Κολωνάκι, βόρεια προάστια της Αθήνας και πάνω απ’ όλα το τηλαυγές «σήμαντρο» της Μυκόνου. Αυτές είναι οι συντεταγμένες που οριοθετούν το βασικό πεδίο δράσης του επιχειρηματία Νίκου Βαρβέρη. Ενός από τους πλέον προβεβλημένους σημαιοφόρους της ευζωίας. Αναμεμιγμένης με ισχυρές δόσεις φανταχτερού lifestyle και εξεζητημένης δημοσιότητας.

Με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη και σπουδές αρχικά ώς υπομηχανικός και μετέπειτα ώς διακοσμητής, ο Νίκος Βαρβέρης έχει μια επιχειρηματική πορεία που ταυτίζεται με εκείνη της… μεταπολίτευσης. Ξεκίνησε το 1974 από την Κολωνακιώτικη οδό Ηροδότου, όπου η Ιταλικής φινέτσας Moda Bagno άνοιξε το πρώτο της κατάστημα. Με το πέρασμα των χρόνων ακολούθησε η σταδιακή επέκταση της εταιρείας, ώσπου τον Απρίλιο του 2000 μπήκε στο χρηματιστήριο, οκτώ μήνες μετά από το σκάσιμο της μεγάλης «φούσκας». Αυτήν τη χρονιά είχαν κατευθυνθεί προς τον «ναό» του χρήματος 50 επιχειρήσεις. Σήμερα οι μισές εξ αυτών έχουν σβήσει από το χρηματιστηριακό χάρτη, είτε επειδή κατέρρευσαν οικονομικά, είτε γιατί συγχωνεύτηκαν και απορροφήθηκαν από άλλες, είτε γιατί αποχώρησαν με δική τους πρωτοβουλία από την αγορά.

Η Moda Bagno είναι μία από εκείνες που παραμένουν στο χρηματιστηριακό ταμπλό, με την αγοραία αξία της να είναι τώρα στα 6,3 εκατ. ευρώ. Αποτίμηση η οποία είναι 92% χαμηλότερη σε σύγκριση με την προ 20ετίας εισαγωγή της. Χωρίς να συνυπολογίζονται τα συνολικά μερίσματα των 3,9 εκατ. ευρώ πρό φόρων  που έχουν διανεμηθεί και ώς επί το πλείστον έχουν καταλήξει στους βασικούς μετόχους. Δηλαδή τον Νίκο Βαρβέρη, που κατέχει το 51,41% της εταιρείας, όντας Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος, καθώς επίσης και τη σύζυγό του Αγγέλα, η οποία έχει ποσοστό 32,54%. Έχοντας όμως αποχωρήσει προ τριετίας από το Διοικητικό Συμβούλιο.

Με… επικούρεια εσάνς στο επιχειρείν

Αν μη τι άλλο ο αειθαλής Νίκος Βαρβέρης έχει φροντίσει να δώσει στην πορεία των χρόνων μια επικούρεια εσάνς στο επιχειρείν. Άλλωστε για τον ίδιο, τα λαμπερά πάρτι, τα κοσμικά γκαλά, τα πανάκριβα αυτοκίνητα, το αισθητικής αρτιότητας σπίτι του στην εκλεπτυσμένη Πολιτεία της Κηφισιάς και οι μακροχρόνιες «σπονδές» του στην τρυφηλή Μύκονο, αποτελούν στοιχεία μίας ευδαιμονικής πραγματικότητας. Με συνέπεια, μάλιστα, να έχει χαρακτηριστεί ώς «τυπικό δείγμα εραστή των επικούρειων απολαύσεων…». Επί της ουσίας βέβαια, ο Νίκος Βαρβέρης δείχνει να ακολουθεί μόνο το μισό των διδαχών του αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου. Αυτό του «ζην ηδέως» που συνιστά τη γλυκιά και ευχάριστη ζωή. Αντιθέτως, κάθε άλλο παρά φαίνεται να τηρεί το «λάθε βιώσας» με το οποίο ο Επίκουρος ζητούσε να περνάει κάποιος απαρατήρητος (ζήσε στην αφάνεια) χωρίς να επιδιώκει την προβολή.

Όπως και να’ χει τα ακριβά και ντιζαϊνάτα προϊόντα της Moda Bango (είδη υγιεινής, έπιπλα και αξεσουάρ μπάνιου, έπιπλα κουζίνας και γραφείου, πλακίδια και είδη διακόσμησης) έφτασαν στο απόγειό τους το 2008. Τότε οι πωλήσεις της εταιρείας έφτασαν στην κορυφή των 44 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 41,7 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα. Τότε βέβαια ήταν η εποχή της επίπλαστης ευμάρειας και του αλόγιστου φαίνεσθαι. Ακόμη για τους μη έχοντες που έριχναν λάδι στη φωτιά της κατανάλωσης μέσω του εύκολου τραπεζικού δανεισμού.

Οι ανατρεπτικές καταστάσεις που επέφερε ο ερχομός της κρίσης «χτύπησε» αναπόφευκτα και τα μεγέθη της Moda Bango που από το 2009 έως και την περσινή χρήση έχει καταγράψει περί τα 12 εκατ. ευρώ συνολικές ζημιές σε επίπεδο ομίλου. Μάλιστα πέρσι οι πωλήσεις στην Ελλάδα ήταν 12,7 εκατ. ευρώ και μαζί με τις θυγατρικές σε Κύπρο και Κωνσταντινούπολη έφτασαν στα 15,2 εκατ. ευρώ.

Με άλλα λόγια, τα περσινά επίπεδα πωλήσεων ήταν κατά 70% χαμηλότερα από αυτά του 2008. Λογικό και εξηγήσιμο με βάση την πολύχρονη κρίση που σάρωσε σαν τυφώνας την ελληνική κοινωνία. Σήμερα πια, μόνο ένα πολύ στοχευμένο κοινό έχει την οικονομική δυνατότητα και τη διάθεση να αγοράζει προϊόντα από το «ψηλό ράφι» της Moda Bango. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και στην τρέχουσα εκπτωτική περίοδο του Αυγούστου, ένας νιπτήρας George κοστίζει 6.367 ευρώ. Μια καμπίνα ντους Kosmic έχει 17.360 ευρώ, μια μπανιέρα Nilo Travertino κοστίζει 15.500 ευρώ, ενώ μια πολυθρόνα Housse τιμολογείται στα 4.388 ευρώ κι ένα τραπέζι σαλονιού Malacca έχει 3.528 ευρώ…

Η Μύκονος κάνει τη μεγάλη διαφορά

Τα πράγματα για την εταιρεία του Νίκου Βαρβέρη θα ήταν πολύ χειρότερα αν στην «παλέτα» των δραστηριοτήτων της δεν είχε ενταχθεί και η εστίαση. Με έμφαση στον παράγοντα Μύκονος που έμελλε να κάνει τη μεγάλη διαφορά.

Ήταν αρχές του 2000 όταν χαμηλά στην οδό Ερμού δημιουργήθηκε το πολυτελές εστιατόριο Ιnterni και λίγους μήνες αργότερα ήρθε το δίδυμο αδελφάκι του στο νησί των ανέμων. Μάλιστα στο αθηναϊκό restaurant είχε γίνει η μεγάλη δεξίωση με την ευκαιρία της εισαγωγής της εταιρείας στο χρηματιστήριο, από όπου και αντλήθηκαν 10,3 εκατ. ευρώ. Με του καλεσμένους να απολαμβάνουν δωρεάν τα γκουρμέ πιάτα, δίνοντας έμφαση σε αυτό με το κρέας ελαφιού… Άλλες εποχές, άλλα ήθη.

