Τη μελέτη για την ελληνική ναυτιλία που παρουσίασε ο ΙΟΒΕ, δείχνουν ότι, χωρίς να συνυπολογίζεται η οικειοθελής παροχή της ναυτιλιακής κοινότητας, ο φόρος χωρητικότητας στην Ελλάδα είναι συγκριτικά ο υψηλότερος μεταξύ των εξεταζόμενων νηολογίων, στα περισσότερα είδη πλοίων.

Επιπλέον, η επιβάρυνση από τον φόρο χωρητικότητας στην Ελλάδα αυξάνεται περαιτέρω για τα πλοία μεγαλύτερης ηλικίας, λόγω της υφιστάμενης δομής του φόρου χωρητικότητας.

Διαπιστώνεται, επομένως, όπως επισημαίνεται στην μελέτη, ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν ένα συγκριτικό φορολογικό μειονέκτημα έναντι εκείνων που είναι εγκατεστημένες σε άλλα καθεστώτα φόρου χωρητικότητας, εντός ή εκτός ΕΕ.

Με δεδομένη τη σημασία του καθεστώτος φορολόγησης πλοίων για την επιλογή του τόπου εγκατάστασης των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και την ανάπτυξη συναφών δραστηριοτήτων, παρουσιάζει ενδιαφέρον η σύγκριση του ελληνικού καθεστώτος φόρου χωρητικότητας με το καθεστώς που ισχύει σε άλλα εθνικά ή ανοικτά νηολόγια.

Για τον σκοπό αυτό, οι καθηγητές Παναγιώτου και Θανοπούλου εξέτασαν τα καθεστώτα φορολογίας χωρητικότητας σε παραδοσιακά ναυτικά κράτη της ΕΕ (Ελλάδα, Γερμανία, Ολλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο), σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ (Κύπρος και Μάλτα) και στα κυριότερα ανοικτά νηολόγια (Παναμάς, Νήσοι Μάρσαλ και Λιβερία) με έτος αναφοράς το 2018.

Στην ανάλυσή τους χρησιμοποίησαν τουλάχιστον ένα πλοίο ανά κύρια αγορά (χύδην φορτίου, δεξαμενόπλοια, εμπορευματοκιβώτια και LNG), που ήταν αντιπροσωπευτικό σε μέγεθος και ηλικία των αντίστοιχων χαρακτηριστικών του ελληνόκτητου στόλου.

Επιπλέον, εξέτασαν πιθανές διαφοροποιήσεις στον φόρο χωρητικότητας που μπορεί να οφείλονται στην ηλικία των πλοίων, ώστε να αξιολογηθεί η επίδραση της ηλικίας στα νηολόγια που παρέχουν εκπτώσεις στον φόρο χωρητικότητας στα νεότερα πλοία (π.χ. ελληνική σημαία).

Η νέα οικειοθελής παροχή του Ν.5000/2022 συνιστά μια πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση για τις πλοιοκτήτριες εταιρείες, τονίζει ο ΙΟΒΕ, οι οποίες είναι εγκατεστημένες και διαχειρίζονται πλοία από την Ελλάδα και έχουν υπογράψει το νέο συνυποσχετικό με το Ελληνικό Δημόσιο ή δεσμεύονται από αυτό λόγω της ρήτρας συλλογικής δέσμευσης.

Επίσης, στην μελέτη, επισημαίνονται και τα εξής:

Στον βαθμό που, εξεταζόμενο ανά διετία, το ελάχιστο ποσό που προβλέπει ο νόμος (€60 εκατ. ετησίως) δεν εισπράττεται από τον φόρο στα εισαγόμενα μερίσματα, προκύπτει έλλειμμα που πρέπει να καλύπτεται αναλογικά με βάση το ποσό του φόρου χωρητικότητας που έχει πληρώσει κάθε υπόχρεος το προηγούμενο της εκκαθάρισης του ελλείμματος έτος, ως προς τα αντίστοιχα έσοδα από τον φόρο χωρητικότητας του συνόλου των υπόχρεων.

Συνεπώς, το καθεστώς του φόρου χωρητικότητας στην Ελλάδα πρόκειται να καταστεί ακόμα πιο δυσμενές σε σχέση με ανταγωνιστικά νηολόγια και χώρες εγκατάστασης ναυτιλιακών επιχειρήσεων.

Στη συνέχεια, στην μελέτη, εξετάζεται ενδεικτικά το ύψος της πρόσθετης φορολογικής επιβάρυνσης επί του φόρου χωρητικότητας, η οποία δύναται να προκύψει τα επόμενα χρόνια με βάση το ισχύον πλαίσιο οικειοθελούς παροχής.

Για την εκτίμηση της επίπτωσης της νέας οικειοθελούς παροχής της ναυτιλιακής κοινότητας στον φόρο χωρητικότητας τα επόμενα χρόνια, υποθέτουμε ότι από το 2023 και έπειτα δηλώνονται εισαγόμενα μερίσματα των πλοιοκτητριών εταιρειών ύψους €310 εκατ. ετησίως.

