Έφυγε από τη ζωή, το βράδυ της Παρασκευής, σε ηλικία 98 ετών, η ισχυρότερη γυναίκα της ελληνικής ναυτιλίας  Αθηνά (Νουνού) Μαρτίνου.

Η Αθηνά (Νουνού) Μαρτίνου είχε δημιουργήσει τον δικό της μύθο, και σίγουρα τον μακροβιότερο, ως κορυφαία γυναίκα της ναυτιλίας – της ελληνικής και της παγκόσμιας.

1

Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, η Μαντώ Μαυρογένους και η Δόμνα Βισβίζη θεωρούνται ότι ήταν οι πρωτοπόρες καραβοκύρισσες που συμμετείχαν με τα εμπορικά τους πλοία στον εθνικό αγώνα το 1821 και η Καδιώ Σιγάλα ότι ήταν η πρώτη που ανέλαβε τη διαχείριση πλοίων τον περασμένο αιώνα.

Όμως, η Αθηνά Μαρτίνου ήταν η γυναίκα που λάτρεψε τη θάλασσα και τα πλοία και ήταν υπερήφανη που κατόρθωσε να αποκτήσει βαπόρια και που όλα τα παιδιά της, τα εγγόνια της έγιναν εφοπλιστές, αλλά και που μέσα από το δημιούργημα της, την Thenamaris, αναδείχθηκαν σαράντα στελέχη της και έγιναν και αυτοί εφοπλιστές, όπως λέει η ίδια!

Σε μια αφήγηση της, για το πως ερωτεύτηκε τη θάλασσα, είχε πει: «Είμαι Κεφαλονίτισσα, αλλά ρόλο για την αγάπη μου για τη θάλασσα έπαιξε ότι γεννήθηκα στη Γλυφάδα και έβλεπα τα πλοία να περνάνε και έλεγα στις φίλες μου: “και εμείς θα κάνουμε βαπόρια και το κάναμε. Είχαμε μανία με αυτό και το κάναμε και έκανε βαπόρια όλη η οικογένεια”».

«Σε αυτή την προσπάθεια, δεν ήμουν μόνη μου. Κοντά μου ήταν από την πρώτη στιγμή ο άνδρας μου, αλλά κυρίως ήταν ο γιος μου Θανάσης, ο οποίος από δεκατεσσάρων ετών έκανε στατιστικές και έγραφε πόσο πλήρωμα, τι χρειάζεται ένα πλοίο. Ο άνδρας μου, ο Ιωάννης Μαρτίνος, αγαπούσε τη θάλασσα. Ο Θανάσης, από την πρώτη συζήτηση, ήταν ενεργό μέρος σε αυτή την προσπάθεια. Δεν ήμουν η κινητήριος δύναμη, αλλά ήμουν ο άνθρωπος που μπορούσε να τα κάνει τα δύσκολα εύκολα. Όταν θέλεις κάτι, μπορείς να το κάνεις», είχε πει.

Το 1964, η Αθηνά Μαρτίνου, μπήκε στη ναυτιλία. Το 1971, ίδρυσε τη ναυτιλιακή εταιρεία Thenamaris και το 1975, ο στόλος αποτελούνταν από 36 πλοία.

“Διευθυντιλίκι δεν έκανα ποτέ”, επισημαίνει η Αθηνά Μαρτίνου, αλλά τονίζει: “Τη Thenamaris αγαπούσα, όχι το διευθυντιλίκι. Αυτό που ήθελα ήταν να πληθαίνουν τα βαπόρια μου και αυτό έγινε”.

“Το “Ελένη”, ήταν το δεύτερο πλοίο, δεν είχαμε λεφτά, ο Θανάσης τελείωνε το Γυμνάσιο, βρήκα λεφτά και πήγαμε στο Λονδίνο για να υπογράψει ο Θανάσης, ο οποίος μου είπε τότε, θα υψώσουμε την ελληνική σημαία. Ο Λιμενάρχης στο Λονδίνο με ρώτησε: Ξέρεις γραφομηχανή; του είπα “ναι” και κάθισα και έγραψα τα έγγραφα, τα πήρε ο Θανάσης και έτσι παραλάβαμε το βαπόρι”.

Η αφήγηση της Αθηνάς Μαρτίνου ήταν αποκαλυπτική: «Το πρώτο πλοίο το αγοράσαμε το 1964 με 80.000 λίρες. Ήταν ένα πλοίο 20 χρονών. Το “Θανάσης” ήταν ένα πλοίο του Λιβανού, ήταν για πέταμα, το φτιάξαμε, το κάναμε κυπριακό και το 1967 το πουλήσαμε στην οικογένεια Πατέρα που το αγόρασαν με 300.000 δολάρια».

