Ευάγγελος Αποστολάκης, πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας και επίτιμος αρχηγός του ΓΕΕΘΑ
«Προοπτική για τα ναυπηγεία της χωράς υπάρχει αρκεί να υπάρχει και η αντίστοιχη πολιτική βούληση», τονίζει ο πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας και επίτιμος αρχηγός του ΓΕΕΘΑ, ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης, αναφερόμενος στο μέλλον της ναυπηγικής βιομηχανίας της χώρας.
Μιλώντας στο πρόσφατο συνέδριο που διοργάνωσε η ΟΝΕΧ και η Fincantieri, διατύπωσε δημόσια την πρόταση του, επεσήμανε ότι «το Πολεμικό Ναυτικό πρέπει να έχει τουλάχιστον τον έλεγχο σε ένα ναυπηγείο όπου θα πραγματοποιεί τον μεγαλύτερο όγκο των εργασιών του».
Ταυτόχρονα τόνισε ότι «δεν είναι δυνατόν και μας γυρίζει πολλά χρόνια πίσω ένα ολόκληρο έργο κατασκευής νέων φρεγατών να δίνεται εξ’ολοκλήρου σε ξένα ναυπηγεία» και διευκρίνισε: «Γνωρίζεται πως και εγώ προσωπικά είτε ως αρχηγός ΓΕΕΘΑ είτε ως Υπουργός πίεσα και είχαμε ήδη ξεκινήσει τις διαδικασίες για την ναυπήγηση φρεγατών το 2019. Δυστυχώς αυτή τη στιγμή τρέχει ένα πολύ σημαντικό εξοπλιστικό πρόγραμμα που έχει όμως ένα μελανό σημείο. Δεν έχει καμία συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής και προφανώς για τις φρεγάτες ναυπηγικής βιομηχανίας».
Επίσης ο Ευάγγελος Αποστολάκης καυτηρίασε τη στάση της κυβέρνησης που δεν ξεκίνησε τις σχολές για την εκπαίδευση τεχνικών των Ναυπηγείων διετούς θητείας.
Αναλυτικότερα, ο ίδιος επεσήμανε ότι η Ελλάδα μια χώρα με ισχυρή ναυτική παράδοση δεν μπορεί να είναι ουραγός στη ναυπηγική βιομηχανία και πρόσθεσε: «Δυστυχώς τις τελευταίες δεκαετίες γίναμε μάρτυρες πολιτικών απαξίωσης με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση και τον μαρασμό των ναυπηγείων της χώρας. Και εδώ θέλω να είμαι ειλικρινής και ξεκάθαρος μαζί σας. Έχουν ευθύνη και οι ιδιώτες που δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Και στα δυο μεγάλα ναυπηγεία το ζητούμενο κυρίως ήταν τα κρατικά χρήματα μέσω των προγραμμάτων του Πολεμικού Ναυτικού. Εδώ και δεκαετίες δεν πραγματοποιήθηκε καμία ουσιαστική ιδιωτική επένδυση με στόχο τον εκσυγχρονισμό και την εναρμόνιση με τις σύγχρονες ανάγκες. Τελευταία σοβαρά έργα εκσυγχρονισμού υποδομών έγιναν στις αρχές της δεκαετίας του 2000 στον Σκαραμαγκά στα πλαίσια του προγράμματος των Υποβρύχιων».
Στη συνέχεια ο Ευ. Αποστολάκης τόνισε ότι από τη μια στην Ελευσίνα είχαμε μια κατάσταση βαλτωμένη με την κατασκευή των ΤΠΚ να διαιωνίζεται και τους εργαζόμενους ομήρους χωρίς καν να πληρώνονται σε ένα ναυπηγείο που βάδιζε στην χρεοκοπία και από την άλλη και στον Σκαραμαγκά είδαμε ιδιώτες να ενδιαφέρονται μόνο για κρατικά χρήματα στο όνομα των υποβρυχίων, να κλείνουν δραστηριότητες, να αφήνουν εγκαταστάσεις στην τύχη τους και να οδηγούν το ναυπηγείο στην πτώχευση και δεν δίστασαν να αφήσουν ανολοκλήρωτα ακόμα και τα Υποβρυχια κρατώντας όμηρο το Πολεμικό Ναυτικό για πάνω από 4 χρόνια.
Για τον ρόλο του Πολεμικού Ναυτικού στην λειτουργία των Ναυπηγείων, ο Ευ. Αποστολάκης είπε:«Και στα 2 ναυπηγεία το Πολεμικό Ναυτικό μπήκε μπροστά και ανέλαβε μαζί με τους εργαζόμενους την ολοκλήρωση των έργων του μέσα από μια διαδικασία που όπως αποδείχθηκε ήταν και είναι απολύτως επιτυχημένη. Παράλληλα μέσα από αυτή την διαδικασία δόθηκε η δυνατότητα να αποφευχθεί το οριστικό εκείνη την στιγμή κλείσιμο και να διασωθεί η πολύτιμη για το μέλλον τεχνογνωσία των εργαζομένων.Δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε πως βασικό σημείο αλλαγής της πορείας για τα ναυπηγεία ήταν η αλλαγή πολιτικής που συντελέστηκε από το 2015 και μετά, όπου έπεσε το βάρος σε πολιτικές επανεκκίνησης των ναυπηγείων της χώρας.Μετά από χρόνια «ανοχής» προς τις πρακτικές των ιδιωτών που τα κατείχαν, η Κυβέρνηση ξεκίνησε τότε όλες εκείνες τις διαδικασίες ώστε οι συγκεκριμένοι ιδιώτες να έρθουν προ των ευθυνών τους.Ήταν η πρώτη φορά που μετά από δύο τουλάχιστον δεκαετίες άρχισε να υλοποιείται ένα σχέδιο προοπτικής με την απεμπλοκή των ναυπηγείων από αυτούς που τα οδηγούσαν στο κλείσιμο ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την επανεκκίνηση τους».