Συνεπώς, τα έσοδα από τον φόρο στα εισαγόμενα μερίσματα είναι €15,5 εκατ. ανά έτος.

Καθώς το ελάχιστο ετήσιο ποσό της οικειοθελούς παροχής (εξεταζόμενο ανά διετία) δεν μπορεί να είναι μικρότερο από €60 εκατ., δημιουργείται ένα έλλειμμα της τάξης των €44,5 εκατ. ετησίως, το οποίο σωρευτικά για κάθε διετία (€89 εκατ.) θα πρέπει να καταβληθεί σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) η πρώτη διετία εφαρμογής του Ν.5000/2022 είναι η διετία 2023-2024 (φορολογικά έτη 2022-2023). Για την κατανομή του ελλείμματος στα νομικά πρόσωπα που έχουν υπογράψει το νέο συνυποσχετικό, η ΑΑΔΕ χρειάζεται να γνωρίζει τα ποσά του φόρου πλοίων που προκύπτουν από τις υποβληθείσες δηλώσεις του επόμενου της διετίας έτους, εν προκειμένω του έτους 2025.

Τα τελικά ποσά του φόρου πλοίων για το έτος 2025 θα είναι γνωστά τον Ιανουάριο του 2026 και τότε θα είναι σε θέση να κατανείμει το συνολικό έλλειμμα της οικειοθελούς παροχής στους υπόχρεους.

Συνεπώς, το έλλειμμα της διετίας 2023-2024 θα επιβαρύνει τους υπόχρεους στις αρχές του 2026. Αντιστοίχως, γίνονται και οι υπολογισμοί για τις επόμενες διετίες εφαρμογής του νέου συνυποσχετικού.

Από τους ενδεικτικούς υπολογισμούς συνάγεται ότι η επιβάρυνση του φόρου χωρητικότητας από το έλλειμμα της οικειοθελούς παροχής μπορεί να είναι κάθε δύο χρόνια σημαντική.

Με βάση τις υποθέσεις της ανάλυσης, τα έτη της εκκαθάρισης του ελλείμματος της νέας οικειοθελούς παροχής, ο συνολικός φόρος χωρητικότητας των υπόχρεων αυξάνεται κατά περίπου €89 εκατ.

Αυτό μεταφράζεται σε μέση σταθμική αύξηση του αρχικού φόρου χωρητικότητας ανά πλοίο, της τάξης του 66% έως 72% κάθε διετία ή σε μέση ετήσια αύξηση περίπου κατά 35% του φόρου χωρητικότητας, επιδεινώνοντας την ανταγωνιστικότητα του καθεστώτος φόρου χωρητικότητας της Ελλάδας.

Κάθε αύξηση του ποσού εισαγόμενων μερισμάτων, όπως και διεύρυνση της φορολογικής βάσης επιβολής του φόρου χωρητικότητας θα περιορίζει αυτή την επίπτωση. Το αντίθετο θα συμβεί σε περίπτωση μείωσης των εισαγόμενων μερισμάτων ή και περιορισμού της φορολογικής βάσης (π.χ. λόγω δυσμενών συνθηκών στις ναυλαγορές ή αποχώρησης ναυτιλιακών επιχειρήσεων από την Ελλάδα).

Από την έναρξη της ελληνικής οικονομικής κρίσης την προηγούμενη δεκαετία, το Ελληνικό Δημόσιο αναζήτησε πρόσθετα φορολογικά έσοδα στον τομέα της ναυτιλίας, παρά τη νομοθετική πρόβλεψη που απαλλάσσει τα εισοδήματα από ναυτιλιακές δραστηριότητες από κάθε περαιτέρω φόρο, πλην του φόρου χωρητικότητας.

Στο πλαίσιο αυτό, διευρύνθηκε η φορολογική βάση με επιβολή φόρου χωρητικότητας και στα πλοία υπό ξένη σημαία, των οποίων η διαχείριση γίνεται από ναυτιλιακές εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στην Ελλάδα (Ν.4110/2013), επιβλήθηκε εισφορά σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις του άρθρου 25 του Ν.27/1975 (Ν.4111/2013), ενώ τον Ιούλιο του 2013 συμφωνήθηκε μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ναυτιλιακής κοινότητας η δημιουργία πλαισίου για την οικειοθελή παροχή των μελών της ναυτιλιακής κοινότητας προς το Ελληνικό Δημόσιο (Συνυποσχετικό), το οποίο συμπληρώθηκε με πρόσθετη πράξη τον Ιούλιο του 2014 και απέκτησε ισχύ νόμου με τον Ν.4301/2014.

Η συμφωνία αυτή επικυρώθηκε από την πλειοψηφία των ναυτιλιακών εταιρειών που διαχειρίζονται πλοία στην Ελλάδα, προβλέποντας την καταβολή του διπλάσιου φόρου χωρητικότητας για μια περίοδο τεσσάρων ετών (2014-2017), ενώ επεκτάθηκε και για το 2018.