Η επιχειρηματική πορεία του Interni της Αθήνας έσβησε το 2011 μεσούσης της κρίσης, ενώ αντίθετα αυτό της Μυκόνου αναδείχθηκε σε απόλυτο success story. Φτάνοντας να είναι πλέον η ναυαρχίδα των εσόδων της Moda Bango…

Το νέο κατάστημα Interni στη Μύκονο

To 2008 και τα δύο εστιατόρια είχαν εισφέρει μόλις το 2% στον τζίρο της εταιρείας, ενώ μόνο του πέρσι αυτό της Μυκόνου είχε την πρωτιά στις πωλήσεις της εταιρείας, στην Ελλάδα. Με το μερίδιο του να ξεπερνά το 40%. Αφήνοντας σε δεύτερη και τρίτη μοίρα τον τζίρο από τα έπιπλα και τα είδη υγιεινής.

«Ντυμένο» στα ολόλευκα, το μυκονιάτικο Interni βρίσκεται στα ξακουστά Ματογιάννια. Μια εμπορικά περιζήτητη περιοχή στο ανθηρότατο τουριστικά «νησί των ανέμων», που τώρα όμως δέχεται κι εκείνο τις ισχυρές παρενέργειες της πανδημίας.

Πίσω στο μνημονιακό 2010 το χλιδάτο εστιατόριο και μπαρ είχε κάνει τζίρο 697.034 ευρώ. Ένα χρόνο μετά οι πωλήσεις ανέβηκαν στα 941.304 ευρώ, για να πάνε στα 1,15 εκατ. ευρώ το 2012, στο 1,54 ευρώ το 2013 και στα 2,23 εκατ. ευρώ το 2014. Άνοδος ευθυγραμμισμένη με την έξαρση του τουριστικού ρεύματος και της αχαλίνωτης κατανάλωσης από λογής λογής διασημότητες και όχι μόνο. Άλλωστε οι κατά κύματα συρρέοντες στο νησί φροντίζουν να συμπεριφέρονται με την αναμελιά ενός αεράτου call girl και με τον εγωκεντρισμό που συνοδεύει εκείνους που εύκολα αποκτούν μπόλικο χρήμα.

Εστιατόριο Interni, Μύκονος

Κάτω από αυτές τις συνθήκες οι πωλήσεις του Interni ανέβηκαν στα 2,5 εκατ. ευρώ το 2015, για να διαμορφωθούν στα 2,27 εκατ. το 2016, στα 2,15 εκατ. ευρώ το 2017 και να εκτιναχτούν στα 3,67 εκατ. ευρώ του 2018. Πέρσι ο τζίρος έφτασε στα επίπεδα ρεκόρ των 4,87 εκατ. ευρώ, ενώ μαζί με τα λοιπά(παράπλευρα) έσοδα το σύνολο των πωλήσεων πήγε στα υψίπεδα των 5,1 εκατ. ευρώ. Δηλαδή μέσα στην τελευταία δεκαετία το εστιατόριο Interni κατάφερε να υπερεπταπλασιάσει τα μεγέθη του. Όντας εκείνο πλέον το κεντρικό σημείο της επιχειρηματικής αναφοράς της Moda Bagno.

Επιδόσεις που ζαλίζουν για το εστιατόριο Ιnterni

Tουλάχιστον με βάση τα περσινά οικονομικά στοιχεία οι πωλήσεις του Interni τιμολογούνται στο… 400% του κόστους. Αλλά αυτό φαίνεται να είναι συνυφασμένο με την ιδιαιτερότητα της Μυκόνου. Έτσι με αρχικό κόστος στα 1,273 εκατ. ευρώ οι πωλήσεις (μαζί με τα λοιπά έσοδα) έφτασαν στα 5,107 εκατ. ευρώ, αφήνοντας κέρδη εκμετάλλευσης 3,833 εκατ. ευρώ. Με το μικτό περιθώριο κέρδους να διαμορφώνεται στο 75%. Αφαιρουμένων των εξόδων προσωπικού (1,726 εκατ. ευρώ) των άλλων λειτουργικών εξόδων και των αποσβέσεων, τα αποτελέσματα του Interni έφτασαν στα 1,661 εκατ. ευρώ κέρδη. Συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στον περιορισμό των ζημιών που (κυρίως λόγω απομείωσης των περιουσιακών στοιχείων και των χρηματοοικονομικών εξόδων) έδειξε στη χρήση του 2019 η Moda Bango.

