• Business

    Χρέη και συνωμοσίες κλείνουν το διασημότερο κτήμα της Αττικής. Το Νάσιουτζικ

    • NewsRoom

    Κτήμα Νάσιουτζικ


    Το κτήμα Νάσιουτζικ έχει γράψει ιστορία. Εκεί έγιναν οι λαμπρότερες δεξιώσεις γάμων των τελευταίων 30 ετών. Παλαιότερα για να κλείσει κάποιος τον χώρο θα έπρεπε να έχει προνοήσει τουλάχιστον 6 μήνες πριν. Όμως τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Το εξώδικο που απέστειλε ο Νίκος Νάσιουτζικ στο υπουργείο Οικονομικών είναι πολυσέλιδο και εξαιρετικά αναλυτικό. Αφορά στην κάκιστη, όπως την κρίνει ο ίδιος, διαχείριση, στον μαρασμό και την εκ προθέσεως απαξίωση του περίφημου Κτήματος και τη δική του -ύστατη- έκκληση για να διασωθεί πριν από την οριστική του αποσύνθεση.

    Το Κτήμα Νάσιουτζικ υπήρξε μια επιχείρηση πρωτοποριακή για τον ελληνικό χώρο, όπως σημειώνει δημοσίευμα του “Πρώτου Θέματος”.

    Ταυτίστηκε με τη διοργάνωση εκδηλώσεων που άφησαν εποχή είτε για την πολυτέλεια και τις εκατοντάδες των προσκεκλημένων (γάμοι των διασημότερων Ελλήνων, κοσμικές δεξιώσεις, πάρτυ, κ.λπ.), είτε για τη διεθνή αίγλη τους, όπως συνέβη χαρακτηριστικά με το συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος το 2004, στο οποίο συμμετείχαν ηγέτες και εκπρόσωποι από 32 χώρες.

    Ο Γιώργος Νάσιουτζικ

    Ο Γιώργος Νάσιουτζικ είχε το όραμα να μετατρέψει μια ανεκμετάλλευτη έκταση 45 στρεμμάτων στα Σπάτα σε μικρή πολιτεία αφιερωμένη στην τέχνη, στην ψυχαγωγία και την ευζωία. Και ο αγαπημένος ανιψιός, γιος του Ζαφείρη Νάσιουτζικ, ήταν εκείνος που άνοιξε το Κτήμα στο κοινό και ενορχήστρωσε την εμπορική του αξιοποίηση.

    Δυστυχώς, όμως, φαίνεται ότι οι ημέρες δόξας του Κτήματος μάλλον… απεβίωσαν μαζί με τον Γιώργο Νάσιουτζικ.

    Το έγγραφο της εξώδικης δήλωσης και καταγγελίας αποτυπώνει την εξωφρενική, νεοελληνική, (αυτο)καταστροφή: την εκπαραθύρωση του ανιψιού του ιδρυτή και επί μακρόν γενικού διευθυντή, Νίκου Νάσιουτζικ, και τους εργαζόμενους που εγκλωβίστηκαν, καθώς επί τουλάχιστον έναν χρόνο ούτε πληρώνονται ούτε απολύονται.

    Ένας εξ αυτών, μάλιστα, ο επί 23 χρόνια επιστάτης Αλτίν ή “Αριστείδης” Γκέργκι, όχι μόνο δυσκολεύεται να συντηρήσει την οικογένειά του, αλλά αντιμετωπίζει έως και ποινικές ευθύνες, καθώς φέρεται συνυπόλογος για χρέη περίπου 350.000 ευρώ μόνο και μόνο επειδή προσφέρθηκε να λειτουργήσει ως προσωρινός διαχειριστής το Κτήμα.

    Στην πράξη το Κτήμα απειλείται με καταστροφή από πυρκαγιές που ξεσπούν στους σωρούς των απορριμμάτων, καθώς τα δύο ιδιόκτητα πυροσβεστικά οχήματα που διαθέτει στέκουν ακινητοποιημένα εξαιτίας της αμεριμνησίας για τη συντήρησή τους.