Παρακολουθείστε τη συγκλονιστική συνέντευξη που είχε παραχώρησε η Αθηνά Μαρτίνου στη Μαρία Βασσάρα στην εκπομπή ΑΕΙΝΑΥΤΕΣ:

Ο πρωτότοκος γιος της, Θανάσης, περιγράφοντας τις ικανότητες της 93χρονης μητέρας του, λέει: “Διαθέτει, ικανότητα και ευφυΐα. Είναι ιδιαίτερα συμπαθής προς τρίτους. Της οφείλουμε μεγάλη ευγνωμοσύνη που μας άφησε ελεύθερους και μας έδωσε πρωτοβουλία, οι μετοχές ανήκαν στα τρία αδέλφια, χωρίς να έχει η μητέρα μου κανένα ποσοστό, δεν αναζήτησε να έχει για την ασφάλεια της κάποιο μερίδιο για τον εαυτό της. Μας έδωσε το πρώτο ρόλο. Δεν παρενέβη ούτε επαγγελματικά, ούτε και συναισθηματικά. Δεν έφερε καμία αντίρρηση για τις γυναίκες μας”.

Η Ελένη Μαρτίνου, η κόρη της Αθηνάς, θυμάται για το πρώτο εφοπλιστικό εγχείρημα:

“Η μητέρα μου ξεκίνησε τη δεύτερη γενιά των εφοπλιστών στην Ελλάδα, ο αδελφός μου Θανάσης πήγαινε στο σχολείο, κάτω από τα τετράδια του είχε τα έγγραφα από τη δουλειά. Τα πρώτα χρήματα τα έδωσε ο πατέρας μου. Η μητέρα μου πουλησε και την προίκα της, για να αγοράσει το πρώτο βαπόρι. Ήταν τυχερή γιατί ήταν καλές εποχές. Αυτοσχεδίασε και δημιουργούσε”.

Η Αθηνά, ξεκίνησε την επαγγελματική της σταδιοδρομία από το δικηγορικό γραφείο του πατέρα της. “Τότε, ήμουν στο δικηγορικό γραφείο του πατέρα μου, έγραφα τις προτάσεις για τις διάφορες υποθέσεις του στη γραφομηχανή. Είχα πεποίθηση ότι θα γίνουμε εφοπλιστές. Ο Θανάσης για να ναυλώσει το δεύτερο πλοίο, πήγε στην Κίνα. Όταν πήγα στο Λονδίνο, οι άνδρες κάθονταν στη μία γωνιά και οι γυναίκες στην άλλη γωνία. Στο Λονδίνο, εγω καθόμουν με τους άνδρες για να ακούω για τις ναυλώσεις και τα πλοία. Είμαστε ικανοί, οι πρώτες ασφάλειες, ξεκίνησαν από τους Χιώτες, είχανε τραπεζάκια στο Λονδίνο. Ήταν και εφοπλιστές και ασφαλιστές. Οι Έλληνες, είμαστε πιο έξυπνοι από τους άλλους. Οι εφοπλιστές είναι έξυπνοι άνθρωποι, Χιώτες, Ανδριώτες, Κεφαλονίτες. Κάναμε μεγάλα πράγματα. Που είναι ο Αγγελικούσης, ο Ωνάσης, ο Νιάρχος, ο πεθερός τους ήταν άνθρωπος απλός, Χιώτης, φιλάργυρος. ‘Ομως πήραν τις κόρες του Λιβανού, ο Ωνάσης και ο Νιάρχος και με τα ωραία τους κότερα, κάνανε μεγάλα πράγματα. Αυτά που έκανε ο Νιάρχος δεν μπορεί να τα κάνει άλλος”.

Η Αθηνά Μαρτίνου είχε ιδιαίτερες δεξιότητες στο κυνήγι και στο ψάρεμα. Ζούσε  μόνιμα στην Ανάβυσσο, τον χειμώνα και το καλοκαίρι, στη Σχοινούσα. Καλλιεργούσε φυστίκια Αιγίνης και διέθετε και ένα Σκοπευτήριο.

Όπως είχε πει άλλωστε: “Όταν έρχονται τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου τους κάνω μάθημα. Είμαι μοναδική και στο ψάρεμα. Εμείς με τα σαλόνια, δεν είμαστε παθιασμένοι. Έχουμε καταφέρει αυτά που επιθυμούσαμε σε όλη τη ζωή μας. Σιγά σιγά όλοι, εννοεί τα εγγόνια και τα δισέγγονα της, θα γίνουν οι εφοπλιστές”.