Εστιατόριο Interni, Μύκονος

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι με το εφετινό καλοκαίρι της πανδημίας και της εξαιρετικά σημαντικής κάμψης του τουρισμού ακόμη και στη Μύκονο, τα οικονομικά μεγέθη του Ιnterni θα κατεβάσουν στροφές. Το πόσο, είναι κάτι με μένει να διακριβωθεί για το συγκεκριμένο γκλαμουράτο restaurant. Όπου ένα πιάτο ριζότο με ουρά αστακού κοστίζει 59 ευρώ, ένα φιλέτο chateaubriand έχει 120 ευρώ, μια φιάλη κρασί Harla estate τιμολογείται στα 2.600 ευρώ, ενώ για πιο «χάι» καταστάσεις θα πρέπει να δαπανήσει κάποιος…10.000 ευρώ για μια τρίλιτρη σαμπάνια don Perignon rose.

O αδύναμος κρίκος Moda Bango

Στα τελευταία χρόνια ο Νίκος Βαρβέρης έχει λάβει πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση της λειτουργικής ανασύνταξης και της προσαρμογής στις νέες συνθήκες της Moda Bango. To δίκτυο των καταστημάτων της εταιρείας έχει περιοριστεί στο μισό, ενώ ακόμη περισσότερη είναι η μείωση του προσωπικού. Παράλληλα και μετά από την αναδιάρθρωση ο τραπεζικός δανεισμός έχει μειωθεί τώρα στα 8,4 εκατ. ευρώ. Με τα λειτουργικά κέρδη της εταιρείας να είναι στη χρήση του 2019 περίπου 3,9 φορές παραπάνω από τα έξοδα για χρεωστικούς τόκους. Ο ίδιος ο επιχειρηματίας και διοικητικός ηγέτης έχει εκλογικεύσει και τις αμοιβές που παίρνει από την εταιρεία, οι οποίες ανέρχονται στα 50.166 ευρώ ετησίως μικτά. Περίπου τα διπλάσια από τις μέσες ακαθάριστες αποδοχές που έχουν οι 104 εργαζόμενοι της Moda Bango, ενώ σε ότι αφορά το Διοικητικό Συμβούλιο κανένα από τα άλλα τρία μέλη δεν εισπράττει αμοιβές.

Αδύναμος κρίκος για την εταιρεία είναι ο χαμηλός δείκτης ειδικής ρευστότητας (στο 0,30). Γεγονός που δείχνει ότι τα άμεσα ρευστοποιήσιμα στοιχεία δεν επαρκούν για να καλύψουν τις τρέχουσες υποχρεώσεις. Με αποτέλεσμα η εταιρεία να εξαρτάται καθοριστικά από τις μελλοντικές πωλήσεις, προκειμένου να έχει επαρκή ρευστότητα. Ειδικά εν μέσω των αλυσιδωτών παρενεργειών που κληροδοτεί η πανδημία.

Το σίγουρο είναι ότι ο Νίκος Βαρβέρης βλέπει πάντα με αισιόδοξη ματιά τις εξελίξεις. Παρεκκλίνοντας μάλλον από τη διδαχή του Επίκουρου που πριν από 2.300 χρόνια έλεγε ότι «αν θέλεις να κάνεις κάποιον πλούσιο μην του προσφέρεις χρήματα, αλλά να του αφαιρείς επιθυμίες…».