Θετικές… υπό προϋποθέσεις εμφανίζονται οι ξένες τράπεζες και οίκοι αξιολόγησης του εξωτερικού  για την Ελλάδα, με αφορμή την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη ως πρωθυπουργού της χώρας, ο οποίος αν και θα αντιμετωπίσει τη δύσκολη πραγματικότητα που άφησε η απερχόμενη κυβέρνηση, το πρόγραμμά του είναι πολλά υποσχόμενο. 
Όπως αναφέρουν ξένοι αναλυτές, το δυναμικό της ελληνικής οικονομίας είναι μεγάλο, αν αναλογιστεί μάλιστα κανείς και τη συρρίκνωση που βίωσε κατά τη δεκαετία της κρίσης, εντούτοις εάν η νέα κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι συνεπείς στα όσα έχει εξαγγείλει, γρήγορα το momentum θα αλλάξει.
Σε αυτό βέβαια θα πρέπει να βοηθήσουν και οι πιστωτές, οι οποίοι πρέπει να χαλαρώσουν τους στόχους, προκειμένου να δώσουν στη νέα ελληνική κυβέρνηση χρόνο να αποδώσουν οι πολιτικές της.

Citigroup: Η φορολογική ελάφρυνση των Ελλήνων θα εξαρτηθεί από την ικανότητα του Μητσοτάκη να εφαρμόσει δύσκολες μεταρρυθμίσεις

Η φορολογική ελάφρυνση των Ελλήνων θα εξαρτηθεί από την ικανότητα του Μητσοτάκη να εφαρμόσει δύσκολες μεταρρυθμίσεις, εκτιμά η Citigroup, η οποία σχολιάζει την ούτως ή άλλως αναμενόμενη εκλογική νίκη της Νεάς Δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές της Citigroup, η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας, με 158 έδρες, θα επιτρέψει στον ηγέτη της Κυριάκο Μητσοτάκη να γίνει πρωθυπουργός μιας κυβέρνησης πλειοψηφίας.
Αυτό επιβεβαιώνει ότι οι πολιτικοί κίνδυνοι έχουν μειωθεί σημαντικά στην Ελλάδα.
Το ποσοστό των ψήφων των εξτρεμιστικών κομμάτων έχει μειωθεί σημαντικά και υπάρχει σήμερα μια μεγάλη πλειοψηφία των κομμάτων στο κοινοβούλιο υπέρ μιας ομαλής σχέσης με τους διεθνείς πιστωτές της Αθήνας και κυρίως υπέρ της Ευρώπης.
Αυτή η εξέλιξη παραμένει ο πιο σημαντικός παράγοντας για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και την ανάκαμψη της χώρας, αναφέρει η Citigroup.
Μετά από τόσα χρόνια ύφεσης και φορολογίας η απλή προοπτική για την φιλοεπενδυτική αλλαγή της ΝΔ φυσικά μπορεί να απελευθερώσει δυνάμεις που να προωθήσουν την υψηλότερη ανάπτυξη.
Η δημοσιονομική πολιτική είναι ήδη λιγότερο περιοριστική, ακόμη και πριν από τη δέσμευση των φορολογικών περικοπών του Μητσοτάκη, με την Citigroup να επιβεβαιώνει την εκτίμησή της ότι οι προοπτικές για υψηλότερη ανάπτυξη ενδέχεται να επαρκούν για περαιτέρω αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας.
Μεσοπρόθεσμα, ωστόσο, παρά τα τρία προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, ο δρόμος προς την αειφόρο και ταχύτερη ανάπτυξη και τη σταθερή μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ εξακολουθεί να είναι ανησυχητική.
Η ικανότητα του Μητσοτάκη να εκπληρώσει τις φορολογικές του δεσμεύσεις εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη δική του προθυμία να αντιμετωπίσει άλλα πολιτικά δύσκολα εμπόδια – να βοηθήσει τις τράπεζες να εκκαθαρίσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, να επιταχύνει τις ιδιωτικοποιήσεις και να προχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις μικρής κλίμακας που θα διευκολύνουν τις επενδύσεις.
Ένας άλλος γύρος περικοπών των συντάξεων μπορεί επίσης να καταστεί απαραίτητος και να απελευθερώσει τελικά δημοσιονομικό χώρο, καταλήγει η Citigroup.

