Πληθαίνουν τα «σοκ» στις δυναστείες της πολυτέλειας, καθώς όλο και πιο συχνά οι οίκοι πολυτελείας μπαίνουν στη δίνη ενός sell-off.

Τα απογοητευτικά αποτελέσματα του β’ τριμήνου για εταιρείες όπως η Burberry και Swatch οδήγησαν σε ένα ευρύτερο ξεπούλημα στις αρχές της εβδομάδας που κόστισε στην τριάδα της πολυτέλειας, Μπερνάρ Αρνό,  Φρανσουάζ Μπέτενκορτ Μέγιερς και Φρανσουά Πινό κοντά στα 24 δισ. δολάρια.

1

Οι προκλήσεις για τους οίκους πολυτελείας

Οι τρεις τους ανήκουν στις σημαντικότερες δυναστείες πολυτέλειας και βρίσκονται πίσω από τα brands των LVMH, L’ Oreal και Gucci αντίστοιχα.

Οι γαλλικές εταιρείες που ελέγχει η τριάδα έχουν πληγεί από τους επιφυλακτικούς επενδυτές, οι οποίοι συνυπολογίζουν το πολιτικό χάος της Γαλλίας με τις οικονομικές πιέσεις των καταναλωτών από την μακρά περίοδο υψηλών επιτοκίων, στην απόφασή τους να μειώσουν την έκθεσή τους στην πολυτέλεια.

Συνολικά, οι περιουσίες κάποιων super rich που χτίζουν τον πλούτο τους από ακριβά προϊόντα που προορίζονται για περιποίηση έχουν μειωθεί κατά 5% φέτος, ή περίπου 24 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το κλείσιμο της Τρίτης, σύμφωνα με τον δείκτη.

Ο πλούτος του Αρνό έχει μειωθεί κατά 10,8 δισ. δολάρια τον τελευταίο χρόνο στα 196,7 δισ. δολάρια και πλέον ο Γάλλος επιχειρηματίας βρίσκεται πίσω από τους Έλον Μασκ και Τζεφ Μπέζος στους δείκτες των δισεκατομμυριούχων.

Η LVMH, η εταιρεία που έχτισε επί τρεις δεκαετίες σε έναν κολοσσό 75 εμπορικών σημάτων, συμπεριλαμβανομένων του Christian Dior, του κοσμηματοπωλείου Tiffany και της Hennessy Cognac, ανακοίνωσε αισθητά μειωμένη αύξηση των πωλήσεων στη μόδα και τα δερμάτινα είδη το πρώτο τρίμηνο και συνολική μείωση στην Ασία, εκτός της Ιαπωνίας.

Οι δυσμενείς προοπτικές της L’Oreal για την Κίνα επιδείνωσαν τον συνολικό πλούτο της Μπέτενκορτ Μέγιερς, 71 ετών, η οποία τον περασμένο Δεκέμβριο έγινε η πρώτη γυναίκα με περιουσία 100 δισεκατομμύρια δολάρια. Η περιουσία της πλέον έπεσε σε περίπου 90 δισεκατομμύρια δολάρια. Με high end brands όπως η Aesop, η Lancome και η Yves Saint Laurent, καθώς και οι πιο προσιτές μάρκες όπως η L’Oreal Paris, Garnier και Maybelline, η εταιρεία στην οποία η ίδια και η οικογένειά της κατέχουν σχεδόν το 35% των μετοχών προσπαθεί να αντιμετωπίσει την επιβράδυνση στην ανάπτυξη σε όλες τις περιοχές και τις τιμές.

Η περίπτωση της Gucci

Η πτώση της περιουσίας του Πινό ήταν η πιο αξιοσημείωτη, καθώς μειώθηκε κατά το ήμισυ τα τελευταία τρία χρόνια στα 28 δισεκατομμύρια δολάρια. Άλλωστε τα προβλήματα στην αυτοκρατορία του είναι πολύ βαθύτερα απ’ ότι στις άλλες εταιρείες, οι οποίες αντιμετωπίζουν τη μειωμένη ζήτηση από την Κίνα και τη γαλλική πολιτική αβεβαιότητα.

Η Kering, της οποίας ηγείται ο γιος του, Φρανσουά-Ανρί Πινό, προειδοποίησε τον Απρίλιο ότι τα κέρδη θα καταρρεύσουν το πρώτο εξάμηνο του έτους, καθώς η εταιρεία προσπαθεί να σταματήσει την καθοδική πορεία του μεγαλύτερου brand της, της Gucci.

Την ίδια στιγμή, υπάρχουν δισεκατομμυριούχοι που κατάφεραν να αυξήσουν τις περιουσίες τους το προηγούμενο διάστημα, συμπεριλαμβανομένων των αδελφών Βερτχάιμερ που βρίσκονται πίσω από τη Chanel. Η εταιρεία κατέγραψε διψήφια ανάπτυξη πέρυσι, αν και προειδοποίησε ότι η αγορά έχει γίνει πιο δύσκολη και ότι η ζήτηση για τις τσάντες και τα τουίντ κοστούμια της έχει μειωθεί στις ΗΠΑ.

Ο Νοτιοαφρικανός δισεκατομμυριούχος Johann Rupert, 74 ετών, ο οποίος ελέγχει την  Richemont στην οποία ανήκει η Cartier, είναι επίσης στους κερδισμένους.

Η ανθεκτικότητα της Richemont επιβεβαιώθηκε την Τρίτη, όταν η εταιρεία ανακοίνωσε αύξηση των πωλήσεων στα brands κοσμημάτων που περιλαμβάνουν επίσης τις Van Cleef & Arpels και Buccellati, αντισταθμίζοντας μια συνολική πτώση 27% στα έσοδα από την ευρύτερη περιοχή της Κίνας.

Διαβάστε επίσης:

Μπερνάρ Αρνό: Η αυτοκρατορία του Mr Louis Vuitton και το «χρυσό μετάλλιο» στους Ολυμπιακούς Αγώνες

Μπερνάρ Αρνό και Ανδρέας Δρακόπουλος: Μόδα και Τέχνη

Μπερνάρ Αρνό (LVMH): Από την πολυτέλεια στις επενδύσεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη