Πιο κοντά στην ελληνική αγορά έρχεται το πράσινο υδρογόνο καθώς η ΔΕΗ και η Motor Oil,  θα ενώσουν τις δυνάμεις τους και την τεχνογνωσία τους για να παράξουν το καύσιμο του μέλλοντος. Ταυτόχρονα η σύμπραξη αυτή, είναι ένα βήμα που φέρνει πιο κοντά στην υλοποίηση τα στρατηγικά σχέδια της Motor Oil για παραγωγή πράσινου υδρογόνου, ενώ για τη ΔΕΗ αποτελεί το ορόσημο για την είσοδό της σε ένα νέο ενεργειακό προϊόν που θα κυριαρχήσει στο μέλλον.

Πρόκειται για τη δεύτερη σύμπραξη που γίνεται στην Ελλάδα με στόχο την παραγωγή πράσινου υδρογόνου, με πρώτη το White Dragon στη Δυτική Μακεδονία, στο οποίο επίσης συμμετέχουν ΔΕΗ και Motor Oil αλλά και ΔΕΠΑ Εμπορίας, Advent Technologies, Damco Energy (Όμιλος Κοπελούζου), ΔΕΣΦΑ,  ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ, Σωληνουργεία Κορίνθου, ο TAP και η ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ.

Το μέγεθος και η σημασία του εγχειρήματος είναι τέτοια, που οι συμπράξεις είναι απαραίτητες και η κίνηση αυτή αποτελεί προάγγελο και άλλων ανάλογων κινήσεων που θα ακολουθήσουν στον ενεργειακό κλάδο.

Η παραγωγή υδρογόνου από το νερό, μέσα από την (τεχνητή) ηλεκτρόλυση, με ανταγωνιστικά κόστη αποτελεί σήμερα τη μεγαλύτερη πρόκληση διεθνώς και οι εν λόγω τεχνολογίες είναι σε εξέλιξη με στόχο τη μείωση του κόστους για την παραγωγή του.

Σήμερα η παραγωγή υδρογόνου κοστίζει 3-7 δολάρια/κιλό και στόχος είναι τα επόμενα χρόνια να βρεθεί στα επίπεδα των 2 δολαρίων ανά κιλό, ένα όριο κάτω από το οποίο η διαδικασία παραγωγής θεωρείται όχι απλώς βιώσιμη, αλλά και συμφέρουσα. Ο στόχος θεωρείται εφικτός και πρόσφατα η Γαλλία στο πλαίσιο της «Ατζέντας 2030» εξήγγειλε και την κατασκευή δύο γιγαντιαίων μονάδων ηλεκτρόλυσης.

Στα άλλα προβλήματα που πρέπει να λυθούν πριν γίνει πραγματικότητα η οικονομία του υδρογόνου, είναι η δημιουργία δικτύων μεταφοράς του και σταθμών ανεφοδιασμού.

Σημειώνεται ότι σε πρόσφατη έκθεσή της, η S&P Global Platts Analytics υπολογίζει ότι το 2022 αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία στην Ευρώπη παραγωγική δυναμικότητα υδρογόνου 65.000 mt/έτος, η οποία αναμένεται να φτάσει συνολικά σχεδόν τους 1 εκατομμύριο mt/έτος, μετά από σημαντικές προσαυξήσεις το 2023 και το 2024.

Επιπλέον, εκτιμά ότι το 2022 η παγκόσμια ζήτηση καθαρού υδρογόνου θα αυξηθεί κατά 4% σε σχέση με το 2021, κυρίως λόγω της διύλισης. Η τρέχουσα ζήτηση υδρογόνου στον βιομηχανικό τομέα της ΕΕ να ανέρχεται σε περίπου 8-10 εκατ. τόνους ετησίως, με το 45% να προορίζεται για τη διύλιση, το 38% για την παραγωγή αμμωνίας και το 8% για τη μεθανόλη.

Συνολικά έως το 2050 οι επενδύσεις για ανανεώσιμο υδρογόνο εκτιμάται ότι θα ανέλθουν μεταξύ 180 και 470 δισ. ευρώ στην Ε.Ε.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία μελέτης της Κομισιόν, το σταθμισμένο κόστος του υδρογόνου υπολογίζεται από 115 έως 335 ευρώ ανά μεγαβατώρα υδρογόνου και περιλαμβάνει τα κόστη παραγωγής, μεταφοράς, διανομής, αποθήκευσης και διάθεσης. Μόνο το κόστος παραγωγής κυμαίνεται μεταξύ 69 και 130 ευρώ / MWh.

Με βάση το χρονοδιάγραμμα της Στρατηγικής της Ε.Ε., στην πρώτη φάση (2020-2024) πρέπει να εγκατασταθούν τουλάχιστον 6 GW ανανεώσιμου υδρογόνου (ηλεκτρολύτες) ώστε να παραχθούν 1 εκατ. τόνοι υδρογόνου -όταν στις αρχές του 2021 μόλις περίπου 1GW είχε εγκατασταθεί στην Ε.Ε.- ενώ έως το 2030 θα πρέπει να εγκατασταθούν τουλάχιστον 40 GW για την παραγωγή έως 10 εκατ. τόνων υδρογόνου.

Τι σημαίνει για ΔΕΗ και Motor Oil η σύμπραξη

Η υπογραφή Μνημονίου Συναντίληψης (Memorandum of Understanding – MOU) μεταξύ των ΔΕΗ και η Motor Oil και σηματοδοτεί την έναρξη μιας κοινής πορείας των δύο εταιρειών στην ενεργειακή αγορά  μέσω κοινοπρακτικού σχήματος (Joint Venture), έργων στον τομέα του πράσινου υδρογόνου που για πολλούς θα είναι «το πετρέλαιο του μέλλοντος». Η συμμετοχή της ΜΟΤΟΡ ΟΙΛ  στο κοινό μετοχικό σχήμα θα ανέλθει σε 51% και της ΔΕΗ σε 49%.