    Το πικρό, αλλά συγκλονιστικό, χρονικό του ευτελισμού του Κτήματος καταγράφεται βήμα προς βήμα στα νομικά έγγραφα του σχετικού φακέλου.

    Η παρακμή

    Τα βασικά σημεία στη διαδρομή του Κτήματος προς την παρακμή είναι τα εξής: Μετά τον θάνατο του Γιώργου Νάσιουτζικ, το καλοκαίρι του 2013, το Μουσείο Μπενάκη γίνεται ο ιδιοκτήτης του Κτήματος, καθώς στην κατοχή του πέρασε η πλειοψηφία των μετοχών από τρεις εταιρείες, τη “Φίλιππος ΑΤΕ”, την “ΠΕΛΛΑ ΕΠΕ” και την “ΑΘΩΣ Εστίασις ΜΕΠΕ”.

    Ο Γιώργος Νάσιουτζικ όριζε ρητώς στη διαθήκη του ότι τη διεύθυνση της λειτουργούσας επιχείρησης θα είχε ο ανιψιός του, Νίκος, ενώ καθήκοντα επιστάτη θα ασκούσε ο Αλτίν Γκέργκι. Ο Γιώργος Νάσιουτιζκ προσδιόριζε ακόμη και το ύψος της αμοιβής που θα δινόταν στα δύο αυτά πρόσωπα.

    Κτήμα Νάσιουτζικ

    “Το Μπενάκη μου φόρτωσε τα δάνεια”

    Κάπου εδώ, όμως, αρχίζουν τα παρατράγουδα, καθώς έως τον Σεπτέμβριο του 2015, δηλαδή δύο χρόνια αφότου απεβίωσε ο Γιώργος Νάσιουτζικ, τόσο ο ανιψιός του όσο και ο Αλτίν Γκέργκι υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους.

    Αιτία της απομάκρυνσης ανθρώπων που υπήρξαν οργανικά μέλη του Κτήματος και κομμάτι της “ψυχής” του ήταν η στάση του Μουσείου Μπενάκη.

    Με τα λόγια του Νίκου Νάσιουτζικ, “εγώ παραιτήθηκα από μέλος του Δ.Σ. της ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΑΤΕ διότι το Μουσείο Μπενάκη μού ζήτησε να εγγυηθώ με την προσωπική μου περιουσία δάνειο που είχε λάβει η εταιρεία ΑΘΩΣ ΜΕΠΕ ύψους περίπου 2,8 εκατ. ευρώ και είχε εγγυηθεί η ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΑΤΕ. Δηλαδή το Μουσείο Μπενάκη κληρονόμησε το 80% περίπου της περιουσίας του Γεωργίου Νάσιουτζικ, αλλά τα τυχόν χρέη και τις υποχρεώσεις αυτής πρέπει να τα πληρώσω εγώ!”.

    Καθώς τα πράγματα αρχίζουν να εκτροχιάζονται με ορμή προς τον βαθύ παραλογισμό, στο προσκήνιο εμφανίζονται νέα πρόσωπα, πρόθυμα να αναλάβουν τη διοίκηση του Κτήματος.

    Πρόκειται για τους Σπυρίδωνα Τσουρή, ζαχαροπλάστη και μάγειρο, τον αδελφό του, Παντελή Τσουρή, λογιστή, και τον Αριστείδη Κυβέλλο, δικηγόρο.

    Όλοι τους είχαν εργαστεί για λογαριασμό του Γιώργου Νάσιουτζικ στο Κτήμα. Σύμφωνα με αξιόπιστη μαρτυρία που κατατέθηκε ενόρκως, “την πραγματική διοίκηση της ενιαίας επιχείρησης είχαν ο Κυβέλλος και ο Παντελής Τσουρής με τις οδηγίες και τις εντολές του Μουσείου Μπενάκη”.

