Ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου Ανδρέας Ηλιάδης, μετά την επιβολή της ποινής του από το Κακουργιοδικείο και τη μεταφορά του στις Κεντρικές Φυλακές, εξέφρασε την επιθυμία να διαμείνει στο ίδιο κελί με τον επιχειρηματία Χρίστο Ορφανίδη, ο οποίος εκτίει ποινή φυλάκισης για ακάλυπτες επιταγές. Ο Χρ. Ορφανίδης που μέχρι τώρα ήταν μόνος στο κελί της πτέρυγας 2 δέχθηκε την «συγκατοίκηση» καθώς με τον Α. Ηλιάδη είναι παλιοί γνώριμοι. Προφανώς ένας τραπεζίτης και ένας επιχειρηματίας έχουν πολλά να συζητήσουν. Ο Χρ. Ορφανίδης αναμένεται να αποφυλακιστεί πριν από τον Α. Ηλιάδη, αλλά αυτό δεν είναι σίγουρο καθώς εκκρεμούν εναντίον του αρκετές υποθέσεις που βρίσκονται ενώπιον του δικαστηρίου.

Ο κ. Ηλιάδης θα είναι τρόφιμος των Κεντρικών Φυλακών για τα επόμενα 2,5 χρόνια (χωρίς να υπολογιστούν μειώσεις ποινής).

Υπενθυμίζεται ότι την περασμένη Παρασκευή το Κακουργιοδικείο ανακοίνωσε την ποινή του, όπως επίσης και την επιβολή προστίμου 120.000 ευρώ στην Τράπεζα Κύπρου, ως νομικής οντότητας. Ο Ανδρέας Ηλιάδης είχε κριθεί ένοχος στις 14 Δεκεμβρίου όπως επίσης και η τράπεζα, ενώ είχαν αθωωθεί οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι, Θεόδωρος Αριστοδήμου, Αντρέας Αρτέμης, Γιάννης Κυπρή και Γιάννης Πεχλιβανίδης. Ο Α. Ηλιάδης είχε κριθεί ένοχος στην κατηγορία της χειραγώγησης της αγοράς μέσω παραπλανητικών δηλώσεων για κεφαλαιουχικό έλλειμμα της τράπεζας στην ετήσια γενική συνέλευσή της στις 19 Ιουνίου 2012.

Ανδρέας Ηλιάδης

Τι έγραφε το mononews.gr στις 5 Ιανουαρίου

Από τα σαλόνια σε κελί των Κεντρικών Φυλακών οδηγείται ένας ακόμη επώνυμος στην Κύπρο, ο πρώην ισχυρός άντρας της Τράπεζας Κύπρου Ανδρέας Ηλιάδης ο οποίος καταδικάστηκε την Παρασκευή σε ποινή φυλάκισης 2,5 ετών από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο.

Σύμφωνα με την ιστοσελίδα ekirikas.com το Δικαστήριο επέβαλε επίσης πρόστιμο €120.000 στην Τράπεζα Κύπρου, στο πλαίσιο της ίδιας – της πρώτης – ποινικής υπόθεσης εναντίον της Τράπεζας Κύπρου και πρώην υψηλόβαθμων στελεχών της.

Η Τράπεζα Κύπρου ως νομική οντότητα και ο Ανδρέας Ηλιάδης, τότε διευθύνων σύμβουλος του συγκροτήματος, κρίθηκαν ένοχοι στις 14 Δεκεμβρίου 2017 για την κατηγορία της χειραγώγησης της αγοράς μέσω παραπλανητικών δηλώσεων για κεφαλαιουχικό έλλειμμα της τράπεζας στην ετήσια Γενική Συνέλευσή της στις 19 Ιουνίου 2012.

Αναλύοντας το σκεπτικό του Δικαστηρίου, η Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Λένα Δημητριάδου ανέφερε ότι αν ο κ. Ηλιάδης ήθελε να ενημερώσει τους μετόχους και το επενδυτικό κοινό μπορούσε πολύ απλά να εξηγήσει την πραγματική κατάσταση, να αναφέρει τις δυσκολίες που υπήρχαν και τους αστάθμητους παράγοντες. Κάτι παρόμοιο έπραξε, πρόσθεσε η Δικαστής, την επόμενη ημέρα το πρωί, γράφοντας επιστολή στο Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας.

Είναι προφανές πως δεν συμφωνούμε με καμία εισήγηση που έκανε ο δικηγόρος υπεράσπισης του κ. Ηλιάδη πως χωρίς ψύχραιμη σκέψη, «έφυγε του» η άστοχη απάντηση.

Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε το Δικαστήριο είναι ότι ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος του συγκροτήματος «δεν ήθελε εκείνη τη χρονική στιγμή να δώσει την αληθή εικόνα», αλλά ότι αντιθέτως ήθελε να καθησυχάσει τους πάντες.

Το Δικαστήριο αναφέρθηκε σε αγγλική νομολογία για την επιβολή ποινών σε παρόμοιες υποθέσεις και σημείωσε ότι από υψηλόβαθμα στελέχη τραπεζών και χρηματοοικονομικών οργανισμών «αναμένονται υψηλά επίπεδα ακεραιότητας, τήρηση υψηλών προτύπων αμεροληψίας και διαφάνειας και κυρίως εντιμότητας».

Οι μέτοχοι και οι επενδυτές, όπως αναφέρθηκε, είχαν το απόλυτο δικαίωμα να ενημερωθούν εντίμως για την κατάσταση πραγμάτων που επικρατούσε στην Τράπεζα.

Η σοβαρότητα του αδικήματος έγκειται ακριβώς στη στέρηση αυτού του δικαιώματος ελαφρά την καρδία, τόνισε το Δικαστήριο.

Το Δικαστήριο αρχικά στάθηκε στο αδίκημα της χειραγώγησης και στο γεγονός ότι αποτελεί εκτροπή της διαδικασίας διαμόρφωσης της τιμής των μετοχών, καθώς και στη σημασία που αποδίδεται στην ομαλή λειτουργία των αγορών ως προϋπόθεση για οικονομική ανάπτυξη και ευημερία.

Σημείωσε ότι αποδίδεται τεράστια σημασία, στη διασφάλιση της ακεραιότητας των αγορών χρηματοπιστωτικών μέσων και στη διατήρηση της εμπιστοσύνης του κοινού προς τις αγορές, καθώς και στη διασφάλιση συνθηκών πλήρους διαφάνειας.

«Ατυχές και λυπηρό», αποκάλεσε το Δικαστήριο το γεγονός, όπως ανέφερε η Πρόεδρος του ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης παρουσίασαν την υπόθεση, ως υπόθεση που αφορούσε την καταστροφή της κυπριακής οικονομίας και τους κατηγορούμενους ως υπαίτιους.

Υπενθυμίζεται ότι στις 14 Δεκεμβρίου 2017 το Κακουργιοδικείο έκρινε αθώους όλους τους κατηγορούμενους σε άλλες τέσσερις κατηγορίες. Κατηγορούμενοι στην υπόθεση ήταν επίσης τα πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της Τράπεζας Κύπρου, Θεόδωρος Αριστοδήμου, Αντρέας Αρτέμης, Γιάννης Κυπρή και Γιάννης Πεχλιβανίδης, οι οποίοι αθωώθηκαν από το δικαστήριο.