ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Περιεχόμενα
Η δικαστική διαμάχη του ομίλου Μαντωνανάκη με τις τράπεζες καλά κρατεί, όμως η πλευρά του μεγαλοξενοδόχου εμφανίζεται με έντονη την πεποίθηση ότι δεν θα χάσει τα ξενοδοχεία, στηριζόμενη στις απαιτήσεις που έχει έναντι της ΕΤΑΔ.
Η ιστορία με το Grand Resort Lagonissi μετρά πάνω από δύο δεκαετίες και η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που δικαιώνει τον όμιλο Μαντωνανάκη έχει ανατρέψει τις ισορροπίες, επηρεάζοντας τις εξελίξεις στο μέτωπο της Ελούντας.
Μπορεί ο πλειστηριασμός για τα πολυτελή ξενοδοχεία Elounda Beach Hotel & Villas και Elounda Bay Palace στην Ελούντα της Κρήτης με επισπεύδουσα την Eurobank να ακυρώθηκε πριν λίγες ημέρες, όμως έπεται συνέχεια. Καθώς ο όμιλος Μαντωνάνακη, μετά την ανακοπή που άσκησε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, πέτυχε την αύξηση της τιμής πρώτης προσφοράς, από τα 181,6 εκατομμύρια ευρώ στα 300 εκατομμύρια, θα ξεκινήσει νέος πλειστηριασμός στις 15 Μαΐου.
Πρόκειται για μια άκρως ενδιαφέρουσα ιστορία σε συνέχειες, με τον όμιλο Μαντωνανάκη να προβαίνει σε αλλεπάλληλες νομικές κινήσεις, με στόχο να εμποδίσει τις τράπεζες να εκπλειστηριάσουν τα δύο ξενοδοχεία του στην Κρήτη για οφειλές άνω των 500 εκατομμυρίων ευρώ από ομολογιακό δάνειο που είχε συναφθεί το 2007.
Είναι πασιφανές ότι ο όμιλος του ξενοδόχου προσπαθεί να καθυστερήσει όσο το δυνατόν περισσότερο την εκτέλεση κατά των περιουσιακών του στοιχείων στην Κρήτη, θεωρώντας ότι κρύβει κάποιον άσσο στο μανίκι του. Αυτός ο άσσος είναι η απόφαση του ΣτΕ που πρακτικά τον δικαιώνει για τις απαιτήσεις που έχει έναντι της ΕΤΑΔ για το Grand Resort Lagonissi, απαιτήσεις που ουσιαστικά μπορούν να τον «ξελασπώσουν» οριστικά.
Η ιστορία του Grand Resort Lagonissi που ξεκινά το 1993
Η σχέση του ομίλου Μαντωνανάκη με το Ελληνικό Δημόσιο για τις εκτάσεις στο Λαγονήσι ξεκινάει περισσότερο από 30 χρόνια πριν, όταν με το ν. 2160/1993 χωροθετήθηκε η περιοχή του Λαγονησίου και προκηρύχθηκε διεθνής διαγωνισμός για την τουριστική αξιοποίησή του. Πλειοδότης του εν λόγω διαγωνισμού ήταν η «ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΗΛΙΟΣ Α.Ε.» του ομίλου Μαντωνανάκη.
Με τη μισθωτική σύμβαση που συνάφθηκε, η εταιρεία αναλάμβανε την υποχρέωση να πραγματοποιήσει επενδύσεις στο μίσθιο, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα τουριστικό συγκρότημα «μικτού τύπου», το οποίο θα περιελάμβανε πέρα από πολυτελείς ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις και τουριστικές κατοικίες/επαύλεις, συνεδριακό κέντρο, χώρους εστίασης και αναψυχής, ξενοδοχειακό λιμένα και αθλητικές εγκαταστάσεις.