S&P: Η ΝΔ πρέπει να αντιμετωπίσει πρώτα τις δημοσιονομικές αποκλίσεις της προηγούμενης κυβέρνησης

Η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας θα μπορούσε να πιέσει για οικονομικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την οικονομική πολιτική της χώρας, σύμφωνα με την Standard & Poor’s Global Ratings, η οποία σχολιάζει το εκλογικό αποτέλεσμα της 7ης Ιουλίου 2018.

Ειδικότερα, σε έκτακτο Bulletin υπό τον τίτλο “New Greek Government Likely To Strengthen Economic Reform Momentum” (Η νέα ελληνική κυβέρνηση πιθανόν να ενισχύσει το μομέντουμ των οικονομικών μεταρρυθμίσεων), ο οίκος επισημαίνει ότι υπό την ηγεσία του κεντροδεξιού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, τα μέτρα της θα μπορούσαν να ενισχύσουν το δυναμικό οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας και να ανακουφίσουν τις σημαντικές κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις.
Ο οίκος όμως επισημαίνει ότι έχει ήδη καταγράψει αυτή την προσδοκία στις θετικές του προοπτικές για τις αξιολογήσεις της Ελλάδας, επομένως το αποτέλεσμα των πρόσφατων γενικών εκλογών δεν έχει άμεσο αντίκτυπο στην τρέχουσα πιστωτική της ανάλυση για την Ελλάδα (Β+ / Θετική / Β).
Στις 7 Ιουλίου 2019, η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις γενικές εκλογές και απέκτησε την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Η Νέα Δημοκρατία διεξήγαγε την εκστρατεία της με μια ατζέντα οικονομικής πολιτικής που περιελάμβανε σχέδια για μείωση της φορολογικής πίεσης στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, επιτάχυνση της προόδου όσον αφορά τα σχέδια ιδιωτικοποιήσεων, βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος με την εξάλειψη της υπερβολικής γραφειοκρατίας και ταχύτερη αναδιάρθρωση των ισολογισμών των τραπεζών σε σχέση με τα πολύ υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Βραχυπρόθεσμα, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει πιθανότατα να αντιμετωπίσει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των μέτρων δημοσιονομικής πολιτικής της προηγούμενης κυβέρνησης – που κάπως αποδυνάμωσαν τη δημοσιονομική θέση της χώρας – προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% του ΑΕΠ.
Επιπλέον, η εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2019 θα μπορούσε να παρεμποδιστεί από εκκρεμούσες δικαστικές αποφάσεις σχετικά με προηγούμενες κυβερνητικές αποφάσεις για τους μισθούς του δημόσιου τομέα, καθώς και με τις μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού συστήματος του 2012, του 2015 και του 2016.
Αυτό, κατά την άποψη του οίκου, θα μπορούσε να περιπλέξει τη συμμόρφωση με τον στόχο πρωτογενούς αποτελέσματος του 2019.
Καταλήγοντας, ο οίκος αναφέρει ότι η νέα κυβέρνηση αναμένεται να διατηρήσει καλές σχέσεις με τους επίσημους πιστωτές, αν και παραμένει να δούμε αν μπορεί να επαναδιαπραγματευτεί την απαίτηση για το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για το 2019-2022, όπως προτάθηκε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.