Δεν ξεχνάει ότι πριν από καιρό, όταν ξύπνησε ένα πρωί του Αυγούστου, είδε στον κόλπο της Σχοινούσας, 100 κότερα, σημαιοστολισμένα. Είχαν έρθει όλοι οι εφοπλιστές για να την χαιρετήσουν. “Με αγαπάνε. Όταν πεθάνω, στην κηδεία μου θα είναι πολύς κόσμος”, λέει και χαμογελάει.

Η Ελένη Μαρτίνου, θυμάται για τον πατέρα της: “ Είχαν κάνει μια σωστή σχέση, ο πατέρας μου και η μητέρα μου. Ο πατέρας μου είχε μια σοφία, μπορούσε να την μαζεύει όταν ξεχείλιζε, Η μητέρα μου μίλαγε πολλές γλώσσες και βοήθησε τον πατέρα μου στο μαγαζί, στην Πανδρόσου 50. Ο πατέρας μου είχε γούστο, ήταν ιδιοφυής άνθρωπος, αρκετά βαρύς, και λίγο δύστροπος, αγαπούσε το χώρο, την δουλειά. Ήταν προορισμός για τους τουρίστες. Μετά την Ακρόπολη, έρχονταν όλοι στην Πανδρόσου και στον Μαρτίνο. Ήταν η “Σπηλιά του Αλαντίν”.

Το Παλαιοπωλείο Μαρτίνου, είχε δημιουργήσει το 1926 ο παππούς Θανάσης Μαρτίνος.

Αλλά και ο Θανάσης, θυμάται: “Ο πατέρας μου ήταν ο αρχικός τροφοδότης στο εγχείρημα με το πρώτο πλοίο. Είχαν μια λογομαχία κάποτε, δεν πολυμιλάγανε για δέκα ημέρες, για να την ευχαριστήσει της είπε: να πάρουμε το δεύτερο πλοίο. Βλέποντας την ανάπτυξη της εταιρείας, φοβόταν και προσπαθούσε να μας συγκρατήσει, αλλά δεν επενέβαινε στο θέμα της ναυτιλίας μέχρι το 1977, που πέθανε”.

Ο σύζυγος της Αθηνάς Μαρτίνου, ήταν ο αντικέρ Ιωάννης Μαρτίνος (1907-1977), από την Στεμνίτσα Αρκαδίας, ο οποίος από την οδό Πανδρόσου 50, τροφοδότησε με σημαντικά αρχαία αγάλματα και αντικείμενα τα περισσότερα Μουσεία και συλλογές εφοπλιστών. Θεωρείται από τους βασικούς προμηθευτές αρχαίων αντικειμένων του Μουσείου Μπενάκη.

Η Αθηνά Μαρτίνου, με έμφαση δήλωνε συχνά: “Εμείς οι Έλληνες την έχουμε την αγάπη με στη θάλασσα, δεν υπάρχει άλλη δουλειά για τον Έλληνα. Πρέπει να έχουμε τριπλάσιο και τετραπλάσιο αριθμό ναυτικών σχολών.Οι φλέβες των Ελλήνων έχουν θάλασσα”.

Μιλώντας για την μητέρα του, ο Θανάσης Μαρτίνος, σε πρόσφατη συνέντευξή του, είπε: “Ήταν αφοσιωμένη στα παιδιά της. Έχασε τον πατέρα μου νέο, ήταν 49 χρονών. Δεν παντρεύτηκε, δεν ασχολήθηκε με τα κοσμικά και τα κοινωνικά. Αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά σ’ εμάς. Μας έδωσε μαθήματα εργατικότητας, αλληλεγγύης και τα χόμπι της: φυσιολατρία, ψάρεμα”.

Διαβάστε επίσης

Αθηνά (Νουνού) Μαρτίνου: Η θάλασσα είναι στις φλέβες του Έλληνα – Είμαι υπερήφανη που όλα τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου και άλλα 40 στελέχη της Thenamaris έγιναν εφοπλιστές

Θανάσης, Ανδρέας και Nτίνος Μαρτίνος: Τα παιδιά του αντικέρ που έχουν σήμερα περιουσία 5,6 δισ. δολάρια

Ίδρυμα «Αθηνά Ι. Μαρτίνου»: 22 υποτροφίες για νέους σπουδαστές ΑΕΝ