    Το πρώτο μέτρο επί των ημερών της νέας τρόικας του Κτήματος Νάσιουτζικ ήταν ο εξοστρακισμός του Νίκου. Λέγεται ότι το γραφείο του κλειδώθηκε με αλυσίδα και λουκέτο.

    Του απαγορεύτηκε επίσης να έρχεται σε οιαδήποτε επαφή με το εκλεκτό πελατολόγιο του Κτήματος – το οποίο, όμως, δεν θα υπήρχε ως τέτοιο χωρίς τις δημόσιες σχέσεις και τις διασυνδέσεις του Νίκου Νάσιουτζικ.

    Χάρη στις δικές του προσπάθειες, χρηματοδοτώντας εξ ιδίων πόρων τη λειτουργία του Κτήματος, ο αριθμός των πελατών (περίπου 14.500) είχε μείνει σταθερός την περίοδο μετά τον θάνατο του Γιώργου Νάσιουτζικ.

    Η εκδίωξη

    Η εκδίωξη του Νίκου, όμως, συνοδεύτηκε αυτόματα από τη δραματική μείωση του πελατολογίου, σχεδόν κατά 5.000 άτομα και επιχειρήσεις.

    Πέραν της έξωσης του Νίκου, η καινούργια διοίκηση έθεσε το προσωπικό της “ΑΘΩΣ Εστίαση ΜΕΠΕ” σε εκ περιτροπής εργασία για 9 μήνες, αλλά χωρίς να τους καταβληθούν οι αποδοχές, έστω και μειωμένες.

    Και ενώ η “ΑΘΩΣ” οδηγούνταν στα βράχια, στο Κτήμα εγκαταστάθηκε, σκανδαλωδώς, μια ανταγωνίστριά της, η TROSER Α.Ε.

    Διαβάζουμε και πάλι στο εξώδικο του Νίκου Νάσιουτζικ: “Σύμφωνα με πληροφορίες μου που θα πρέπει να διερευνηθούν, η TROSER Α.Ε. χρέωνε τις υπηρεσίες της και τα μενού της προς την ΠΕΛΛΑ ΕΠΕ σε εξωπραγματικές τιμές για την αγορά (60 αντί για 30 ευρώ), μειώνοντας κατά πολύ το περιθώριο κέρδους του Κτήματος-Μουσείου Νάσιουτζικ”.

    Το επόμενο επεισόδιο  του “έργου” που εκτυλίσσεται στο Κτήμα μοιάζει βγαλμένο από γκανγκστερική ταινία. Ο διαχειριστής Σπυρίδων Τσουρής έρχεται σε ρήξη με τον αδελφό του και τον Κυβέλλο, η διένεξή τους οδηγείται εκτός ελέγχου, οπότε οι τρεις συνεργάτες καταλήγουν στο Αστυνομικό Τμήμα Σπάτων.

    Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, ακολούθησαν αδιανόητα γεγονότα, με τον Σπύρο να μηνύει τον Παντελή Τσουρή, δηλαδή τον αδελφό του, για παρατυπίες που συνέβησαν στο Κτήμα ερήμην του, αλλά που τον αφορούσαν αμέσως, εφόσον ήταν επισήμως ο διαχειριστής και ως εκ τούτου κατά τον νόμο υπόλογος.

    Πιέσεις

    Θρυλείται όμως κάτι ακόμη πιο σκοτεινό, ότι δηλαδή από την άνοιξη του 2016 ο Σπυρίδων Τσουρής δεχόταν πιέσεις προκειμένου να συναινέσει στην υπογραφή πενταετούς σύμβασης συνεργασίας του Κτήματος με την TROSER A.E.

    Αυτό θα γινόταν χωρίς να λάβει προηγουμένως γνώση ο εκτελεστής της διαθήκης και, πιθανότατα, εντελώς παρατύπως.