Το 2003 συνάφθηκε τροποποιητική σύμβαση μεταξύ της μισθώτριας εταιρείας και της ΕΤΑ (Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα), η οποία διαδέχθηκε τον ΕΟΤ, λόγω καθυστερήσεων που προέκυψαν στην υλοποίηση της επένδυσης. Οι καθυστερήσεις αυτές προέκυψαν κατά κύριο λόγο εξαιτίας των περίπλοκων εκκρεμοτήτων στην έκταση, με δεδομένο ότι ορισμένα σημεία είχαν καθοριστεί ως δασικά, ενώ παράλληλα δεν είχε επιτευχθεί και ο καθορισμός της οριογραμμής του χειμέριου κύματος, έτσι ώστε να καθοριστεί κατ’ επέκταση και ο αιγιαλός. Στην τροποποιητική αυτή σύμβαση, η μισθώτρια εταιρεία ανέλαβε να εκτελέσει επενδυτικό σχέδιο άνω των 100 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο αποτελούσε βελτίωση του αρχικού συμβατικού επενδυτικού προγράμματος. Επιπλέον, η ΕΤΑ ανέλαβε την υποχρέωση να της παραχωρήσει επιπλέον ακάλυπτη εδαφική έκταση συνολικής επιφάνειας 85 στρεμμάτων.
Ωστόσο, τα προβλήματα και οι καθυστερήσεις συνεχίστηκαν, καθώς πολλά κτίσματα στην επίμαχη έκταση δεν είχαν τις απαραίτητες οικοδομικές άδειες ήδη από την εποχή ΕΟΤ, ενώ επιπλέον η μισθώτρια εταιρεία είχε κατηγορηθεί και για παραβάσεις διαπιστωθείσες από την Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος. Το επίκεντρο, όμως, των δυστοκιών αποτελούσε η έγκριση της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που ήταν απαραίτητη για την εφαρμογή του επενδυτικού σχεδίου λόγω της αναδιάταξης του χώρου, της πρόθεσης για κατασκευή κέντρου θαλασσοθεραπείας και της αύξησης της δυναμικότητας των ξενοδοχειακών και συνεδριακών εγκαταστάσεων.
Η νέα απαιτούμενη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων κατατέθηκε από τη μισθώτρια εταιρεία τον Σεπτέμβριο του 2003 στη Διεύθυνση Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. για την ανακαίνιση των υφιστάμενων κτισμάτων, την κατασκευή νέων και τη λειτουργία του συνόλου των χερσαίων εγκαταστάσεων της επίμαχης τουριστικής εγκατάστασης. Μετά από την υποβολή ορισμένων συμπληρωματικών εγγράφων, ο φάκελος κατέστη εντέλει πλήρης προς αξιολόγηση τον Οκτώβριο του 2004.
Ωστόσο, η έγκριση της μελέτης άργησε σχεδόν τρία ολόκληρα χρόνια, αφού η Κοινή Υπουργική Απόφαση εκδόθηκε τον Αύγουστο του 2007, έπειτα από δικαιολογημένες καθυστερήσεις αλλά και ορισμένες παλινωδίες, όπως ότι μετά από ανασχηματισμό ο παλαιός Υπουργός ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. δεν είχε εξουσιοδοτήσει τον νέο προς υπογραφή…
Μάλιστα, ακριβώς λόγω της μεγάλης αργοπορίας, είχε μεσολαβήσει και η διαιτητική απόφαση 4/2006, με την οποία γινόταν δεκτό ότι υπάρχει καθυστέρηση στην έκδοση πράξης περί έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων και, για το λόγο αυτό, υποχρεωνόταν η ΕΤΑ να ζητήσει από την αρμόδια υπηρεσία του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. την επίσπευση έκδοσής της.