Επόμενο βήμα είναι η κατάρτιση ενός επιχειρηματικού σχεδίου, που θα καθορίσει το ύψος της επένδυσης και το μέγεθος της παραγωγής.

Στόχος τους να ηγηθούν της ανάπτυξης της οικονομίας του Υδρογόνου στην Ελλάδα, έχοντας πρόσβαση στην αναπτυσσόμενη πλατφόρμα παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές της ΔΕΗ Α.Ε., εκμεταλλευόμενη ταυτόχρονα τη δυναμικότητα και τεχνογνωσία της MΟΤΟΡ ΟΙΛ (ΕΛΛΑΣ) Α.Ε. ως μιας εκ των μεγαλύτερων ενεργειακών ομίλων στη χώρα. Η κοινοπραξία θα έχει στόχο την ανάπτυξη έργων παραγωγής και αποθήκευσης πράσινου Υδρογόνου στη χώρα, διευκολύνοντας έτσι την ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας σε ένα περιβάλλον καθαρών μηδενικών εκπομπών άνθρακα (Net Zero).

Σύμφωνα με πληροφορίες,  στο πλαίσιο της νέας εταιρείας, πρόκειται να αναπτυχθούν νέα φωτοβολταϊκά έργα από τη ΔΕΗΑΝ, ενώ η διαδικασία της ηλεκτρόλυσης θα γίνεται στις εγκαταστάσεις της Motor Oil η οποία και θα αναλάβει την παραγωγή και τη διανομή του πράσινου υδρογόνου. Για τη ΔΕΗ η κίνηση αυτή σηματοδοτεί την είσοδό της στα ανανεώσιμα καύσιμα, επεκτείνοντας την γκάμα των ενεργειακών προϊόντων της και εξασφαλίζοντας σημαντική θέση στην οικονομία του υδρογόνου που θα κυριαρχήσει στο μέλλον.

Για τη Motor Oil το υδρογόνο και οι εναλλακτικές μορφές ενέργειας βρίσκονται στο επίκεντρο της στρατηγικής ενεργειακής μετάβασης και ο όμιλος επενδύει σημαντικά σε έργα που θα καθορίσουν το ενεργειακό τοπίο της χώρας στο κοντινό μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό εξάλλου, αναπτύσσει και το Blue Med  ένα ολοκληρωμένο οικοσύστημα που έχει βάση τις εγκαταστάσεις της Motor Oil στην Κόρινθο  και έχει σκοπό τη δημιουργία μιας ευέλικτης κλιμακούμενης και ανταγωνιστικής  αλυσίδας αξίας υδρογόνου για την παραγωγή, τη διάθεση και τη διανομή ανανεώσιμου και εξαιρετικά χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος υδρογόνου για χρήση στη βιομηχανία και τις μεταφορές.

Γιατί το πράσινο υδρογόνο είναι το μέλλον

Το υδρογόνο σήμερα, αντιπροσωπεύει ένα μικρό ποσοστό του ενεργειακού μείγματος σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο και εξακολουθεί να παράγεται σε μεγάλο βαθμό από ορυκτά καύσιμα, ιδίως από φυσικό αέριο ή από άνθρακα. Το καθαρό υδρογόνο, το οποίο λαμβάνεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μπορεί να συμβάλει στην απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές της βαριάς βιομηχανίας ή των οδικών εμπορευματικών μεταφορών, που καταναλώνουν σήμερα πολλά ορυκτά καύσιμα.

Σύμφωνα με έρευνες, ένα σημαντικό μέρος του ενεργειακού μείγματος της ΕΕ θα μπορούσε να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας το 2050, εκ των οποίων το υδρογόνο θα μπορούσε να καλύπτει το 20%, ειδικότερα το 20-50% της ενεργειακής ζήτησης στον τομέα των μεταφορών και το 5-20% στον βιομηχανικό τομέα.

Χάρη στις ιδιότητές του, το υδρογόνο έχει τα εξής οφέλη:

  • η ενεργειακή του χρήση δεν προκαλεί εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (το νερό είναι το μόνο υποπροϊόν της όλης διαδικασίας)
  • μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή άλλων αερίων, όπως είναι τα υγρά καύσιμα
  • οι υπάρχουσες υποδομές (για την παροχή και μεταφορά αερίου) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το υδρογόνο
  • έχει υψηλότερη ενεργειακή πυκνότητα από τις μπαταρίες με αποτέλεσμα να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μεταφορές μεγάλων αποστάσεων και βαρέων εμπορευμάτων

Το υδρογόνο μπορεί επίσης να αποθηκευτεί σε κυψέλες καυσίμου –κυρίως τεράστιες μπαταρίες– και να χρησιμοποιηθεί με ευέλικτο τρόπο σε όλους τους τομείς της βιομηχανίας, των μεταφορών, της ηλεκτρικής ενέργειας και των κατασκευών. Μπορεί ως εκ τούτου να συμβάλει στο να αποφευχθούν οι διακυμάνσεις του εφοδιασμού από πηγές που εξαρτώνται από τις καιρικές συνθήκες, όπως η αιολική και η ηλιακή ενέργεια. Η εκτεταμένη χρήση του υδρογόνου θα μπορούσε να αποτελέσει καθοριστικό βήμα προς μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη, στόχο που επιθυμεί να επιτύχει η ΕΕ έως το 2050. Η παραγωγή υδρογόνου με την ηλεκτρολυτική κυψέλη θα μπορούσε να εξοικονομήσει περίπου 10 000 τόνους CO2 ετησίως.