JP Morgan: Εάν ο Μητσοτάκης υλοποιεί τις μεταρρυθμίσεις οι πιστωτές θα χαλαρώσουν τους δημοσιονομικούς στόχους

Οι ελληνικές εκλογές δεν είχαν κάποια έκπληξη και επιβεβαίωσαν τις ενδείξεις των τελευταίων δημοσκοπήσεων, σχολιάζει η JP Morgan για την Ελλάδα, τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι μετά το τέλος των προγραμμάτων διάσωσης τον Αύγουστο του 2018 αποκρυσταλλώθηκε η μεγάλη μετατόπιση από τον ΣΥΡΙΖΑ στη Νέα Δημοκρατία.

Η κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές με σχεδόν το 40% της λαϊκής ψήφου και απέκτησε την απόλυτη πλειοψηφία με 158 έδρες.
Μετά και τις τελευταίες εξελίξεις, η JP Morgan διατηρεί τη μακροχρόνια άποψή της ότι μια κυβέρνηση της ΝΔ έχει τη δυνατότητα, δεδομένης της φιλικότερης ατζέντας προς τις επιχειρήσεις, να παράσχει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και την τόνωση της εμπιστοσύνης σε μια οικονομία που έχει σημαντικό χώρο να αναπτυχθεί σε σταθερή βάση (με ρυθμό άνω του 3%) για αρκετά χρόνια.
Κατά τη διάρκεια της εκλογικής εκστρατείας, ο ηγέτης της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης επικεντρώθηκε στις φορολογικές μεταρρυθμίσεις, με στόχο τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης παραγωγικών παραγόντων (εργασία και κεφάλαιο), μείωση της γραφειοκρατίας, βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δικαστικής εξουσίας και προσέλκυση ξένου κεφαλαίου.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα το πρώτο σημαντικό εμπόδιο για την κυβέρνηση θα είναι να εκπονήσει μια δημοσιονομική στρατηγική που να αντιμετωπίζει την απώλεια των δημοσιονομικών στόχων λόγω της πολιτικής παροχών που ακολούθησε η απερχόμενη κυβέρνηση Τσίπρα σε μια προσπάθεια να αποκαταστήσει το χαμένο έδαφος στις δημοσκοπήσεις.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, το πρωτογενές πλεόνασμα ενδεχομένως να είναι στην περιοχή του 2,5%-3% το 2019, ενώ ο στόχος είναι στο 3,5% έως το 2022.
Ωστόσο, η JP Morgan εκτιμα ότι η νέα κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να πετύχει μια καλύτερη συμφωνία με τη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε κάπως λιγότερο φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους, ειδικά εάν
οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις υλοποιούνται, επιτυγχάνοντας ενίσχυση της ανάπτυξης.
Όπως εκτιμά η JPMorgan, το βελτιωμένο δημοσιονομικό περιβάλλον σε συνδυασμό με τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα μπορεί να επιτρέψει στη διαμόρφωση μιας μεσοπρόθεσμης στρατηγικής που δίνει έμφαση στην ανάπτυξη πέρα ​​από τη δημοσιονομική πειθαρχία.
Σημειώνεται εδώ ότι η επιβάρυνση εξυπηρέτησης του χρέους κατά τα επόμενα 5-10 χρόνια είναι πολύ χαμηλή, με τις εκτιμήσεις να μην είναι τόσο επιβαρυντικές σε σχέση με τα υπερμεγέθη στοιχεία του δείκτη δημόσιου χρέους, ο οποίος είναι σχεδόν στο 175% του ΑΕΠ.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι ανάγκες χρηματοδότησης της Ελλάδας είναι μόνο στο 8% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο για χρονικό ορίζοντα 10 ετών, σε αντίθεση με εκείνες της Ιταλίας και της Ισπανίας που είναι περίπου 23% και 16% αντίστοιχα.