Η δικαστική διαμάχη και η απόφαση του ΣτΕ
Κατόπιν όλων των παραπάνω, η εταιρεία του ομίλου Μαντωνανάκη προχώρησε σε αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου, με την οποία ζητούσε να αναγνωριστεί η υποχρέωσή του να της καταβάλει νομιμοτόκως ποσό άνω των 100 εκατομμυρίων ευρώ ως αποζημίωση. Ο προβαλλόμενος ισχυρισμός ήταν ότι η καθυστέρηση της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων συνιστά παράλειψη νόμιμης οφειλόμενης ενέργειας των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου, διότι έλαβε χώρα μετά την πάροδο της ειδικής δίμηνης αποκλειστικής προθεσμίας του άρθρου 6 του ν. 2160/1993 και, πάντως, καθ’ υπέρβαση του εύλογου χρόνου, παρά το γεγονός ότι οι εγκρίσεις όλων των συναρμόδιων υπηρεσιών και του ΕΟΤ είχαν χορηγηθεί από το 2005.
Σύμφωνα με την αγωγή, λόγω των αναφερόμενων καθυστερήσεων δεν κατέστη δυνατή η έκδοση των οικοδομικών αδειών από το Πολεοδομικό Γραφείο Μαρκοπούλου για την κατασκευή των νέων πολυτελών ξενοδοχείων «Sunset» και «Porto Rotondo», καθώς και των 37 νέων τουριστικών κατοικιών – επαύλεων, που εντάσσονταν στο αναθεωρημένο επενδυτικό πρόγραμμα και επομένως η μισθώτρια εταιρεία υπέστη σημαντική περιουσιακή ζημία και ηθική βλάβη.
Με την υπ. αριθμόν 16592/2013 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών απορρίφθηκε η εν λόγω αγωγή και στη συνέχεια απορρίφθηκε με την υπ. αριθμόν 1561/2018 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών και η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης. Στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όμως, όπου ασκήθηκε αναίρεση κατά της εφετειακής απόφασης, τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά.
Συγκεκριμένα, το ΣτΕ με την υπ. αριθμόν 2221/2022 απόφασή του αναίρεσε την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, αποδεχόμενο ότι η καθυστέρηση από την πλευρά του Ελληνικού Δημοσίου συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας:
«Η αναιρεσείουσα – φορέας διαχείρισης είχε υποβάλει στις 26.10.2004 πλήρη φάκελο για την απόκτηση της απόφασης έγκρισης της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και η αρμόδια υπηρεσία του Ε.Ο.Τ. είχε προωθήσει στην οικεία πολεοδομική υπηρεσία τον Απρίλιο του έτους 2005 το σχέδιο Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων, η πολεοδομική αυτή υπηρεσία είχε υποχρέωση να εκδώσει την απαιτούμενη κατά νόμον απόφαση για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων μέσα στη δίμηνη αποκλειστική προθεσμία της διάταξης του στοιχείου δ της παρ. 18 του άρθρου 6 του ν. 2160/1993, προθεσμία που άρχισε από την επομένη της ημέρας υποβολής από τον Ε.Ο.Τ. του πιο πάνω σχεδίου, η μη έκδοση δε της απόφασης για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων μέσα στην πιο πάνω δίμηνη προθεσμία στοιχειοθετεί παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας των οργάνων του Δημοσίου. Επομένως, το διοικητικό εφετείο εσφαλμένως ερμήνευσε και πλημμελώς εφάρμοσε τις διατάξεις της παρ. 18 του άρθρου 6 του ν. 2160/1993 και της παρ. 9α του άρθρου 4 του ν. 1650/1986, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3010/2002, κρίνοντας ότι οι τασσόμενες με τη διάταξη του στοιχείου δ της παρ. 18 του άρθρου 6 του ν. 2160/1993 συγκεκριμένες προθεσμίες αφορούν μόνο τον έλεγχο των φακέλων και την έκδοση των οικοδομικών αδειών και δεν εφαρμόζονται και για την έκδοση της απόφασης για την έγκριση της μελέτης περιβαλλοντικών όρων».
