Σε απώλεια ύψους 316 εκατομμυρίων ευρώ για τα δημόσια ταμεία μεταφράζεται η έλλειψη ρυθμιστικού πλαισίου για τη δραστηριότητα των βραχυχρόνιων μισθώσεων, με τη συζήτηση για τη «βιομηχανία των Airbnb» να έχει μετατοπιστεί στο πώς θα αντιμετωπίζονται επί ίσοις όροις με τα ξενοδοχεία, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στη φορολογία.

Οι καθαρές απώλειες δημοσίων εσόδων διπλασιάστηκαν από το 2019 έως το φέτος, παρότι μεσολάβησε η πανδημία και η κάμψη της ζήτησης για τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Αυτό προκύπτει από μελέτη που εκπόνησε για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου η Grant Thornton, που συγκεκριμένα, υπολογίζει σε 155 εκατ. ευρώ τις απώλειες από τον αναλογούντα ΦΠΑ διαμονής, σε 6,1 εκατ. από τέλη παρεπιδημούντων και δημοτικά τέλη, σε 36,8 εκατ. από τον αναλογούντα φόρο διαμονής, σε 47,6 εκατ. από διαφυγούσες ασφαλιστικές εισφορές και σε 71 εκατομμύρια ευρώ από τον αναλογούντα φόρο εισοδημάτων. Το δημόσιο φέρεται να βγαίνει ολοένα και πιο ζημιωμένο, αφού η αντίστοιχη «τρύπα» στα δημόσια ταμεία ήταν 252,5 εκατομμύρια πριν από τρία χρόνια και 160,6 εκατ. ευρώ το 2016.

1

Θυμίζουμε πως οι βραχυχρόνιες μισθώσεις απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ, ενώ τελευταία εξέλιξη ήταν η επιβολή δημοτικών τελών και συγκεκριμένα, τέλους παρεπιδημούντων, από τον δήμο Αθηναίων – και μάλιστα αναδρομικά, από τη χρήση του 2017 – σε εταιρείες που έχουν στην ομπρέλα του τέτοιου είδους ακίνητα. Ο υπουργός Τουρισμού έκανε ήδη λόγο για ρυθμιστικό πλαίσιο στο πεδίο των βραχυχρόνιων μισθώσεων, που επεξεργάζεται το υπουργείο Τουρισμού, στο περιθώριο της παρουσίασης της ίδιας μελέτης.

Υπολογίστηκε επίσης πως 39.000 θέσεις εργασίας «διαρρέουν» προς την οικονομία διαμοιρασμού.

Βιομηχανία αξίας 3,4 δισ. ευρώ

Η ανάγκη φορολόγησης της οικονομίας διαμοιρασμού προέρχεται από το ρυθμό ανάπτυξής της, καθώς τρέχει με 15% κάθε χρόνο. Σήμερα καλύπτει το 14% της εγχώριας τουριστικής δαπάνης, με την αξία της δραστηριότητας των καταλυμάτων τύπου Airbnb να ανέρχεται σε 3,37 δισεκατομμύρια ευρώ. Σημειωτέον ότι το 2019 είχε φτάσει τα 2,96 δισ. και το 2016 τα 1,42 δισ. ευρώ, όταν καταλάμβανε το 8,9% της τουριστικής δαπάνης.

Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχεται, βέβαια, η αγορά ακινήτων, καθώς περίπου 130 χιλιάδες ακίνητα έχουν καταχωρηθεί ως καταλύματα βραχυχρόνιων μισθώσεων, όταν πριν από έξι χρόνια ο αριθμός αυτός δεν ξεπερνούσε τις 58 χιλιάδες. Η «καλπάζουσα» ανάπτυξη του Airbnb έχει φέρει ως αποτέλεσμα τα ακίνητα αυτά να εκμισθώνονται έως και πέντε φορές ακριβότερα στην Αθήνα, ενώ σε δημοφιλείς νησιωτικούς προορισμούς η ψαλίδα ανοίγει περισσότερο.

Αυτός είναι και ο λόγος που το Airbnb αποδεικνύεται πολύ… σκληρό για να πεθάνει, αφού η τιμή ενοικίασης αποτελεί ισχυρό κίνητρο για τους ιδιοκτήτες προκειμένου να τα διαθέσουν στις πλατφόρμες. Μόνο στο δήμο Αθηναίων, οι καταχωρήσεις προβλέπεται ότι θα είναι στο τέλος της χρονιάς 9,7% περισσότερες σε σχέση με την περίοδο προ πανδημίας.

