Επενδυτικής τράπεζας Ελλάδος, αποτέλεσε το προοίμιο για τη δημιουργία της Optima Bank.
Η επίθεση από τη 17Ν και το… σουτ στο δοκάρι
To πρωινό της Τρίτης 20 Νοεμβρίου του 1990, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης ξεκίνησε κανονικά από το σπίτι του στην Εκάλη για το γραφείο του. Που τότε βρισκόταν στην Καραγεώργη Σερβίας, στο Σύνταγμα.
Επέβαινε σε ένα μπλε σκούρο και επιβλητικό Mercedes 560 SEL. Ειδικής κατηγορίας και αλεξίσφαιρο, το οποίο είχε παραλάβει λίγες μέρες νωρίτερα.
Ο ηλικίας 57 ετών τότε, επιχειρηματίας, καθόταν στο πίσω κάθισμα, ενώ άνδρες της ασφαλείας του τον ακολουθούσαν με δύο άλλα αυτοκίνητα.
Το ρολόι έδειχνε 09.20 όταν φτάνοντας στην πλατεία Διλβόη της Νέας Ερυθραίας, μπήκε σε εφαρμογή το σχέδιο εξόντωσής του από την τρομοκρατική οργάνωση 17 Νοέμβρη. Είχε χρησιμοποιηθεί ένα παγιδευμένο με εκρηκτικά Ι.Χ.
Και την στιγμή που το αυτοκίνητο του Βαρδή βρέθηκε ακριβώς στο πλάι του, έγινε η πυροδότηση των εκρηκτικών εξ αποστάσεως, με τηλεχειριστήριο. Προκαλώντας έτσι την άμεση εκτόξευση των αντιαρματικών ρουκετών.
Το θωρακισμένο Mercedes άντεξε στο ωστικό κύμα της ισχυρότατης έκρηξης. Μία απ’ τις ρουκέτες χτύπησε στην πίσω αριστερή πλευρά του προφυλακτήρα, πάνω από το ρεζερβουάρ, η δεύτερη βρέθηκε αργότερα άθικτη κάτω από το αυτοκίνητο, ενώ η τρίτη εκσφενδονίστηκε σε απόσταση περίπου πενήντα μέτρων όπου και εξερράγη.
«Ευτυχώς που γλυτώσαμε» ήταν η πρώτη αντίδραση του Βαρδή Βαρδινογιάννη, βγαίνοντας με μικροαμυχές από τη χτυπημένη Mercedes. Λίγο αργότερα σε επικοινωνία που είχε με τον επί χρόνια φίλο του Αντώνη Λιβάνη, διευθυντή τότε του πολιτικού γραφείου του Ανδρέα Παπανδρέου, θα του πει με αυτοσαρκασμό: «Σούταρε πέναλτι ο Σαραβάκος και βρήκε το δοκάρι»…
Το σοκ με τον Θόδωρο
Έξι χρόνια αργότερα η οικογένεια δέχεται ακόμη ένα ισχυρό σοκ. Καθώς στις 21 Σεπτεμβρίου του 1996 και σε ηλικία 54 ετών τότε, φεύγει απ’ τη ζωή από ανακοπή καρδιάς ο Θόδωρος Βαρδινογιάννης.
Δεξί χέρι του Βαρδή, αντιπρόεδρος του επιχειρηματικού Ομίλου, υπεύθυνος για τη διαχείρηση της παρουσίας στα media, χρηματοδότης της ποδοσφαιρικής ομάδας του ΟΦΗ, αλλά συνάμα και η διάδοχη κατάσταση στο ‘’τιμόνι’’ της οικογενειακής αυτοκρατορίας. Τον πρόλαβε όμως το μοιραίο. Όντας ο τρίτος αδελφός που φεύγει από καρδιά, μετά τον Νίκο και τον Παύλο.