Επίσης, βάσει του Ν. 4336/2015, ο φόρος χωρητικότητας που επιβάλλεται σε ορισμένες κατηγορίες πλοίων που φέρουν ελληνική σημαία (επαγγελματικά πλοία αναψυχής, ημερόπλοια, επιβατικά και οχηματαγωγά πλοία ανεξαρτήτως χωρητικότητας και λοιπά πλοία θαλάσσιων μεταφορών μέχρι 500 κόρους) επεκτάθηκε σε πλοία που φέρουν σημαίες κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.).

Μεταγενέστερα, τον Δεκέμβριο του 2015, δημιουργήθηκε ανάγκη συμμόρφωσης με αιτιάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία υποστήριξε ότι ορισμένα σημεία του φορολογικού καθεστώτος που διέπει τις ναυτιλιακές δραστηριότητες στην Ελλάδα, δεν είναι συμβατά με το ενωσιακό δίκαιο ως προς τις κρατικές ενισχύσεις.

Με τον Ν.4607/2019, το πλαίσιο φορολόγησης των ναυτιλιακών επιχειρήσεων αναθεωρήθηκε με τη σύναψη νέου Συνυποσχετικού μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ναυτιλιακής κοινότητας.

Η καταβολή της ειδικής εισφοράς παρατάθηκε αορίστως και μετονομάστηκε σε «Νέα Οικειοθελής Παροχή». Η νέα οικειοθελής παροχή, η οποία αναλήφθηκε για πρώτη φορά για τα εισοδήματα εκ μερισμάτων που αποκτήθηκαν στο έτος 2018 που δηλώθηκαν με την υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος στο έτος 2019, εφαρμόζεται σε μετόχους ή εταίρους ή σε πραγματικούς δικαιούχους πλοιοκτητριών εταιρειών πλοίων υπό ελληνική ή ξένη σημαία, υπό την προϋπόθεση της διαχείρισης των υπό ξένη σημαία πλοίων από εταιρεία που έχει εγκατασταθεί στην Ελλάδα.

Η νέα οικειοθελής παροχή ορίστηκε σε 10% επί των εισαγόμενων στην Ελλάδα ποσών σε οιοδήποτε νόμισμα, προερχομένων από εισοδήματα εκ μερισμάτων των παραπάνω πλοιοκτητριών εταιρειών.

Η υποχρέωση αυτή εξαντλεί για το παγκόσμιο εισόδημα από τα μερίσματα των πλοιοκτητριών εταιρειών κάθε άλλη φορολογική υποχρέωση των παραπάνω φυσικών προσώπων από κάθε φόρο, εισφορά, τέλος, κράτηση και ειδική εισφορά αλληλεγγύης.

Εφόσον το συνολικό ετήσιο προσδιορισθέν ποσό της νέας οικειοθελούς παροχής εξεταζόμενο ανά διετία, είναι μικρότερο των €40 εκατ. σε κάποιο έτος αυτής, τα νομικά πρόσωπα μέλη της ναυτιλιακής κοινότητας που έχουν υπογράψει το ιδιωτικό συμφωνητικό του Παραρτήματος Ι του Συνυποσχετικού, αναλαμβάνουν την υποχρέωση να καταβάλλουν το υπολειπόμενο ποσό μετά την υποβολή των δηλώσεων του φόρου πλοίων του επόμενου έτους της κάθε διετίας.

Τυχόν έλλειμμα των εσόδων από τη Νέα Οικειοθελή Παροχή σε ένα έτος της εν λόγω διετίας συμψηφίζεται με τυχόν πλεόνασμα στο άλλο έτος αυτής. Με τον Ν.5000/2022 και με εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2022 πραγματοποιήθηκαν αλλαγές (πρόσθετη πράξη) στη νέα οικειοθελή παροχή των μελών της ναυτιλιακής κοινότητας.

Ο συντελεστής φορολόγησης των εισαγόμενων στην Ελλάδα μερισμάτων μειώθηκε από 10% σε 5%, αλλά συγχρόνως αυξήθηκε το ελάχιστο ετήσιο ποσό εσόδων από την οικειοθελή παροχή, από €40 σε €60 εκατ.

Επίσης, προβλέφθηκε η φορολόγηση και των εισαγόμενων στην Ελλάδα ποσών που προέρχονται από την υπεραξία πώλησης μετοχών των πλοιοκτητριών εταιρειών ή των εταιρειών χαρτοφυλακίου τους (με συντελεστή 5%), ενώ ορίστηκε ρήτρα συλλογικής δέσμευσης των μελών της ναυτιλιακής κοινότητας για ποσοστό χωρητικότητας των δεσμευόμενων μελών άνω του 90% του συνόλου.

Διαβάστε επίσης

Global Maritime Forum: To 5% των καυσίμων θα πρέπει να είναι μηδενικών ρύπων ως το 2030

Μηχανικό πρόβλημα στο κρουαζιερόπλοιο Silver Spirit – Ρυμουλκήθηκε στον Πειραιά

Με οκτώ σκάφη η RIGINOS στην έκθεση Olympic Yacht Show