Πολύ δρόμο, όπως όλα δείχνουν, έχουν να διανύσουν οι ελληνικές εταιρείες για να πείσουν τους καταναλωτές να βάλουν περισσότερα ελληνικά προϊόντα στο καλάθι τους.

Παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει από κινήσεις πολιτών και φορέων καθ’ όλη τη διάρκεια των προηγούμενων χρόνων, όταν ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση και επανήλθε η ανάγκη για έναν νέο «οικονομικό πατριωτισμό», η πλειονότητα των προϊόντων που συνθέτουν το καθημερινό τραπέζι είτε εισάγονται από το εξωτερικό είτε παράγονται στην Ελλάδα από πολυεθνικούς ομίλους.

Ούτε η πανδημία του κορονοϊού δεν στάθηκε ικανή να ανατρέψει την κατάσταση αυτή και να στρέψει περισσότερα νοικοκυριά στην επιλογή αμιγώς ελληνικών προϊόντων. «Μπορεί στις έρευνες να εκφράζεται η βούληση των καταναλωτών να στηρίξουν Έλληνες παραγωγούς, ωστόσο αυτό δεν αποτυπώνεται στην πράξη», υπογραμμίζουν στελέχη της ελληνικής βιομηχανίας τροφίμων. Να σημειωθεί πως πρόσφατη έρευνα του ΙΕΛΚΑ έδειξε ότι οι καταναλωτές στρέφονται περισσότερο σε προϊόντα ελληνικής προέλευσης σε ποσοστό 60% ενώ σε ποσοστό 48% ελέγχουν περισσότερο την προέλευση των τροφίμων.

«Ο καταναλωτής θέλει να στηρίξει τους Έλληνες παραγωγούς αλλά δεν το κάνει», σημειώνει ο επικεφαλής της ΕΨΑ, Μιχάλης Τσαούτος, ο οποίος επισημαίνει πως υπάρχει μια μεγάλη μερίδα καταναλωτών που δεν γνωρίζει ποια προϊόντα είναι ελληνικά. «Πολλοί», σημειώνει, «θεωρούν λανθασμένα πως κάποια παραδοσιακά σήματα παραμένουν ελληνικά, ενώ έχουν περάσει εδώ και χρόνια στον έλεγχο πολυεθνικών».

Για μείζονος σημασίας ζήτημα που συνδέεται άμεσα με την επιβίωση της ελληνικής οικονομίας κάνει λόγο ο ιδιοκτήτης της Παπαδημητρίου ΑΒΕΤ, Kώστας Παπαδημητρίου ενώ ο πρόεδρος της πρωτοβουλίας ΕΛΛΑ- ΔΙΚΑ ΜΑΣ, Άγις Πιστιόλας, υπογραμμίζει πως οι αμιγώς ελληνικές επιχειρήσεις, αυτές δηλαδή που την έδρα, την παραγωγή και την ιδιοκτησία στην Ελλάδα επανεπενδύουν διαρκώς τα κέρδη τους και εισφέρουν πολύτιμο συνάλλαγμα στα ταμεία του Κράτους, μέσα από την εξαγωγική δραστηριότητά τους. Κάτι που δεν συμβαίνει με τις πολυεθνικές που έχουν απλά εργοστάσια στην χώρα μας.

Κλειδί για να πεισθούν οι καταναλωτές να εμπιστευθούν περισσότερο τους Έλληνες παραγωγούς θεωρείται η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων που παράγουν. «Πρέπει εκτός από την φιλοπατρία ή την ηθική υποχρέωση, οι καταναλωτές να επιλέξουν τα προϊόντα επειδή είναι καλύτερα και από πλευράς ποιότητας και από πλευράς τιμής», υπογραμμίζει ο κ. Παπαδημητρίου. «Πρέπει να προσπαθήσουμε να κάνουμε τα προϊόντα μας τόσο θελκτικά, όσο τα ιταλικά, τα γαλλικά…», σπεύδει να προσθέσει. Ένα άλλο κομβικό σημείο, σύμφωνα με τον κ. Τσαούτο είναι η ενημέρωση του αγοραστικού κοινού. Μια ευθύνη που φέρουν οι ελληνικές βιομηχανίες.

Προς αυτή την κατεύθυνση, κάποιες εταιρείες στη διάρκεια της καραντίνας κατά την παράδοση των προϊόντων τους παρέδιδαν και ένα γραπτό μήνυμα για την σημασία υποστήριξης των ελληνικών προϊόντων (φωτό.)