Δύο μήνες νωρίτερα από τον Θόδωρο είχε φύγει από τη ζωή, πλήρης ημερών και η Χρυσή Βαρδινογιάννη, μητέρα της οικογένειας. Κάπου τριάντα χρόνια μετά από τον θάνατο του συζύγου της.
Περιγράφοντας για το πώς την αντιμετώπιζαν τα παιδιά της, ο ογκόλιθος της δημοσιογραφίας Χρήστος Πασαλάρης έχει αναφέρει: «Δεν γονατίζουν ποτέ παρά μόνο μπροστά στη σεβαστή μάνα τους, Χρύσα». Για να προσθέσει ακόμη μετά για τη φυσιογνωμία της οικογένειας: «Δεν λυγίζουν παρά μόνο στον πόνο των αδυνάτων, όπως τους τον μεταφέρει η Μαριάννα, που επιδίδεται με πάθος στις αγαθοεργίες. Δεν υποχωρούν παρά μόνο στην παθολογική αγάπη προς τα παιδιά και τα εγγόνια τους, που όλα μαζί αποτελούν ‘’λόχο’’ και που αργά ή γρήγορα θα πάρουν στα χέρια τους τις τύχες του Ομίλου». Ενός Ομίλου που ο Βαρδής Βαρδινογιάννης του δίνει ολοένα και μεγαλύτερη επιχειρηματική υπόσταση.
Το deal με Aramco και οι εσωτερικές τριβές
Τον Μάρτιο του 1996 κλείνει το μεγάλο deal με τους Σαουδάραβες της Aramco, που έναντι 283 εκατ. δολαρίων αποκτούν το 50% των μετοχών της Μότορ Όιλ. Τα κεντρικά γραφεία της οποίας έχουν πλέον μεταφερθεί από το Σύνταγμα ,σε ιδιόκτητο κτήριο ψηλά στο Μαρούσι, απέναντι από τα Ανάβρυτα.
Η μεταβίβαση των μετοχών καθυστέρησε κάπου ένα χρόνο, καθώς ξέσπασε η πρώτη ενδοοικογενειακού χαρακτήρα κρίση.
Το ρήγμα, με φόντο τα περιουσιακά στοιχεία της Μότορ Όιλ, άνοιξε από την πλευρά της συζύγου του αποβιώσαντα Νίκου Βαρδινογιάννη και των δύο από τα τέσσερα παιδιά της.
Ο Βαρδής ήταν εκείνος που γεφύρωσε το χάσμα. Ενώ το ίδιο έπραξε και μετέπειτα και με τον αδελφό του Σήφη, που είχε αντιδράσει για ζητήματα της Xios Bank.
Εσωτερικές τριβές σχετικά λίγες μπροστά σε μια τέτοια οικονομική υπερδύναμη, συγκεντρωμένη σε μια πολυπληθή οικογένεια.
Η Μότορ Όιλ στο χρηματιστήριο
To καλοκαίρι του 2001 η Μότορ Όιλ βάζει πλώρη για το χρηματιστήριο. Από τις νέες μετοχές που παραχωρήθηκαν στο κοινό, αντλήθηκαν 54,3 εκατ. ευρώ, με τη ζήτηση να υπερκαλύπτει κατά 33,5 φορές την προσφορά.
Παραχωρήθηκαν όμως και υφιστάμενες μετοχές της πετρελαϊκής Μότορ Όιλ, αξίας 130,4 εκατ. ευρώ. Με τις δύο πλευρές των βασικών μετόχων ( οικογένεια Βαρδινογιάννη και Αramco) που εισέπραξαν το αντίτιμο, να χαμηλώνουν τα ποσοστά συμμετοχής τους στο 41,9% έκαστος.
Στην ειδική εκδήλωση για την παρουσίαση της εισαγωγής της εταιρείας στο χρηματιστήριο, οι δημοσιογράφοι είχαν την σπάνια ευκαιρία να συνομιλήσουν δια ζώσης με τον Βαρδή Βαρδινογιάννη.
