ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Άγονος υπήρξε για δεύτερη φορά χθες ο πλειστηριασμός της πολυτελούς οικίας στην Εκάλη, του , του πρώην «άρχοντα» του ηλεκτρολογικού υλικού, με επισπεύδουσα τράπεζα την Alpha Bank καθώς δεν προσέλκυσε το ενδιαφέρον των αγοραστών. Ο άλλοτε πανίσχυρος επιχειρηματίας, που μεσουράνησε την περίοδο των παχιών αγελάδων της ελληνικής οικονομίας και πτώχευσε τον Ιούλιο του 2017, έχει χρέη στην Alpha Bank πάνω από 340.000 ευρώ και στο ΙΚΑ 2.200.000 ευρώ. Η πρώτη τιμή εκκίνησης της πολυτελούς οικίας, που αποτελεί τμήμα συγκροτήματος τεσσάρων κατοικιών, είναι 600.000 ευρώ. Αποτελείται από υπόγεια με εμβαδόν 24 τ.μ. και 113 τ.μ. καθένα, ισόγεια περίπου 100 τ.μ., πρώτο όροφο 84 τ.μ. και δώμα.
Είναι η δεύτερη φορά που η Alpha Bank επιχειρεί τον πλειστηριασμό του συγκεκριμένου ακινήτου ενώ είχε προηγηθεί μπαράζ πλειστηριασμών σε σειρά περιουσιακών στοιχείων της Αφοί Κωνσταντακάτου, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν οικόπεδα και καταστήματα της εταιρείας.
Η Alpha έχει προγραμματίσει επίσης τον Ιανουάριο να βγάλει ξανά σε πλειστηριασμό και τα άλλα ακίνητα μεγάλης αξίας που αποτελούν μέρος της πτωχευτικής περιουσίας της Αφοί Κωνσταντακάτου, όπως το τριώροφο κτίριο στη Νέα Κηφισιά όπου στεγάζονταν τα γραφεία της εταιρείας με τιμή εκκίνησης 2,5 εκατ. ευρώ, αλλά και τις αποθήκες και το κέντρο διανομής της εταιρείας στον Αυλώνα με πρώτη τιμή τα 2,4 εκατ. ευρώ.
Για κάποιους ο πλειστηριασμός του ακινήτου του κ. Κωνσταντακάτου αποτελεί τη «Νέμεση για την ύβρη» που διέπραξε ο επιχειρηματίας, αφήνοντας υπέρογκα χρέη σε 200 εργαζόμενους και προμηθευτές με την πτώχευση της εταιρείας του. Την ίδια στιγμή μάλιστα που γίνονταν γνωστό μέσω των Panama Papers πως διέθετε εξωχώρια εταιρεία στον Παναμά.
Η ιστορική εταιρεία άρχισε να παρουσιάζει οικονομικά προβλήματα λίγο μετά το ξέσπασμα της κρίσης και την είσοδο της χώρας στον αστερισμό των Μνημονίων. Η κατακόρυφη κάμψη της κατανάλωσης σε συνδυασμό με το κλείσιμο της στρόφιγγας από τα τραπεζικά ιδρύματα έπνιξαν την εταιρεία.
«Όνομα βαρύ σαν ιστορία»
Η εταιρεία Αφοί Κωνταντακάτου ιδρύθηκε από το Μαρίνο Κωνσταντακάτο σε συνεργασία με τους αδελφούς του Βασίλη και Λευτέρη το 1919. Τα πρώτα χρόνια εισήγαγε ηλεκτρολογικό υλικό (καλώδια, μονωτήρες, στύλους, κ.λ.π.) με το οποίο εφοδίαζε, κυρίως, τις ιδιωτικές εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος που υπήρχαν τότε σε όλες τις ελληνικές πόλεις.
Στο τέλος της δεκαετίας του ΄30 η εταιρεία έχει ήδη καταλάβει μία από τις πρώτες θέσεις στον κλάδο της. Όμως, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η επιχείρηση διέκοψε τη λειτουργία της το 1941 για να μην συνεργασθεί με τους κατακτητές και υφίσταται ολική καταστροφή.
Μετά τον πόλεμο, η εταιρεία ξεκίνησε κυριολεκτικά από το μηδέν, χωρίς καθόλου κεφάλαια, με μοναδικό εφόδιο την καλή φήμη της, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Το καλό όνομα υπό τις συνθήκες αυτές είχε καθοριστική σημασία:
Ήταν απαραίτητο για να δοθούν πιστώσεις χωρίς εγγύηση από προμηθευτές ανάμεσα στα ελάχιστα εργοστάσια του εξωτερικού που λειτουργούσαν τότε. Η εταιρεία κατόρθωσε να επαναδραστηριοποιηθεί γρήγορα και μέσα σε λίγα χρόνια, το 1953, κατέκτησε την πρώτη θέση στον κλάδο της.
Στα τέλη της δεκαετίας του ΄50 η ίδρυση της ΔΕΗ και η σταδιακή εξαγορά των ιδιωτικών εταιρειών παραγωγής ηλεκτρισμού, στερεί την εταιρεία από ένα σημαντικό τμήμα της πελατείας της. Γι΄ αυτό, η εταιρεία κατεύθυνε τις πωλήσεις της προς τους ηλεκτρολόγους – εγκαταστάτες που είχαν αναλάβει τον εξηλεκτρισμό της χώρας.
Την εποχή αυτή άρχισε σταδιακά η είσοδος στην εταιρεία της δεύτερης γενιάς επιχειρηματιών. Με πανεπιστημιακή μόρφωση και όρεξη για δουλειά άνοιξαν νέους ορίζοντες στην οικογενειακή επιχείρηση.
Τις επόμενες δεκαετίες συνεχίστηκε η επέκταση της εταιρείας, ενώ το 2005 κατασκευάστηκαν αποθήκες στον Αυλώνα. Όλα αυτά σταμάτησαν με την έλευση της κρίσης. Με την είσοδο της χώρας στον αστερισμό των Μνημονίων και της σκληρής λιτότητας άρχισε η αντίστροφη μέτρηση…
Για την ιστορία το πολυτελές ακίνητο στον οικισμό της «Αγίας Τριάδας» είναι άνω των 180 τ.μ και διαθέτει δυο υπόγεια βγαίνει σε δημόσιο πλειστηριασμό στις 9 Μαΐου του 2018 στο Ειρηνοδικείο Αμαρασίου για χρέη ύψους 123 χιλ. ευρώ.