Ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο, έτσι όπως το χαρακτηρίζουν τουλάχιστον οι τραπεζίτες, παίζει πλέον πρωταγωνιστικό ρόλο στο ελληνικό επιχειρηματικό περιβάλλον, αλλά, αν και αναπτύσσει συστηματικά την επενδυτική του δραστηριότητα, δεν έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των εγχώριων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, για ένα απλό λόγο: Σύμφωνα με πληροφορίες από τραπεζικές πηγές, δεν μπορεί ή δεν θέλει να αποδείξει την προέλευση των κεφαλαίων του.

Κάτι άλλο που επισημαίνουν οι τραπεζίτες είναι το… εξαιρετικά χαμηλό προφίλ που διατηρεί και ότι δεν εμφανίζεται ποτέ ο ίδιος, όπως λέγεται, διατηρώντας το μυστήριο για το πρόσωπό του, ίσως περισσότερο από ό,τι θα  περίμενε κανείς  από έναν αξιόπιστο μεγάλο επενδυτή.

Ακόμη και στην περίπτωση της Creta Farms, στην οποία εμφανίζεται ως “λευκός ιππότης” που προτίθεται να στηρίξει τον Κωνσταντίνο Δομαζάκη και να βάλει 15 εκατ. ευρώ στην εταιρεία, το όνομα και πρωτίστως το σχέδιο του επενδυτή παρουσίασε στις τράπεζες ο βασικός μέτοχος της κρητικής εταιρίας και όχι ο επιχειρηματίας από τη Βενεζουέλα.

Τα deals της οικογένειας Δουζόγλου από την Βενεζουέλα, σε Αθήνα και Μύκονο, είναι ιδιαίτερα σημαντικά και είναι αξίας τουλάχιστον 116 εκατ. ευρώ. Η οικογένεια έχει αγοράσει το ξενοδοχείο Πεντελικόν στην Κηφισιά, το 2015, έναντι τιμήματος που κατά πληροφορίες έφτασε τα 23 εκατ. ευρώ.

Ακολούθησαν οι αγορές και άλλων εμβληματικών ακινήτων, όπως το ιστορικό κτίριο του ΟTΕ στην οδό Σταδίου (λέγεται πως το τίμημα έφτασε τα 13 εκατ. ευρώ), το πρώην ξενοδοχείο «Λητώ» στη Μύκονο, σε διαγωνισμό του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων, έναντι περίπου 17 εκατ. ευρώ μέσω της εταιρείας Αστέρας 2020 με υπευθύνους το στέλεχος του κ. Δουζόγλου, Χρήστο Στεφανίτση, και τη κυρία Μαρία-Ελενα Δουζόγλου-Ηλιοπούλου.  το ξενοδοχείο Μιστράλ στο Πειραιά και το εμβληματικό ξενοδοχείο Λητώ στην Μύκονο.

Έχει επίσης αγοράσει επίσης αντί του ποσού των 6 εκατ. ευρώ την εμβληματική βίλα της οικογένειας Τσαντίλη στη Φιλοθέη και  το κτίριο του Village στο Φάληρο από την Alpha Bank έναντι 20 εκατ. ευρώ. Στη Μύκονο, επίσης, εταιρείες του Θ. Δουζόγλου φέρονται να έχουν αποκτήσει συγκρότημα που κατείχε η οικογένεια Θεόδωρου Αγγελόπουλου, καθώς και άλλη μεγάλη έκταση στην Ελιά.

Το περίεργο, σύμφωνα με πηγές της αγοράς είναι,  ωστόσο είναι ότι δεν δείχνει κανένα ζήλο να αποσβέσει τις επενδύσεις του. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ώρα που στην Αθήνα παρατηρείται έκρηξη αφίξεων και έως το 2020 θα έχουν ανοίξει 50 νέα ξενοδοχεία, μικρά και μεγάλα, ο Θεόδωρος Δουζόγλου,  τα εμβληματικά ακίνητα που έχει αγοράσει με εξαίρεση το Λητώ το οποίο αγοράστηκε μισθωμένο, τα υπόλοιπα παραμένουν αναξιοποίητα.

Ο κ. Δουζόγλου και οι τράπεζες

Ο Teodoro Danilopol Duzoglu όπως αποκαλείται στην Λατινική Αμερική, ο οποίος όμως έλκει τις ρίζες του από τη Ρουμανία, φέρεται επίσης να έχει ξεκινήσει δραστηριότητες και στην Κύπρο χωρίς να αναφέρεται αν αυτές αφορούν μετεγκατάσταση του ή επενδύσεις.

Για τη δραστηριότητά του, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές,  είχε αναζητήσει χρηματοδότηση από τράπεζες, ωστόσο  πηγές της αγοράς αναφέρουν πως οι ελληνικές τράπεζες αρνήθηκαν την χορήγηση δανείου ύψους 50 εκατομμυρίων που φέρεται να αιτήθηκε ο επιχειρηματίας προσφέροντας ως εξασφάλιση ακίνητα από το χαρτοφυλάκιο του.