Όταν ολοκληρώθηκε η παρουσίαση κατέβηκε από το πάνελ των ομιλητών και άρχισε να τα λέει χαλαρός και στο όρθιο , σε ένα από τα ‘’πηγαδάκια’’ που είχαν στηθεί.
Καπνιστής τότε, άναψε τσιγάρο κι αμέσως πλάι του έτρεξαν δυό-τρείς, κρατώντας τασάκια στα χέρια τους. Εκείνος, μιλώντας χαμηλόφωνα και με διαπεραστικό βλέμμα, άρχισε να απαντά αβίαστα στις ερωτήσεις.
Κυρίως οικονομικού προσανατολισμού. Ρωτήθηκε όμως για το πώς με τέτοια άνεση στις απαντήσεις δεν βγαίνει πιο συχνά «προς τα έξω» ούτε ποτέ αποφάσισε να δώσει μια συνέντευξη. Χαμογέλασε και είπε κοφτά: ‘’Εμείς, δεν χρειάζεται να λέμε, αλλά να πράττουμε’’.
Η στρατηγική συμμαχία με την Aramco δεν έμελλε να πάει πολύ μακριά καθώς στα τέλη του 2005 ήρθε το ‘’βελούδινο’’ διαζύγιο. Ένα μετοχικό μερίδιο των Σαουδαράβων (16,4%) διατέθηκε άμεσα από τη Μότορ Όιλ, μέσω placement σε διεθνή χαρτοφυλάκια έναντι 318,77 εκατ. ευρώ και με τιμή ανά μετοχή στα 17,54 ευρώ.
Το υπόλοιπο 25,5% πέρασε στον έλεγχο της πλευράς Βαρδινογιάννη, με υπολογιζόμενο τίμημα στα επίπεδα του μισού δίς ευρώ. Αργότερα, μέλη της ευρύτερης οικογένειας έγιναν παραλήπτες μετοχικών ‘’πακέτων’’ τα οποία και διαχειρίστηκαν στη συνέχεια κατά το δοκούν.
Οι σχέσεις με τους πολιτικούς
Εκφραστής μιας εξαιρετικά σημαντικής, οικονομικής εξουσίας, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης απέφευγε την επίδειξη δύναμης. Έστω κι αν φρόντιζε να την ασκεί, όπου ο ίδιος έκρινε ότι το απαιτούσαν οι περιστάσεις. Έχοντας παράλληλα την άνεση να επικοινωνεί άμεσα με τους ισχυρούς του χρήματος και της πολιτικής εντός και εκτός συνόρων.
Υπήρξε στενός φίλος με τον διατελέσαντα Πρόεδρο της Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ , ενώ μακροχρόνιος σύνδεσμος υφίσταται και με την αμερικανική οικογένεια των Κένεντι.
Στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό οι σχέσεις με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη πέρασαν από διακυμάνσεις. Άλλοτε καλές και άλλοτε με τριβές, όπως είχε συμβεί το 1991 με την κόντρα που είχε με τον πρώην πρωθυπουργό, ο τότε υπουργός Τουρισμού Γιάννης Κεφαλογιάννης. Σύζυγος της αδελφής του Βαρδή, Ελένης Βαρδινογιάννη, η οποία είναι μητέρα της σημερινής βουλευτού της Ν.Δ Όλγας Κεφαλογιάννη.
Με κεντρώες πολιτικές καταβολές ο Βαρδής Βαρδινογιάννης είχε καλή επικοινωνία με τον ‘’εθνάρχη’’ Κωνσταντίνο Καραμανλή, όπως επίσης και με τον Γεώργιο Ράλλη.
Ομαλά κύλησαν επίσης τις περισσότερες φορές οι σχέσεις με το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Με τον Κώστα Σημίτη επικράτησε η ουδετερότητα, διανθισμένη με ορισμένες ζωηρές αντιθέσεις, ενώ και με τον Κώστα Καραμανλή κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, δεν υπήρξε κάποια ιδιαίτερη ‘’χημεία’’.
