Ο Βρετανός δισεκατομμυριούχος Τζο Λιούις, ιδιοκτήτης της ποδοσφαιρικής ομάδας Τότεναμ, κατηγορείται για inside trading στις ΗΠΑ.

Σύμφωνα με το Bloomberg, οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς στη Νέα Υόρκη κατηγόρησαν τον 86χρονο ότι μετέφερε εμπιστευτικές πληροφορίες από εταιρείες στις οποίες ήταν ο ίδιος μεγαλοεπενδυτής σε φίλους, συμπεριλαμβανομένων των προσωπικών του πιλότων, βοηθών και ερωτικών συντρόφων του.

Ο Λιούις, ιδρυτής της επενδυτικής εταιρείας Tavistock Group, αντιμετωπίζει πάνω από δώδεκα κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένης της απάτης με μετοχές.

«Δώρα» σε φίλους και ερωμένες

«Τίποτα από αυτά δεν ήταν απαραίτητο, ο Τζο Λιούις είναι ένας πλούσιος άνδρας», είπε ο Ντάμιαν Ουίλιαμς, εισαγγελέας των ΗΠΑ για τη Νότια Περιφέρεια της Νέας Υόρκης. «Όμως, όπως ισχυριζόμαστε, χρησιμοποίησε εσωτερικές πληροφορίες ως μέσο για να αποζημιώσει τους υπαλλήλους του ή να κάνει δώρα στους φίλους και τις ερωμένες του».

«Η κυβέρνηση έκανε ένα τρομερό λάθος κατηγορώντας τον κ. Λιούις, έναν 86χρονο άνδρα με ακεραιότητα και εκπληκτικά επιτεύγματα», δήλωσε ο δικηγόρος του Λιούις, Ντέιβιντ Μ. Ζόρνοου.

«Ο κ. Λιούις έχει έρθει στις ΗΠΑ οικειοθελώς για να απαντήσει σε αυτές τις εσφαλμένες κατηγορίες και θα τον υπερασπιστούμε με σθένος στο δικαστήριο».

Οι εισαγγελείς ισχυρίζονται ότι ο Λιούις μετέφερε εμπιστευτικές πληροφορίες επί οκτώ χρόνια, μεταβιβάζοντας ουσιώδεις μη δημόσιες πληροφορίες για αρκετές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των Solid Biosciences, Australian Agricultural Co. και Mirati Therapeutics.

Σε μια περίπτωση, ο Λιούις φέρεται να δάνεισε στους πιλότους του 500.000 δολάρια στον καθένα, προκειμένου να μπορέσουν να αγοράσουν μετοχές πριν δημοσιοποιηθούν τα νέα για τις κλινικές δοκιμές μίας εταιρείας.

Μερίδια σε περισσότερες από 200 επιχειρήσεις

Ο μεγιστάνας, ο οποίος έχει καθαρή περιουσία 6,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων σύμφωνα με το Bloomberg Billionaires Index, είναι το τελευταίο περιστατικό inside trading που πέφτει στα δίχτυα των ομοσπονδιακών εισαγγελέων στο Μανχάταν.

Τον περασμένο μήνα, οι εισαγγελείς ανακοίνωσαν ποινικές διώξεις εναντίον 10 ατόμων σε τέσσερις ξεχωριστές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων επενδυτών μίας εταιρείας ειδικού σκοπού που ήταν έτοιμη να δημοσιοποιήσει την εξαγορά της εταιρείας μέσων ενημέρωσης του Ντόναλντ Τραμπ.

Ωστόσο, ο Λιούις είναι ο επενδυτής με το υψηλότερο προφίλ που έχουν κατηγορήσει φέτος.

Η εταιρεία του επιχειρηματία με έδρα τις Μπαχάμες έχει μερίδια σε περισσότερες από 200 επιχειρήσεις, με επενδύσεις σε ακίνητα, ξενοδοχεία και αθλήματα, σε 13 χώρες.

Οι εισαγγελείς κατηγορούν επίσης τον δισεκατομμυριούχο για εξαπάτηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ και της Mirati Therapeutics, κρύβοντας το γεγονός ότι είχε στην ιδιοκτησία του μετοχές μέσω εταιρειών-κελυφών και ψευδών ενημερώσεων.

Για αρκετά χρόνια, όπως υποστηρίζουν οι αρχές, ο Λιούις χρησιμοποιούσε την πρόσβασή του σε συσκέψεις ΔΣ εταιρειών για να αντλεί πολύτιμες πληροφορίες και να τις μεταφέρει στους συνεργάτες του προτού αυτές δημοσιοποιηθούν.