Η μεγαλύτερη διαφορά τιμής καταγράφεται στον Κεραμεικό, όπου τα ακίνητα είναι 5,48 φορές ακριβότερα: Την ώρα που το τετραγωνικό μέτρο ενοικιάζεται προς 9 ευρώ το μήνα κι έχει αυξηθεί 1,7% σε σύγκριση με το 2019, όταν πρόκειται για βραχυχρόνια μίσθωση το ακίνητο διατίθεται προς 49,3 ευρώ ανά τ.μ., με τιμή 5,7% αυξημένη. Ομοίως, στα Πετράλωνα – που είναι η περιοχή με τον υψηλότερο δείκτη προστιθέμενων καταχωρήσεων, αφού 18,6% περισσότερα ακίνητα «ανέβηκαν» στις πλατφόρμες –, η τιμή ενοικίασης είναι 5,04 φορές υψηλότερη.

Στο Ζάππειο τα ακίνητα που αναρτώνται στις σχετικές πλατφόρμες είναι 3,25 φορές ακριβότερα, καθώς εκμισθώνονται αντί 50,6 ευρώ το τετραγωνικό έναντι 15,5 ευρώ που στοιχίζει το τετραγωνικό σε μία μακροχρόνια μίσθωση.

Στο «προπύργιο» του Airbnb η τιμή των βραχυχρόνιων καταλυμάτων είναι 3,86 φορές μεγαλύτερη. Το τετραγωνικό σε Κουκάκι – Μακρυγιάννη ενοικιάζεται προς 40,23 ευρώ ανά τ.μ. στην περίπτωση της βραχυχρόνιας μίσθωσης, ενώ στους υπόλοιπους χρήστες ενοικιάζεται προς 10,4 ευρώ.

Η αναλογία αυτή φέρεται να συμπαρασύρει και άλλες περιοχές του κέντρου της πρωτεύουσας, όπου δεν είχε φτάσει μέχρι πρότινος η «επέλαση» του τουριστών. Παράδειγμα είναι η περιοχή πέριξ της πλατείας Βάθης τα ακίνητα προς βραχυχρόνια μίσθωση ακρίβυναν στα 30,7 ευρώ το τετραγωνικό, ανεβάζοντας στο άρμα και τα υπόλοιπα, που ακρίβυναν κατά σχεδόν 17% σε τρία χρόνια, παραμένοντας, πάντως 4 φορές φθηνότερα.

Στην ίδια τροχιά κινούνται και τα ακίνητα στα νησιά. Σε Χανιά και Ρόδο τα βραχυχρόνια καταλύματα είναι 6 και 8 φορές ακριβότερα και εκμισθώνονται για 47 και 63 ευρώ το τετραγωνικό, αντίστοιχα. Στην Κέρκυρα η τιμή των ακινήτων βραχυχρόνιας μίσθωσης αυξήθηκε κατά 16,4% (33,73 ευρώ ανά τ.μ.) σε σχέση με το 2019, όταν οι τιμές μακροχρόνιας μίσθωσης ήταν υψηλότερες κατά 11,7% (8,19 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο).

Οι προτάσεις του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου

«To Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο ξεκίνησε από το 2012 να προτείνει τρόπους για να ρυθμιστεί το τοπίο. Από τότε, 10 χρόνια μετά έχουμε μεταβεί σε μια καθετοποιημένη επαγγελματική δραστηριότητα, την οποία δε μπορούμε να την αφήσουμε να “παριστάνει τα ξενοδοχεία”. Μιλάμε για μεγάλα ακίνητα και συγκροτήματα χωρίς τα μισθολογικά και φορολογικά βάρη, χωρίς την ευθύνη απέναντι στον τελικό καταναλωτή», τόνισε ο πρόεδρος του ΞΕΕ, Αλέξανδρος Βασιλικός.

Το Επιμελητήριο κατέθεσε δέσμη επτά μέτρων για τα βραχυχρόνια καταλύματα. Μεταξύ αυτών, η θέσπιση περιορισμού 90 ημερών ετησίως, που μειώνεται σε 60 σε περιπτώσεις όπως των νησιών κάτω των 10.000 κατοίκων ή σε περιοχές με χαμηλή μέση πληρότητα των κύριων ξενοδοχειακών καταλυμάτων, το όριο δύο ακινήτων ανά φυσικό πρόσωπο, η θεσμοθέτηση ελάχιστων τεχνικών και λειτουργικών προδιαγραφών, όπως είναι η πιστοποίηση υγιεινής και πυρασφάλειας και η ασφάλιση αστικής ευθύνης, η επιβολή τελών διαμονής παρεπιδημούντων, τελών καθαριότητας και φόρου διαμονής και η επιβολή ΦΠΑ για τα ακίνητα που πάνω από τρία συνεχή χρόνια διατίθενται για τουριστική διαμονή.