Ομιλία επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής με τίτλο “Κύρωση της από 24 Μαΐου 2024 συμφωνίας τροποποίησης της από 2 Φεβρουαρίου 2018 σύμβασης παραχώρησης αναφορικά με τη χρήση και την εκμετάλλευση ορισμένων χώρων και περιουσιακών στοιχείων εντός του λιμένος Θεσσαλονίκης” μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και της “Οργανισμός Λιμένος Θεσσαλονίκης Α.Ε.” πραγματοποίησε στην Ολομέλεια της Βουλής, ο Υφυπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Στέφανος Γκίκας.

Ο Υφυπουργός ανέφερε πως η πενταετής παράταση που προβλέπεται στην τροποποίηση της σύμβασης παραχώρησης του Ο.Λ.Θ. για την έναρξη των υποχρεωτικών επενδύσεων είναι απαραίτητη, καθώς προέκυψαν αλλαγές στο δικαστικό και νομοθετικό πλαίσιο από το 2018 που υπεγράφη αρχικά η σύμβαση.

Ειδικότερα, παρέχοντας διευκρινίσεις στις τοποθετήσεις του εισηγητή και των ειδικών αγορητών των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ο Υφυπουργός ανέφερε πως μετά την έκδοση των σχετικών αποφάσεων από το ΣτΕ τον Μάρτιο του 2022, απαιτείται πλέον η προηγούμενη έκδοση Προεδρικού Διατάγματος για την έγκριση των master plan των λιμένων, γεγονός που ανέτρεψε τον χρονικό σχεδιασμό της υλοποίησης των υποχρεωτικών επενδύσεων του Ο.Λ.Θ. και ως αποτέλεσμα υπάρχουν καθυστερήσεις.

Εντούτοις, όπως ανέφερε ο κ. Γκίκας, ο Ο.Λ.Θ. προχώρησε στην υλοποίηση επενδύσεων ύψους 74,1 εκ. ευρώ, εκ των οποίων τα 51,6 εκ. ευρώ αφορούν σε μη υποχρεωτικές επενδύσεις. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονται αναβαθμίσεις κτιρίων, υποσταθμών παροχής ενέργειας και του νέου επιβατικού σταθμού, αναβαθμίσεις υποδομών κρηπιδωμάτων, εγκατάσταση προσκρουστήρων, αποκατάσταση οδοστρωμάτων, εξοπλισμούς μηχανημάτων, αλλά και άλλα έργα που είναι υπό εξέλιξη.

Περαιτέρω, ο Υφυπουργός επεσήμανε, ότι τα τελευταία χρόνια ο Ο.Λ.Θ. έχει αυξήσει τον κύκλο εργασιών του ομίλου κατά 47% σε ετήσια βάση, έχει πολλαπλασιάσει το τίμημα παραχώρησης κατά 2,7 φορές, αύξησε τον αριθμό του προσωπικού κατά 52% και ο αριθμός των εργαζομένων ανέρχεται πλέον σε 537 και παράλληλα έχει εκπαιδεύσει 142 ασκούμενους.

Για τη μείωση εσόδων στην οποία αναφέρθηκε η αντιπολίτευση, ο κ. Γκίκας σημείωσε ότι θα πρέπει να συνεκτιμάται αν υπάρχει ή όχι υπαιτιότητα του επενδυτή. Που στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει, καθότι οι διαδοχικές παγκόσμιες κρίσεις (χρηματοοικονομικές, υγειονομικές, εφοδιαστικές, γεωπολιτικές, κλπ.) δεν επέτρεψαν στον οργανισμό να έχει τα αναμενόμενα κέρδη. Παρότι και τώρα τα κέρδη είναι σημαντικά, θα μπορούσαν να ήταν ακόμη μεγαλύτερα αν δεν υπήρχαν οι εξωγενείς συνθήκες.

Διευκρίνισε ότι είναι εκτός του επιχειρηματικού ρίσκου που αναμένεται να αναλάβει ένας συνετός επιχειρηματίας, καθότι έλαβαν χώρα απρόβλεπτες συνθήκες δημιουργώντας καθεστώς “ανωτέρας βίας”.

Απαντώντας γιατί δεν υιοθετεί η κυβέρνηση τις ίδιες διαδικασίες για τις μελέτες για όλους τους λιμένες, ανέφερε ότι έχει σημασία αν ένας λιμένας είναι ιδιωτικοποιημένος και τι έργα και επενδύσεις έχει αναλάβει να εκτελέσει, τονίζοντας ότι δεν μπορεί να είναι οριζόντια αυτή η ρύθμιση.

Σχολιάζοντας την αντίθεση της αντιπολίτευσης στο θέμα του τριμήνου για τις μελέτες, τόνισε ότι είναι λογικό να θεωρείται ότι αυτές θα εγκρίνονται μετά την παρέλευση των 3 μηνών, διότι δεν είναι δυνατόν η εκτέλεση τόσο σημαντικών έργων υποδομής και έργων εκπλήρωσης υποχρεωτικών επενδύσεων, να εξαρτάται από την ταχύτητα διεκπεραίωσης από τη δημόσια υπηρεσία.

Σε κάθε περίπτωση, διευκρίνισε, ότι η ρύθμιση αυτή υπήρχε ήδη στο άρθρο 10 παρ. 3 του Ν 4522/2018 για τις μελέτες. Αυτό που προστίθεται έχει να κάνει με τις τροποποιήσεις των μελετών.

Εν κατακλείδι, ο Υφυπουργός ανέφερε πως η πενταετής παράταση για την ολοκλήρωση των υποχρεωτικών επενδύσεων της ΟΛΘ ΑΕ εξυπηρετεί απολύτως την τοπική κοινωνία της Θεσσαλονίκης και το εθνικό συμφέρον.

Διαβάστε επίσης:

Εμανουέλε Γκριμάλντι: Αύξησε το ποσοστό του στην Höegh Autoliners από το 5,12% στο 10%

Τα μυστήρια της Alpha, το ράλι της ΔΕΗ, Δαγούμας κατά pirouetter ΜΜ, το σκληρό μήνυμα Χατζηδάκη, τα χαλιά της Όλγας, το άπληστο αγόρι των τραπεζών, οι 2 μεταγραφές στη ναυτιλία και το party της Αλεξίας

Καλώδιο Ελλάδας-Κύπρου: Υπάρχει πλαίσιο συμφωνίας – Σήμερα το ρυθμιστικό πλαίσιο, αργότερα η επενδυτική συμμετοχή