Ο πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας, επί κυβέρνησης με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα, τόνισε: «Είχαμε αρχικά την επανεκκίνηση που συντελέστηκε στην Σύρο.Μια διαδικασία που δεν ήταν εύκολη αλλά ήταν συνδυασμός της τότε πολιτικής βούλησης για το μέλλον του ναυπηγείου όσο και του αξιόπιστου επενδυτικού πλάνου που υπήρξε και υλοποιείται από τότε με όλα τα θετικά αποτελέσματα που έχει τόσο για την τοπική κοινωνία όσο και για τους εργαζόμενους του ναυπηγείου. Ο μεγάλος αριθμός των πλοίων που εξυπηρετούνται από τότε μέχρι και σήμερα επιβεβαιώνει ότι ανάγκες πάντα υπήρχαν για ναυπηγεία και δικαιώνει αυτούς που επένδυσαν σε αυτή την επανεκκίνηση.
Παράλληλα κινήθηκαν οι διαδικασίες για τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά και την επανεκκίνηση τους. Ύστερα από συγκεκριμένες νομικές διαδικασίες και δύσκολες πολιτικές αποφάσεις όπως αυτή της υπαγωγής σε ειδική διαχείριση που κρίθηκε αναγκαία ώστε να απεμπλακεί το ναυπηγείο από μια ιδιοκτησία που το οδηγούσε σε πτώχευση, μπήκαν οι βάσεις για μια νέα εποχή και για τα συγκεκριμένα ναυπηγεία. Ομοίως και στα ναυπηγεία Ελευσίνας από την στιγμή που υπήρξε αντίστοιχο ενδιαφέρον από τους επενδυτές που επανεκκίνησαν την Σύρο δίνεται η δυνατότητα αναβίωσης τους, διασώζοντας όχι μόνο τις υπάρχουσες θέσεις εργασίας αλλά και δίνοντας μια προοπτική ανάπτυξης όλης της ευρύτερης περιοχής».
Για τις σχολές, ο Ευ. Αποστολάκης ήταν ιδιαίτερα επικριτικός και τόνισε: «Την ίδια χρονική στιγμή σχεδιάστηκε και ήταν υπό υλοποίηση ένα άλλο εξίσου πολύ σημαντικό κεφάλαιο για το μέλλον της ναυπηγικής Βιομηχανίας. Αυτό της εκπαίδευσης νέου εργατοτεχνικού προσωπικού. Αφού με βάση της πολιτικές απαξίωσης αυτού του κλάδου είχαν κλείσει οι σχολές που έβγαζαν τους τεχνίτες που δούλευαν στα ναυπηγεία της χώρας, ήταν η πρώτη φορά που σχεδιάστηκε 2ετούς διάρκειας Δημόσιες Σχολές κατάρτισης σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. που όμως δεν λειτούργησαν ποτέ εξαιτίας της πολιτικής της παρούσας κυβέρνησης. Είναι σημαντικό και δεν πρέπει να το προσπερνάμε και εγώ δεν θέλω να κρύβομαι πίσω από το δάχτυλο μου. Υπήρξε απαξίωση του τεχνικού προσωπικού όλα τα προηγούμενα χρόνια. Έχουμε εξαιρετικά στελέχη, μηχανικούς, εργοδηγούς, τεχνίτες…όμως δεν είναι δυνατόν στις εταιρείες της αμυντικής βιομηχανίας να έχουμε περισσότερα διοικητικά στελέχη από τεχνικό προσωπικό και εδώ έχουμε όλοι ευθύνη».
Τέλος, ο Ευ. Αποστολάκης τόνισε: «Σήμερα έχουμε, μια Ναυπηγική Βιομηχανία που κατά τη γνώμη μου έχει όλες εκείνες τις προϋποθέσεις για επανεκκίνηση της. Ανάγκες υπάρχουν, τόσο στα πλαίσια της ακτοπλοΐας, όσο του εμπορικού στόλου αλλά και του Πολεμικού Ναυτικού. Οι ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού της χώρας είναι μεγάλες. Το παράδειγμα της ομηρίας που ζήσαμε των πολεμικών μας πλοίων στα χέρια ιδιωτικών συμφερόντων καλό είναι να μας προβληματίσει. Παράλληλα το επιτυχημένο τα τελευταία χρόνια εγχείρημα μέσω της απευθείας συνεργασίας Πολεμικού Ναυτικού & Εργαζομένων στα 2 μεγάλα ναυπηγεία όπου τα ‘εγκλωβισμένα’ πλοία ολοκληρώνονται πολύ πιο φθηνά, αλλά και με πολύ μικρότερο κόστος γίνονται μια σειρά από έργα συντήρησης και επισκευής πλοίων του στόλου, έρχεται να επιβεβαιώσει αυτούς που υποστηρίζουν την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απεμπλοκή των έργων του Πολεμικού Ναυτικού από τα ιδιωτικά συμφέροντα. Αυτό αποκαλύπτει πλήρως την απαξίωση που διακατέχει την σημερινή κυβέρνηση σε σχέση με τις δυνατότητες της εγχώριας ναυπηγικής Βιομηχανίας».