Το ζήτημα των εξαγωγών, με βάση και την πρόσφατη έρευνα που διεξήγαγε η Ένωση, απασχολεί τον ΣΕΒ στο μηνιαίο του ενημερωτικό δελτίο «Export Ready – Νοέμβριος 2018».

Όπως αναφέρει ο αντιπρόεδρος του ΣΕΒ, Κωνσταντίνος Μπίτσιος, «η πρόσφατη έρευνα που διεξήγαγε ο ΣΕΒ για τις εξαγωγές, ανέδειξε το κόστος προώθησης και προβολής στις αγορές του εξωτερικού ως το σημαντικότερο εμπόδιο που έχουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στην επιδίωξή τους να αυξήσουν την εξαγωγική τους δραστηριότητα. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα, ότι το κόστος προώθησης και προβολής θεωρείται ως σημαντικό εμπόδιο από το 45% των επιχειρήσεων ενώ έπονται, η εύρεση επαρκούς χρηματοδότησης (34%), το κόστος ασφάλισης εξαγωγών (28%), η γραφειοκρατία και διαφθορά στις αγορές-στόχους (26%), η απουσία διμερών συμφωνιών με χώρες-στόχους (20%), οι δυσκολίες είσπραξης από πελάτες στο εξωτερικό (18%), οι τελωνειακές διαδικασίες σε εξωτερικό (17%) και σε Ελλάδα (15%), ο περιορισμένος όγκος παραγωγής (15%), οι πολιτισμικές διαφορές (11%) και οι διαδικασίες για βίζες και άδειες εισόδου (7%)».

Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του ΣΕΒ, «αξιοσημείωτη είναι η σύνδεση των αποτελεσμάτων με το μέγεθος των επιχειρήσεων. Όσο το μέγεθος της επιχείρησης μικραίνει τόσο αυξάνεται το ποσοστό των απαντήσεων που θεωρούν το κόστος προώθησης και προβολής ως σημαντικό εμπόδιο για την εξαγωγική τους δραστηριότητα. Αυτό, προϋποθέτει συνεργασίες. Δυστυχώς, παρά το μεγάλο αριθμό μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, οι επιχειρηματικές συνεργασίες στην εξαγωγική δραστηριότητα είναι ελάχιστες.

Τα εξαγωγικά συνεργατικά σχήματα, αν και αποδεδειγμένα αποτελούν το όχημα για την επιτυχία των μικρών και μεσαίων εταιριών, δεν λαμβάνουν καμία στήριξη από την Πολιτεία. Σε μια περίοδο κατά την οποία πρέπει να αυξήσουμε τις εξαγωγές πολύ δύσκολα θα αναπτυχθούν επιχειρηματικές συνεργασίες χωρίς την παροχή αξιόλογων κινήτρων.

Άλλωστε και η γενικότερη υποστήριξη που παρέχεται από την Πολιτεία προς τους εξαγωγείς είναι περιορισμένη. Το πρόσφατο πρόγραμμα του ΕΣΠΑ για τις εξαγωγές προβλέπει οικονομική στήριξη μόνο για συμμετοχή σε διεθνείς εκθέσεις. Ο ΣΕΒ έχει προτείνει να συμπεριληφθούν και άλλες δράσεις όπως π.χ. οι επιχειρηματικές αποστολές, τα in-house promotions και οι προωθητικές ενέργειες μέσω διαδικτύου».

«Σε μια κρίσιμη για τη χώρα περίοδο, η διεύρυνση των δράσεων στήριξης των εξαγωγικών επιχειρήσεων, αποτελεί καίριο αίτημα του ΣΕΒ το οποίο προωθεί προς την κυβέρνηση, σε συνεργασία με τους υπόλοιπους εξαγωγικούς φορείς της χώρας», καταλήγει ο αντιπρόεδρος του ΣΕΒ.

