Ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ
Σε ισχύ τέθηκαν από σήμερα οι δασμοί των ΗΠΑ σε εισαγόμενα από την Κίνα προϊόντα, αξίας 34 δισ. δολαρίων, όπως είχε προαναγγείλει η κυβέρνηση Τραμπ, με το Πεκίνο να απαντά αμέσως με ισόποσους δασμούς και τις απειλές για «νέο γύρο» να φτάνουν στα 500 δισ. δολάρια.
Στο μεταξύ, η Κίνα κατέθεσε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) προσφυγή κατά των ΗΠΑ για την επιβολή των δασμών, όπως ανακοινώθηκε σήμερα από το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου.
Το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου σε ανακοίνωσή του τονίζει πως η Κίνα δεν έχει άλλη επιλογή από το να αντισταθεί στην «εμπορική τρομοκρατία» των ΗΠΑ, υπογραμμίζοντας πως η αμερικανική κίνηση βλάπτει σοβαρά τις παγκόσμιες αλυσίδες προμηθειών και αξίας και πυροδοτεί αναταράξεις στις παγκόσμιες αγορές. Ωστόσο, η Κίνα θα συνεχίσει με τις εγχώριες μεταρρυθμίσεις και το άνοιγμά της, καταλήγει η ανακοίνωση.
Όπως μεταδίδει το CNBC, εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου σημείωσε ότι ενώ η χώρα του αρνήθηκε να «χτυπήσει» πρώτη, αναγκάζεται να αντιδράσει μετά την έναρξη του «μεγαλύτερου εμπορικού πολέμου της οικονομικής ιστορίας» από τις ΗΠΑ.
Η αντίδραση στα ασιατικά χρηματιστήρια είναι μέχρι στιγμής ψύχραιμη, με τους επενδυτές να σχολιάζουν πως οι κινήσεις των δύο πλευρών είχαν ήδη προεξοφληθεί. Οι δείκτες στις κυριότερες ασιατικές αγορές διέγραψαν τα αρχικά τους κέρδη, με τους κινεζικούς δείκτες να γράφουν κέρδη άνω του 1%.
Η Μόσχα θα υπερασπισθεί τα συμφέροντα της
Η Ρωσία σκοπεύει «να υπερασπισθεί τα συμφέροντά της» μετά τους δασμούς που επέβαλαν σήμερα στο μεταξύ τους εμπόριο οι ΗΠΑ και η Κίνα, προειδοποίησε το Κρεμλίνο.
«Η Ρωσία πήρε και θα πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προστατεύσει τα δικά της συμφέροντα. Ακόμα περισσότερο καθώς τα μέτρα αυτά προβλέπονται από τους κανόνες και τα πρότυπα του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου» δήλωσε στους δημοσιογράφος ο εκπρόσωπος Τύπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ.
Ο Ρώσος αξιωματούχος πρόσθεσε ότι η Μόσχα «παρακολουθεί με μεγάλη προσοχή» τις ενέργειες των δύο πλευρών στον εμπορικό αυτό πόλεμο εκφράζοντας την ανησυχία του για τις «επιπτώσεις που θα έχουν σε συγκεκριμένους τομείς της παγκόσμιας οικονομίας».