ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Το επιβατηγό πλοίο «Πύλαρος» ήταν δρομολογημένο στη γραμμή Πειραιά – Κεφαλονιά. Ήταν τόσο έντονος ανταγωνισμός, που ο πλοιοκτήτης του πλοίου, Νικόλαος Αθανασούλης, σκέφτηκε ότι για να προσελκύσει επιβάτες έπρεπε να προσφέρει ένα ισχυρό κίνητρο. Μετά από σκέψη, λοιπόν, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, επειδή το ταξίδι ήταν μεγάλο, θα ήταν ελκυστικό να προσφέρει στους επιβάτες μια μακαρονάδα. Έτσι, οι ναυτικοί πράκτορες και οι τελάληδες φώναζαν στην Ακτή Ξαβερίου τη γνωστή φράση: «Άλλος με την Πύλαρο και μια μακαρονάδα»…
Για την ιστορία να πούμε ότι το «Πύλαρος» αγοράστηκε το 1889 από τον Κεφαλονίτη εφοπλιστή Ν. Αθανασούλη, καταβάλλοντας το ποσό των 12.000 λιρών, το οποίο θεωρήθηκε ιδιαίτερα μεγάλο για την εποχή εκείνη.
Το πλοίο δρομολογήθηκε στη γραμμή Πειραιάς – Ιτέα – Πάτρα – Σάμη – Πύλαρο – Πρέβεζα και προκάλεσε οξύτατο ανταγωνισμό στο ήδη δρομολογημένο από το 1890 βαπόρι «Άσσος» του εφοπλιστή Τόγια.
Τα δύο βαπόρια δεν ανέπτυξαν μόνο εμπορικό ανταγωνισμό, αλλά και πολιτικό – κομματικό ανταγωνισμό, που κατέληξε σε τραγωδία.
Την Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 1903, το «Άσσος» εμβόλισε το «Πύλαρος» στο λιμάνι της Ιθάκης και το έκοψε στα δύο, ενώ υπήρξαν και νεκροί.
Ο ναυτικός πράκτορας Μπεκατώρος, από την Ιθάκη, στειλε το πρώτο τηλεγράφημα στα γραφεία του Πειραιά: «Άσσος – κυνηγήσασα “Πύλαρον” εις το στόμιον του λιμένος προσέκρουσεν εις το μέσος και κατεβύθισεν αυτήν. Φονευμένοι, πνιγμένοι. Έλθετε τάχιστα».
Ο σατιρικός ποιητής Μολφέτας έγραψε τότε στο «Zιζάνιό» του:
Κατακαημένη Πύλαρο,
με τη διπλή σουρίστρα,
σούκοψε τα παΐδια σου,
η Άσσο η μεθύστρα.
Ενώ, αγνώστου Κεφαλονίτη ποιητή αποδίδεται και το ακόλουθο:
«Η ΑΣΣΟΣ με την ΠΥΛΑΡΟ είχαν αντιπαθεία
και στο λιμάνι του Θιακιού ελύσαν την αιτία».
Ο τότε πρωθυπουργός Δ. Ράλλης δήλωνε: «Διέταξα να ενεργηθούν αυστηρόταται ανακρίσεις όπως εξακριβωθή ποίος είναι ο υπαίτιος της φοβερής αυτής συγκρούσεως. Πάντως εις ταύτην ουκ ολίγον συνετέλεσεν η παραφροσύνη των δύο πλοιάρχων, οι οποίοι ετρώγοντο από καιρόν και διεκινδύνευον την ζωήν των επιβατών. Διέταξα να κρατηθούν τα πληρώματα αμφοτέρων των πλοίων, δια να εξακριβωθώσι τα αίτια της συγκρούσεως».
Όμως, ο υπουργός Εσωτερικών, Κυριακούλης Μαυρομιχάλης, έδωσε μια άλλη εκδοχή: «Βεβαίως την φοράν ταύτην καθώς φαίνεται, αμφότεροι οι πλοίαρχοι είναι αθώοι του χυθέντος αίματος διότι η σύγκρουσις επήλθεν ένεκα ομίχλης και ουχί ένεκα συναγωνισμού ως αρχικώς υπετέθη. Οι πλοίαρχοι όμως ούτοι δεν ήτο δυνατόν η να καταλήξωσιν εις τοιαύτα δυστυχήματα. Επανειλλημένως εγένοντο ήρωες εκτρόπων σκηνών. Το καλοκαίρι δε ότε ήμην εις το Λουτράκι διέταξα τον αστυνόμον να επέμβη διότι ένεκα του συναγωνισμού πολλάκις παρελάμβανον τους επιβάτας και σπεύδοντες εγκατέλιπον τας αποσκευάς αυτών».
Από τη σύγκρουση έχασαν την ζωή τους οι Βασίλειος Δόγκας, Λιμενάρχης Λευκάδας που επέστρεφε από άδεια, ο ιερέας της Κατούνης Λευκάδας Κουρτζής Τηλέμαχος, ο τυροκόμος από τα Μακρυώτικα Λάντος Παναγιώτης, ενώ υπήρξαν ένας ακόμα αγνοούμενος και πολλοί τραυματίες.
Η μακαρονάδα ήταν και είναι το πιο αγαπημένο φαγητό των ναυτικών και των επιβατών με πλοία. Είναι συνηθισμένη η φράση «μια μακαρονάδα βαπορίσια». Συνήθως την παραγγέλνουν εκείνοι που επιθυμούν να απολαύσουν μια χορταστική, νόστιμη μακαρονάδα και βεβαίως όλοι εκείνοι που έχουν σχέση με τα πλοία και τη θάλασσα. Αλλά όταν λέμε «μακαρονάδα βαπορίσια» εννοούμε το πιο απολαυστικό φαγητό των ναυτικών. Το κυριότερο μενού που σέρβιραν στα πλοία ήταν η μακαρονάδα, που προσφέρονταν δύο φορές την εβδομάδα. Κάθε Τρίτη και Πέμπτη. Ήταν τόσο μεγάλη η προσμονή για την μακαρονάδα, που ο καπετάνιος απαιτούσε από τον μάγειρα του πλοίου, πριν την σερβίρει στην τραπεζαρία του πληρώματος, να την δοκιμάσει ο ίδιος. Μάλιστα, παλαιότερα, αν δεν ήταν καλή, την πετούσε συνήθως στα μούτρα του μάγειρα ή εκσφενδόνιζε το πιάτο στη θάλασσα. Η βαπορίσια μακαρονάδα συνήθως σερβίρεται με κρέας και πατάτες τηγανητές.