Πώς οι εξαγωγές έβγαλαν την Πορτογαλία από την κρίση – Η διαφορά με την Ελλάδα

Το έλλειμμα διεθνούς ανταγωνιστικότητας ανάγκασε Ελλάδα και Πορτογαλία να υπαχθούν σε προγράμματα διάσωσης. Εδώ σταματούν οι ομοιότητες και ξεκινούν οι διαφορές καθώς η εφαρμογή των προγραμμάτων διέφερε σημαντικά από την κάθε χώρα. Στην Πορτογαλία η ενίσχυση της εξωστρέφειας και της βιομηχανικής βάσης έγιναν οχήματα ανάπτυξης και νέων θέσεων εργασίας. Η Πορτογαλία έγινε περισσότερο εξωστρεφής (€55 δισ. το 2017 με €29 δισ. στην Ελλάδα, έναντι €38,8 δισ. και €21,3 δισ. το 2008). Η μικρή εσωτερική αγορά της δεν ανέκοψε την βιομηχανική ανάκαμψη, ενώ, οι προορισμοί χαμηλότερου τιμοκαταλόγου (π.χ. Βραζιλία, Αγκόλα, κλπ) δεν αποτέλεσαν στόχους, παρά τις παραδοσιακές σχέσεις. Οι εξαγωγές της Πορτογαλίας επικεντρώθηκαν κατά 75% στην Ε.Ε. εξάγοντας βιομηχανικά προϊόντα υψηλότερης προστιθέμενης αξίας και τιμής (π.χ. αυτοκίνητα, μηχανήματα, μεταποιημένα μέταλλα, κλπ). Σε αντίθετη κατεύθυνση η Ελλάδα, μετατόπισε τις εξαγωγές εκτός Ε.Ε. (53% σήμερα, έναντι 43% προ κρίσης) όπου πρωτεύον κριτήριο ανταγωνιστικότητας είναι η τιμή.

Με συνεχή αναβάθμιση παραδοσιακών δραστηριοτήτων της, η Πορτογαλία επιπλέον δεν άφησε ούτε την ένδυση/υπόδηση να ατονήσει. Ως αποτέλεσμα, το 7% των εξαγωγών προέρχεται από τον κλάδο αυτό έναντι 1,2% στην Ελλάδα. Με ειδικές γραμμές πίστωσης για εξαγωγικές ΜμΕ, υπηρεσίες μιας στάσης για την ολοκλήρωση των εξαγωγών, προγράμματα αναβάθμισης του εθνικού ονόματος (marca Portugal) και εστίαση στις B2B εξαγωγές, η προ κρίσης εικόνα των δύο χωρών έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά σε βάρος της Ελλάδας, μέσα σε πολύ λίγα χρόνια. Πλέον, με 12% μεγαλύτερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ από την Ελλάδα, η Πορτογαλία δείχνει πώς μια μικρή και περιφερειακή χώρα μπορεί να βρει εξαγωγικό βηματισμό.

Η Πορτογαλία ξεπέρασε την κρίση πετυχαίνοντας σημαντική πρόοδο με συγκεκριμένο σχέδιο και στόχους:

Το στοίχημα της ιδιοκτησίας των μεταρρυθμίσεων κερδήθηκε ξεκάθαρα. H ταχύτητα εξόδου από το πρόγραμμα προσαρμογής συνδέθηκε με την μεταρρυθμιστική ταχύτητα. Ως αποτέλεσμα, το πρόγραμμα της Πορτογαλίας ολοκληρώθηκε ένα χρόνο νωρίτερα. Στην Ελλάδα χρειάστηκαν άλλα 2 προγράμματα, αλλά και ο κίνδυνος ενός Grexit.

Έτσι, η δημοσιονομική προσπάθεια στην Πορτογαλία ήταν μικρότερη, με εποπτεία από τον ESM ως το 2026, ενώ στην Ελλάδα έως το 2060. Στην Ελλάδα, η μεταρρυθμιστική ανατροπή παραμένει ορατός κίνδυνος.

Η ενίσχυση της βιομηχανικής βάσης και η εξωστρέφεια έγιναν τα οχήματα ανάπτυξης και δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας.