Wood: Οι 5 άμεσες ενέργειες που αναμένουμε από τον Μητσοτάκη

Η νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις γενικές εκλογές της Ελλάδας, επιβεβαιώνει τα top picks στην ελληνική κεφαλαιαγορά από τη Wood.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τη σημερινή (8 Ιουλίου 2019) 5σέλιδη ανάλυσή της υπό τον τίτλο “Greek elections: comfortable majority for New Democracy” (ελληνικές εκλογές: άνετη αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας) που σας παρουσιάζει το bankingnews.gr, η Wood επιβεβαιώνει ότι διατηρεί στις κορυφαίες επιλογές της την Eurobank, λόγω του χαμηλού δείκτη ΝΡΕ και την παραγωγή ROE, ενώ παράλληλα προτιμά τον ΟΠΑΠ (υψηλή απόδοση μερισμάτων, ισχυρή ταμειακή ροή, ισχυρή ομάδα διαχείρισης) και την Jumbo (ιστορία ανάπτυξης σε χαμηλά επίπεδα και ισολογισμός υποεπιχειρήσεων).
Αν και το εκλογικό προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας ήταν ελαφρώς χαμηλότερο από ό, τι πρότειναν οι δημοσκοπήσεις (8,4%), με το ΣΥΡΙΖΑ να κερδίζει έδαφος, η νίκη εξακολουθεί να είναι πολύ πειστική, επιτρέποντας στον Μητσοτάκη σαφή τετραετή θητεία.

Τώρα, αναμένεται το νέο υπουργικό συμβούλιο, αργότερα μέσα στην ημέρα, με τον Χρήστο Σταϊκούρα, σημερινό συντονιστή των οικονομικών υποθέσεων, να είναι πιθανόν ο νέος Υπουργός Οικονομικών.
Ο Κ. Χατζηδάκης (ο σημερινός αντιπρόεδρος του κόμματος) είναι πιθανό να αναλάβει τη θέση του Υπουργού Ενέργειας.
Κατά την άποψη της Wood, τα βασικά ζητήματα βραχυπρόθεσμα, από την πλευρά της αγοράς, είναι:
1) αναβίωση των κυβερνητικών σχεδίων για την αντιμετώπιση των NPLs (APS και σχέδιο κεντρικής τράπεζας)
2) επανεκκίνηση βασικών ιδιωτικοποιήσεων και μεγάλων επενδυτικών σχεδίων (όπως το παλιό αεροδρόμιο της Αθήνας)
3) επίλυση του θέματος της ΔΕΗ
4) αποσαφήνιση της φορολογικής πολιτικής, και
5) αποφάσεις για το διορισμό ανώτατων κυβερνητικών υπαλλήλων.

Berenberg Bank: Win – win εάν η Ευρώπη δώσει χρόνο στον Μητσοτάκη μέχρι να εφαρμόσει τις πολιτικές του

Ως θετικό κρίνει το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών στην Ελλάδα, η Berenberg Bank, καθώς θεωρεί ότι το Κόμμα της Νέας Δημοκρατίας δεν θα χρειαστεί κάποια συμμαχία για να κυβερνήσει.