Ο λόγος της άρνησης των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν τις εταιρείες του, ήταν ότι, σύμφωνα με πληροφορίες του mononews.gr στις 4 Φεβρουαρίου του 2019, οι δικηγόροι του δεν αποκάλυπταν το όνομα του φυσικού προσώπου που είναι ιδιοκτήτης των εταιρειών που αιτούνταν τα δάνεια.

Ορισμένοι τραπεζικοί κύκλοι λέγεται πως διαπίστωσαν εν εξέλιξη έρευνα του συγκεκριμένου επιχειρηματία από τις αμερικανικές αρχές, χώρα από την οποία έχει εισαχθεί ένα σημαντικότατο μέρος των κεφαλαίων που επένδυσε στην Ελλάδα.

Άλλες πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στο mononews.gr στις 30 Μαΐου 2019, αναφέρουν πως είχε απευθυνθεί και σε ξένες τράπεζες ζητώντας δάνειο περί τα 150 εκατομμύρια ευρώ. Ποσό που προσεγγίζει ή και είναι υψηλότερο από την συνολικά αξία του χαρτοφυλακίου ακινήτων του, αναφέρουν οι ίδιες πηγές. 

Τόσο οι ελληνικές όσο και οι ξένες τράπεζες, και ειδικά οι διευθύνσεις συμμόρφωσης,  ακούγεται πως είχαν ερωτήματα μετά την επιβεβλημένη διαδικασία (KYC: Know your client) που απαιτείται από το ρυθμιστικό πλαίσιο προκειμένου να αποφεύγονται και να καταγγέλλονται στις αρμόδιες αρχές προσπάθειες αδιαφανών συναλλαγών.

Ο κ. Δουζόγλου και η Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος

Το όνομα του κ. Δουζόγλου βρέθηκε και στις έρευνες της Αρχής για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος. Στο πλαίσιο των ερευνών του υψηλόβαθμου υπαλλήλου της Αρχής για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος, (ο οποίος προ ολίγων εβδομάδων, αν και με εξαιρετικές επιδόσεις στο αντικείμενό του, υποβαθμίστηκε και ουσιαστικά εξαναγκάστηκε σε παραίτηση) για την σχέση μεταξύ ΔΕΠΑ – ELFE και τον ρόλο του Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, όπου ήταν έμμισθος ο Μανώλης Πετσίτης, φαίνεται πως έπεσε πάνω σε ύποπτη διαδρομή χρήματος από την Βενεζουέλα στην Ελλάδα.

Η έρευνα, κατά πληροφορίες, έκανε λόγο για «αγοραπωλησία ακινήτων και εισροή χρημάτων από αλλοδαπή» και αφορούσε σε δίαυλο ροής δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ από τη Βενεζουέλα στην Ελλάδα μέσω των υποκαταστημάτων δύο ελβετικών τραπεζών στις ΗΠΑ.

Ανάμεσα στα deals που φέρεται να μπήκαν στο μικροσκόπιο του εν λόγω υψηλόβαθμου υπαλλήλου της Αρχής ήταν και αυτά της μεγάλης επιχειρηματικής οικογένειας Δουζόγλου από την Βενεζουέλα, η οποία τον τελευταίο καιρό έχει προχωρήσει στις μεγάλες επενδύσεις σε Αθήνα και Μύκονο, αξίας τουλάχιστον 116 εκατ. ευρώ.

 Ο Δουζόγλου και οι συνεργάτες του

Όπως λέγεται σύμβουλός του (ή συνέταιρός του, σύμφωνα με άλλες πηγές) στις Business στην Ελλάδα είναι ο τέως μέτοχος της κατασκευαστικής εταιρείας ΔΙΕΚΑΤ, Νίκος Τόλης. Η ΔΙΕΚΑΤ, προ πολλών ετών, ανήκε στους αδελφούς Νίκο και Αθανάσιο Τόλη και στον Μιχάλη Κανταρτζόπουλο. Η εταιρεία έχει πλέον πτωχεύσει.

Ο Νίκος Τόλης είναι άνθρωπος ήπιων τόνων, bon vinant και διαμένει στο κέντρο της Αθήνας σε ένα από τα καλύτερα και μεγαλύτερα διαμερίσματα του Κολωνακίου.

Όλα τα στελέχη του μεταξύ αυτών και οι κ. Χρήστος Στεφανίτσης και κ. Γιώργος Τρεπεκλής τηρούν αυστηρά τον κανόνα της σιωπής.

Υπενθυμίζεται ότι ο Γιώργος Τρεπεκλής ήταν εκπρόσωπος της αμερικανικής εταιρείας SAIC, που προμήθευσε το σύστημα ασφαλείας C4ί για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004.