Το 2019, μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Australian Agricultural του είπαν ότι η εταιρεία είχε υποστεί υλικές ζημιές μετά από εκτεταμένες πλημμύρες και ότι η ασφάλεια δεν θα κάλυπτε τις απώλειες των βοοειδών της.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Λιούις κάλεσε τους δύο προσωπικούς του πιλότους, τους μετέφερε τις πληροφορίες και τους είπε να πουλήσουν αμέσως τις μετοχές τους στην εταιρεία.

Την ίδια χρονιά, φέρεται να είπε στη φιλενάδα του στη Νότια Κορέα να αγοράσει μετοχές της Solid Biosciences, μιας εταιρείας βιοτεχνολογίας, αφού έμαθε για μια επερχόμενη ιδιωτική επένδυση και κλινική δοκιμή.

Η φίλη του πλήρωσε 700.000 δολάρια – «σχεδόν όλα τα διαθέσιμα κεφάλαιά της» – για να αγοράσει 150.000 μετοχές, σύμφωνα με το κατηγορητήριο. Πούλησε τις μετοχές και αποκόμισε κέρδος 849.000 δολαρίων, είπαν οι εισαγγελείς.

Ο Λιούις έδωσε επίσης πληροφορίες σε δύο προσωπικούς βοηθούς του που εργάζονταν στο σούπερ γιοτ του «Aviva», μήκους 98 μέτρων, παροτρύνοντας τους να επενδύσουν στην εταιρεία εξαγορών ειδικού σκοπού, BCTG, καθώς η μετοχή θα μπορούσε να «διπλασιαστεί, τριπλασιαστεί ή και τετραπλασιαστεί», σύμφωνα με το κατηγορητήριο.

Τα κερδοφόρα στοιχήματα

Πριν αναρριχηθεί στη λίστα των δισεκατομμυριούχων, ο επιχειρηματίας έχτισε μια μικρή περιουσία με μια θεματική αλυσίδα εστιατορίων και στη συνέχεια στράφηκε στις συναλλαγές νομισμάτων στα τέλη της δεκαετίας του ’70.

Κέρδισε εκατοντάδες εκατομμύρια στοιχηματίζοντας κατά της βρετανικής λίρας και του μεξικανικού πέσο τη δεκαετία του ’90. Χρησιμοποίησε το επενδυτικό του όχημα, την Tavistock Group, για να διαφοροποιήσει το χαρτοφυλάκιο του με ακίνητα, επενδύσεις σε αθλητικούς συλλόγους, πολυτελή ξενοδοχεία και βιοτεχνολογία.

Ο Λιούις είναι ευρέως γνωστός στη χώρα του για το μερίδιό του στους Spurs, έναν ποδοσφαιρικό σύλλογο της Premier League του Βορείου Λονδίνου.

Επενδύσεις στις ΗΠΑ

Στις ΗΠΑ, οι επενδύσεις της Tavistock περιλαμβάνουν την ανάπλαση του Boston Waterfront, το Wellington Equestrian και το Golf Club κοντά στο Palm Beach της Φλόριντα, καθώς και το ξενοδοχείο St. Regis στην Ατλάντα της Τζόρτζια, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της εταιρείας.

Μαζί με τον τραγουδιστή Justin Timberlake, τους παίκτες γκολφ Tiger Woods και Ernie Els, ο Λιούις κατέχει επίσης το κλειστό κλαμπ για πολύ πλούσιους επιχειρηματίες, Albany Bahamas Club, στο οποίο ήταν μέλος και ο ιδρυτής του ανταλλακτηρίου crypto FTX, o Sam Bankman-Fried πριν από τη σύλληψή του πέρυσι.

Παράλληλα, είναι μανιώδης συλλέκτης έργων τέχνης. Πούλησε ένα έργο του David Hockney για 90,3 εκατομμύρια δολάρια το 2018 — σημειώνοντας ρεκόρ εκείνη την εποχή για το πιο ακριβό κομμάτι εν ζωή καλλιτέχνη που πουλήθηκε σε δημοπρασία.

Διαβάστε ακόμη:

Noubar Afeyan: O δισεκατομμυριούχος της Moderna βρήκε τη νέα “χρυσή” εταιρεία βιοτεχνολογίας

Οικογένεια Saade: Οι μεγιστάνες της ναυτιλίας βάζουν πλώρη για νέες επενδύσεις

Τζορτζ Σόρος: Παραδίδει τα ηνία της αυτοκρατορίας των 25 δισ. δολ. στον γιο του Άλεξ – Το προφίλ του