Απέναντι στον Αλέξη Τσίπρα τηρήθηκε μια… θεσμική επικοινωνία με στοιχεία αποστασιοποίησης. Σε ότι φορά τον Κυριάκο Μητσοτάκη και πάλι σε πρώτο πλάνο μπήκαν οι θεσμικές συντεταγμένες. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα οι σχέσεις του Ομίλου με τον Πρωθυπουργό χαρακτηρίζονται ώς ψυχροπολεμικές.
Οι σχέσεις με Κόκκαλη και Λάτση
Στο επιχειρηματικό πεδίο ο Βαρδής Βαρδινογιάννης στάθηκε επί σειρά ετών διακριτά απέναντι στον Σωκράτη Κόκκαλη, ενοχλημένος από την ‘’ επιθετικότητά του σε δουλειές του Δημοσίου’’. Όμως, ο πανδαμάτωρ χρόνος, ήρθε να εξομαλύνει βαθμιαία τις τριβές.
Ο ηγέτης της Ομίλου της Μότορ Όιλ , στάθηκε επίσης απέναντι και στον Σπύρο Λάτση, όταν τον Μάιο του 2003 ( επί κυβερνήσεως Σημίτη) τα κρατικά ΕΛΠΕ προχώρησαν σε συμφωνία απορρόφησης της Πετρόλα.
Τότε, σε μια από τις σπάνιες παρεμβάσεις του για τέτοιου είδους ζητήματα, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης είχε σπεύσει να αναφέρει: «Το θέμα είναι πολιτικό και όχι επιχειρηματικό. Οι εξαγγελίες της κυβέρνησης είναι για ιδιωτικοποιήσεις, αλλά καμιά φορά μας εκπλήσσει με κρατικοποιήσεις…». Συμπτωματικά την ημέρα της ανακοίνωσης της συμφωνίας ΕΛΠΕ-Πετρόλα, η Μότορ-Όιλ είχε τη γενική της συνέλευση.
Στο περιθώριό της, ο Βαρδής Βαρδινογιάννης ρωτήθηκε για τα αν και κατά πόσο θα μπορούσε να ενδιαφερθεί εκείνος για την εξαγορά της «Πετρόλα». Η απάντηση που έδωσε είχε και αιχμηρά χαρακτηριστικά: «Δεν μας ενδιαφέρει. Αφού δεν υπάρχει διυλιστήριο, αλλά μόνο αποθηκευτικός χώρος. Αποθηκευτικούς χώρους εμείς έχουμε’’… Υπονοώντας εμμέσως πλήν σαφώς, τις εγγενείς αδυναμίες που είχε η «Πετρόλα» για τον εκσυγχρονισμό του παλαιού διυλιστηρίου της στην Ελευσίνα. Διότι λόγω των προσφυγών στο Συμβούλιο της Επικρατείας, είχαν ακυρωθεί οι σχεδιασμοί για την αναβάθμιση της πετρελαϊκής μονάδας.
Σε αδρές γραμμές ο Χρήστος Πασαλάρης στο βιβλίο του «Οι βαρώνοι των media» σκιαγραφεί ως εξής τον Βαρδή Βαρδινογιάννη: Μετριοπαθής, ήρεμος και καταδεκτικός, που σε κοιτάζει διεισδυτικά κάτω από τα παχιά φρύδια του. Μιλάει χαμηλόφωνα και απλά, διαπραγματεύεται σκληρά, έχει σταθερά πρότυπα και δίνει τη μόνιμη συμβουλή στον καθένα που του αναθέτει κάποιο τομέα ευθύνης: «Η πρώτη σου δουλειά είναι να σκίσεις τη γάτα. Αν το κάνεις αυτό έχεις τη μισή επιτυχία…».
Διαβάστε επίσης:
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Η απόπειρα δολοφονίας του από την «17Ν»