Επίσης, η νέα κυβέρνηση είναι υπέρ των μεταρρυθμίσεων, αυξάνοντας τις προσδοκίες ότι η Ελλάδα θα μπορούσε τελικά να αναδυθεί πιο δυναμικά από την βαθιά κρίση της.
Για τρεις λόγους, το αποτέλεσμα των εκλογών είναι καλό για την Ελλάδα, σύμφωνα με την Berenberg Bank:
1. Σε μια αξιοσημείωτη εκδήλωση πολιτικής ωριμότητας, οι Έλληνες ψηφοφόροι έχουν απορρίψει λαϊκιστικές και άλλες ριζοσπαστικές συνταγές.
Τέσσερα χρόνια μετά την ανάδειξη των αριστερών και των δεξιών στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015, οι Έλληνες υποστήριξαν με συντριπτική πλειοψηφία τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα.
Τα δύο μεγάλα άκρως αριστερά κόμματα, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 κέρδισαν λιγότερο από 9% μαζί.
Η ακροδεξιά Χρυσή Αυγή δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει το 3% που απαιτείται για να φτάσει στο κοινοβούλιο, εν μέρει επειδή έχασε αρκετές ψήφους από τη φιλο-ρωσική δεξιά Ελληνική Λύση.
2. Ο νέος πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένας αποφασιστικός εκσυγχρονιστής, ο οποίος έχει δείξει τους στόχους του κατά τη θητεία του ως υπουργός διοικητικής μεταρρύθμισης στην προηγούμενη συντηρητική κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά το 2013 και το 2014.
Η Berenberg Bank αναμένει από αυτόν να υλοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις που η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερο, να μειώσει τους φόρους για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά καθώς και να εφαρμόσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
3. Το αποτέλεσμα των εκλογών θα επιτρέψει στον Μητσοτάκη να ξεκαθαρίσει ένα βασικό εμπόδιο στις αρχές του επόμενου έτους.
Τον Φεβρουάριο του 2020, θα χρειαστεί 180 ψήφους στο κοινοβούλιο (60% πλειοψηφία) για να επιβεβαιώσει τον πρόεδρο της Ελλάδας για δεύτερη πενταετή θητεία ή να εκλέξει διάδοχο.
Εάν δεν το πράξει, θα οδηγηθεί η χώρα σε νέες εκλογές, όπως συνέβη και με τον Σαμαρά στα τέλη του 2014, ανοίγοντας το δρόμο για την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015.
Ο Μητσοτάκης πιθανότατα να συγκεντρώσει τις 180 ψήφους που απαιτούνται στον τρίτο γύρο ψηφοφορίας για τον πρόεδρο, ώστε να αποφευχθούν επαναληπτικές εκλογές στις αρχές του 2020.

Μια πρόκληση για τους πιστωτές

Το πρόγραμμα μεταρρύθμισης του Μητσοτάκη είναι φιλόδοξο με αρκετές προκλήσεις.
Ωστόσο, αποτελεί πρόκληση για τους επίσημους πιστωτές της Ελλάδας.

Μετά τα προεκλογικά δώρα της κυβέρνησης Τσίπρα, η Ελλάδα θα αγωνιστεί ούτως ή άλλως για να φτάσει το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα τους 3,5% όπως απαιτούν οι πιστωτές της.
Οι φορολογικές περικοπές που προβλέπει ο Μητσοτάκης για τον Ιανουάριο του 2020 θα μειώσουν αρχικά το πρωτογενές πλεόνασμα πριν από την αύξηση των επενδύσεων και την αύξηση της απασχόλησης.
Επίσης, αργό θα είναι και το όφελος της σταδιακής αναμόρφωσης του δημόσιου τομέα.
Οι αγορές ενδέχεται να ανταποκριθούν θετικά στον Μητσοτάκη, αλλά οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης θα πρέπει να παράσχουν στην Ελλάδα ένα βραχυπρόθεσμο δημοσιονομικό περιθώριο υπό τον όρο ότι ο Μητσοτάκης θα προσφέρει πράγματι τις υποσχεμένες μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση του δυναμικού της χώρας.
Για την Ελλάδα και την ευρωζώνη στο σύνολό της, αυτό θα ήταν μια συμφωνία win-win, καταλήγει η Berenberg Bank.

Capital Economics: Νέα κυβέρνηση Μητσοτάκη στην Ελλάδα, ίδια προβλήματα – Σκληρή στάση από την ΕΕ, αργεί η λύση για το ελληνικό χρέος

Η κυβέρνηση άλλαξε στην Ελλάδα, ωστόσο τα προβλήματα παραμένουν, σημειώνει η Capital Economics σε ανάλυσή της στον απόηχο της εκλογικής αναμέτρησης της 7ης Ιουλίου 2019.