Περαιτέρω, το ΣτΕ δέχεται και ότι η συγκεκριμένη παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας βρίσκεται σε αιτιώδη συνάφεια με το ζημιογόνο αποτέλεσμα και επομένως συνιστά λόγο αποζημίωσης εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου προς τη μισθώτρια εταιρεία:
«Η αναιρεσείουσα είχε προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την υλοποίηση του επενδυτικού έργου με την υποβολή πλήρους φακέλου για την απόκτηση της αναγκαίας έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για την κατασκευή των έργων, η πιο πάνω παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας των οργάνων των πολεοδομικών υπηρεσιών και η παράνομη κατάσταση που προκλήθηκε θεμελιώνει ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση με βάση τις διατάξεις των άρθρων 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. και 297, 298 και 932 του Α.Κ.. Επομένως, το διοικητικό εφετείο, κρίνοντας ότι δεν μπορούσε να θεμελιωθεί ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση για τα διαφυγόντα κέρδη της αναιρεσείουσας και λόγω ηθικής βλάβης της από τη μη υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου, διότι δεν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της καθυστέρησης της έγκρισης της συμπληρωματικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και του ζημιογόνου αποτελέσματος της αδυναμίας έκδοσης των σχετικών οικοδομικών αδειών και απαιτώντας να επικαλείται η αναιρεσείουσα – ενάγουσα για την αξίωση αποζημίωσης για διαφυγόντα κέρδη της ότι είχε εφοδιαστεί με τις σχετικές οικοδομικές άδειες, εσφαλμένως ερμήνευσε και εφάρμοσε τις πιο πάνω διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 18 στοιχεία δ και ε του ν. 2160/1993 και των άρθρων 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. και 298 του Α.Κ.. Συνεπώς, ο σχετικός λόγος αναιρέσεως του άρθρου 56 παρ. 1 περίπτ. δ του π.δ. 18/1989 είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός».
Τα επόμενα βήματα όλων των πλευρών
Η ΕΤΑΔ έχει ήδη προχωρήσει στην αναγνώριση εξόδων πρόβλεψης ύψους 257,3 εκατομμυρίων ευρώ για επίδικες υποθέσεις, και συγκεκριμένα για τη δικαστική διαμάχη με τον Παντελή Μαντωνανάκη για το Grand Resort Lagonisi, ενώ επιπλέον έχουν εκδικαστεί και 8 διαιτητικές προσφυγές, οι αποφάσεις των οποίων έχουν επιδικάσει συνολικά 567 εκατομμύρια ευρώ αποζημίωση στον όμιλο Μαντωνανάκη.
Βέβαια, η απόφαση του ΣτΕ δεν επιλύει τη διαμάχη, καθώς η υπόθεση επιστρέφει ξανά στο Εφετείο, το οποίο θα κληθεί να αποφασίσει εκ νέου, δεσμευόμενο όμως ως προς τα νομικά περιστατικά από την αναιρετική απόφαση. Υπό αυτό το πρίσμα, η διαμάχη του ομίλου με το Ελληνικό Δημόσιο έχει σε μεγάλο βαθμό κριθεί, οπότε το ζητούμενο είναι πώς θα επέλθουν σε συμβιβασμό οι δύο πλευρές.
Αυτός είναι, άλλωστε, και ο λόγος που η πλευρά Μαντωνανάκη κάνει λόγο για τριμερείς διαπραγματεύσεις με το Δημόσιο και την ΕΤΑΔ, ελπίζοντας ότι θα μπορέσει να υπάρξει συμψηφισμός των απαιτήσεων.
Θα μπορέσει το Λαγονήσι να σώσει την Ελούντα; Είναι κάτι που χρειάζεται αρκετά επεισόδια ακόμα, για να απαντηθεί.
Διαβάστε επίσης:
Παντελής Μαντωνανάκης: Το 2025 η συζήτηση για την καταγγελία των δανείων στον Άρειο Πάγο