Η Πορτογαλική οικονομία είναι σημαντικά πιο εξωστρεφής (€55 δισ. το 2017 με €29 δισ. στην Ελλάδα, έναντι €38,8δις και €21,3δις το 2008). Η εξωστρέφεια της Πορτογαλίας συνδέεται άμεσα με καλές και σταθερές θέσεις εργασίας στη μεταποίηση (7,8% του πληθυσμού, με 3,3% στην Ελλάδα και 6,9% στην ΕΕ). Ειδικά η απασχόληση στις ΜμΕ στη μεταποίηση (συνδέεται με το brain drain) υπολείπεται κατά 13% σε σχέση με το 2008 έναντι 32% στην Ελλάδα. Η Ελλάδα δυστυχώς πορεύεται χωρίς πραγματική βιομηχανική πολιτική, παρότι ευαγγελίζεται την «παραγωγική ανασυγκρότησή» της.

Αν και η άμεση φορολογική επιβάρυνση είναι παρεμφερής στις δυο χώρες (περίπου 10,3% του ΑΕΠ), οι έμμεσοι φόροι στην Πορτογαλία είναι εμφανώς μικρότεροι (14,9% έναντι 17,3%).

Καλύτερη εισπραξιμότητα φόρων στην Πορτογαλία, ειδικά στο ΦΠΑ. Μετά το 2008, τα έσοδα ΦΠΑ της Ελλάδας έχουν υποχωρήσει 16%, τη στιγμή που η Πορτογαλία καταγράφει άνοδο 9%.

– Το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών είναι σημαντικά χαμηλότερο στην Πορτογαλία (για τον εργαζόμενο 11% έναντι 16% στην Ελλάδα και για τον εργοδότη 23,75% έναντι 26,06%).

Παρά τις καλύτερες επιδόσεις της οικονομίας, ο κατώτατος μισθός στην Πορτογαλία παραμένει χαμηλότερος του ελληνικού, στα 580€ έναντι 586,08€.

– Δεν υπήρξαν αιφνίδιες ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις στην Πορτογαλία «μετά το μνημόνιο». Η κυβέρνηση και η πλειοψηφία των κοινωνικών εταίρων συμφώνησαν να μην εφαρμόσουν για 18 μήνες ρυθμίσεις συλλογικών συμβάσεων, με
σκοπό τον καλύτερο κοινωνικό διάλογο, την εδραίωση εμπιστοσύνης στους ισχύοντες κανόνες, αλλά και ευελιξία στις μισθολογικές προσαρμογές ανάλογα με τις οικονομικές εξελίξεις και τη βελτίωση της παραγωγικότητας.

– Οι πολιτικές παραγωγικής μεγέθυνσης των μικρότερων επιχειρήσεων στην Πορτογαλία βελτίωσαν την επιβίωση και τη διεθνή ανταγωνιστικότητα.

Έτσι, η παραγωγικότητά τους αυξήθηκε κατά 6%, ενώ στην Ελλάδα με τις συνεχιζόμενες πολιτικές διατήρησης του μικρού μεγέθους (ειδικά μέσω ΕΣΠΑ) μειώθηκε κατά 12% μέσα στην κρίση.

– Η βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος αποδεικνύεται από διεθνώς αποδεκτούς δείκτες, η συγκριτική αξιολόγηση να υποστηρίζει τις μεταρρυθμιστικές επιτυχίες ωστε να προσελκύει περισσότερες επενδύσεις.

Επίσης, η φορολογική διοίκηση να είναι αποτελεσματική και να συνεισφέρει στη φορολογική δικαιοσύνη.

Η εμπειρία της Πορτογαλίας δείχνει πώς μια μικρή και περιφερειακή χώρα μπορεί να βρει βηματισμό. Η προ κρίσης εικόνα των δύο χωρών έχει πλέον διαφοροποιηθεί σημαντικά με τα παραγωγικά μεγέθη τους να έχουν αντιστραφεί σε βάρος της Ελλάδας.