«Η ξεκάθαρη νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις βουλευτικές εκλογές της Ελλάδας θα χαιρετιστεί από τους επενδυτές.
Αλλά δεν πρόκειται να αλλάξει το παιχνίδι για την οικονομία, κυρίως επειδή η κυβέρνηση θα εξακολουθεί να περιορίζεται από τη συμμετοχή του στο ενιαίο νόμισμα και από τη συμφωνία εποπτείας από την ΕΕ», σημειώνουν οι αναλυτές.

Τι σημαίνει η αυτοδυναμία της ΝΔ 

Ενώ η νίκη για τη Νέα Δημοκρατία ήταν αναμενόμενη, τα καλά νέα είναι ότι εξασφάλισε μια απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο (Βλ. Διάγραμμα 1.)
Αυτό θα επιτρέψει στον ηγέτη του κόμματος και στον μελλοντικό πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκης να επιδιώξει την υλοποίηση της μετριοπαθούς ατζέντας, η οποία είναι υπέρ της αγοράς, χωρίς να σχηματίσει κυβερνητικό συνασπισμό. Σημαίνει επίσης τη χώρα θα αποφύγει μια νέα σειρά εκλογών τους προσεχείς μήνες, εξηγεί η Capital Economics.

Οι προκλήσεις για την κυβέρνηση Μητσοτάκη

Ωστόσο, η νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια σειρά προκλήσεων.

Πρώτον, δεν ελέγχει τη μακροοικονομική πολιτική.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, σημαίνει φυσικά ότι δεν μπορεί να εφαρμόσει ανεξάρτητη νομισματική πολιτική.
Και παρά το γεγονός ότι η Ελλα΄δα βγήκε από το τρίτο πρόγραμνμα στήριξης στα μέσα του 2018, υπόκειται σε αυξημένη εποπτεία.
Για παράδειγμα, τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους θα εφαρμοστούν μόνο εφόσον παραμείνει προσηλωμένη στη σφικτή δημοσιονομική πολιτική, υπογραμμίζει η Capital Economics.
Όπως τονίζουν οι αναλυτές, είναι γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης έχει ήδη δεσμευτεί για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για το 2020.
Η κυβέρνηση Τσίπρα πέτυχε ακόμη υψηλότερο πλεόνασμα, κυρίως επειδή απέτυχαν τα σχέδια των δημοσίων επενδύσεων.
Ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ ανακοίνωσε προεκλογικά μέτρα, το κόστος των οποίων ξεπερνά το 1% του ΑΕΠ, την ώρα που και οι προεκλογικές δεσμεύσεις της ΝΔ κοστίζουν 1,5-2% του ΑΕΠ.
Η ΕΕ ενδεχομένως να κάνει τα στραβά μάτια σε πιθανές δημοσιονομικές αποκλίσεις το 2019,ωστόσο το πιθανότερο είναι ότι το 2020 θα επανέλθει στη σκληρή της στάση.
Δεύτερον, ο κυβέρνηση Μητσοτάκη πρέπει να προχωρήσει σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων, από τη συλλογή των φόρων έως τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs).
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δεσμευτεί ότι θα κάνει ότι είναι δυνατό για να επιστρέψει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα σε ορίζοντα 18 μηνών, ωστόσο οι προηγούμενες κυβερνήσεις αντιμετώπισαν σοβαρές δυσκολίες στους παραπάνω τομείς.
Τρίτον, η Ελλάδα είναι αντιμέτωπη με το τεράστιο δημόσιο χρέος, το οποίο παραμένει μακράν το υψηλότερο στην Ε.Ε., στο 183% του ΑΕΠ (βλ. διάγραμμα 2).
Τέλος, η οικονομική μοίρα της Ελλάδας παραμένει σε μεγάλο βαθμό στα χέρια της Ε.Ε.
Ο ορισμός των νέων προέδρων σε Κομισιόν και ΕΚΤ, ενδεχομένως να ανοίξει τον δρόμο για πιο σημαντική ελάφρυνση του χρέους.
Η Christine Lagarde γνωρίζει ότι το ΔΝΤ θεωρεί μη βιώσιμο το ελληνικό χρέος.
Ωστόσο, η όποια πρόταση για διαγραφή χρέους θα συναντήσει την αντίσταση της Γερμανίας και θα αυξήσει την ανησυχία για τη προηγούμενο στην Ιταλία.
Για τους παραπάνω λόγους η Capital Economics δεν ευελπιστεί ότι θα έρθει σύντομα μια βιώσιμη λύση για το ελληνικό χρέος.

Bank of America Merrill Lynch: Ανοδική η δυναμική της ελληνικής οικονομίας

Ανοδική δυναμική στην ελληνική κεφαλαιαγορά βλέπουν οι αναλυτές της Bank of America Merrill Lynch από την πολιτική σταθερότητα και τις μεταρρυθμίσεις – αλλά με προκλήσεις.
Αυτές περιλαμβάνουν τη διασφάλιση δημοσιονομικών στόχων, την αποκατάσταση της υγείας των τραπεζών και την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Η συνεχής βελτίωση της οικονομικής ισχύος των τραπεζών είναι ζωτικής σημασίας, καθώς τα χρηματοοικονομικά αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα τέταρτο του δείκτη αναφοράς του ΧΑ.

Bienville Capital: Νέα εποχή ανοίγει για την Ελλάδα

«Οι εκλογές θα οδηγήσουν σε μια νέα εποχή για την Ελλάδα και μετά από μια δεκαετία αγωνίας ο Μητσοτάκης θα οδηγήσει τη χώρα προς την πλήρη οικονομική εξομάλυνση».
Αυτό αναφέρει και ο Cullen Thompson, επικεφαλής επενδυτικής εταιρείας Bienville Capital, τονίζοντας ότι οι αγορές έχουν αρχίσει να αισθάνονται την αλλαγή αλλά «υποτιμούν πολύ» τον πλήρη αντίκτυπο, καθώς ο κύκλος γίνεται πιο ενάρετος.
Παρά τα έντονα κέρδη του τρέχοντος έτους, οι ελληνικές μετοχές έχουν ακόμη πολύ δρόμο για να φτάσουν στην κορυφή του 2014.

ING: Εύκολη νίκη της ΝΔ – Από το 2020 η μείωση των φόρων, χωρίς αλλαγές η οικονομική πολιτική το 2019

«Εύκολη νίκη» για τη ΝΔ χαρακτηρίζει η ING το αποτέλεσμα των εκλογών της 7ης Ιουλίου.
Ωστόσο, οι αναλυτές τονίζουν ότι σύντομα ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα έρθει αντιμέτωπος με τη δημοσιονομική επίπτωση των τελευταίων μέτρων της κυβέρνησης Τσίπρα, που πιθανώς θα θέσουν σε κίνδυνο τον δημοσιονομικό στόχο του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019.
«Πιστεύουμε ότι ο Μητσοτάκης δεν θα προσπαθήσει να προωθήσει αλλαγές το 2019, αλλά θα επικεντρωθεί στο σχέδιο προϋπολογισμού για το 2020, που θα συνταχθεί εγκαίρως για τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης που θα πραγματοποιηθεί μεταξύ 7 και 15 Σεπτεμβρίου» επισημαίνουν οι αναλυτές.
Σύμφωνα με την ING, καθώς και η ιταλική κυβέρνηση ακολουθεί σήμερα την γραμμή της μείωσης των φόρων και της ενίσχυσης των επενδύσεων, η συνάντηση του Eurogroup στις 13 Σεπτεμβρίου θα μπορούσε να προσφέρει μια ενδιαφέρουσα άποψη για την αντίδραση της Ευρώπης στην πρώτη πραγματική αλλαγή στην κατεύθυνση της ευρωπαϊκής διακυβέρνησης μετά τις εκλογές του Μαΐου.