    Ωστόσο, ο Σπύρος Τσουρής αρνήθηκε να ενδώσει και τότε οι πιέσεις μετατράπηκαν σε απειλές κατά της σωματικής του ακεραιότητας, ενδεχομένως ακόμη και της ζωής του. Το ότι εκείνη την περίοδο εμφανίστηκε τραυματισμένος στο πρόσωπο, με σπασμένα δόντια κ.λπ. ίσως ήταν μια έμπρακτη απόδειξη ότι εκείνοι που τον θεωρούσαν εμπόδιο στα σχέδιά τους δεν αστειεύονταν. Όπως ήταν φυσικό, ο Σπύρος Τσουρής πολύ γρήγορα αποφάσισε να παραιτηθεί από τη διοίκηση του Κτήματος, περισώζοντας έτσι εκτός των άλλων και την παλαιά του φιλία με τον Νίκο Νάσιουτζικ.

    Σε αυτό το σημείο της δράσης, το τελευταίο καινούργιο πρόσωπο στον αλλόκοτο κύκλο ανθρώπων που ενεπλάκησαν στο Δ.Σ. του Κτήματος πραγματοποιεί τη δική του είσοδο. Πρόκειται για τον κ. Κωνσταντίνο Τσίπρα, συνεπώνυμο μα χωρίς άλλη σχέση με τον πρωθυπουργό.

    Με κάποιον τρόπο που δεν είναι ακριβώς ευδιάκριτος και πιθανώς χωρίς καμία συγκατάθεση από τον εκτελεστή της διαθήκης του Γιώργου Νάσιουτζικ, το Μουσείο Μπενάκη, τον εποπτεύοντα αρμόδιο υπουργό Οικονομικών κ.ο.κ., ο κ. Τσίπρας διορίστηκε προσωρινός διαχειριστής του Κτήματος.

    Υπό αυτή του την ιδιότητα υπέγραψε μια αμφιλεγόμενη σύμβαση με την TROSER A.E.

     Κατ’ ουσίαν πρόκειται για το συμβόλαιο που είχε αρνηθεί να συνάψει ο Σπύρος Τσουρής και το οποίο δεσμεύει το Κτήμα για πενταετή συνεργασία με την TROSER A.E. αντί του ποσού των 300.000 ετησίως.

    Κι αυτό φαντάζει τουλάχιστον παράδοξο, με δεδομένο ότι το Κτήμα είχε στη διάθεσή του άλλη, πολύ πιο συμφέρουσα προσφορά – και συγκεκριμένα από τον συνεταιρισμό των G7 Consulting Group AE, Vista ΕΠΕ και το “Δειπνοσοφιστήριο”, ο οποίος ανέβασε το αντίτιμο της συνεργασίας με το Κτήμα στα 500.000 ευρώ.

    Η προσβολή στον ιδρυτή

    Εάν ήθελε κάποιος να πάρει μια γενική ιδέα για τα όσα θλιβερά συμβαίνουν στο Κτήμα Νάσιουτζικ σήμερα μέσα σε λίγες λέξεις, θα μπορούσε να ανατρέξει απλώς στην παραγραφο υπ’ αιρθμόν 43 του εξωδίκου.

    Σε αυτήν ο Νίκος Νάσιουτζικ καταγγέλλει ότι “το Μουσείο Μπενάκη προσέβαλε και προσβάλλει συνεχώς τη μνήμη του διαθέτη αποβιώσαντος Γεωργίου Νάσιουτζικ, ανεχόμενο την προσβλητική συμπεριφορά των διαχειριστών οι οποίοι ενεργούσαν στο όνομα και για λογαριασμό του και οι οποίοι εξεδίωξαν εμένα από το γραφείο μου αποστερώντας με από οιαδήποτε αρμοδιότητα, προκειμένου ένας ζαχαροπλάστης και ένας δικηγόρος να διοικήσουν μια επιχείρηση αξίας περίπου δέκα εκατομμυρίων ευρώ σε πλήρη αντίθεση με τα οριζόμενα από τον νόμο”.

    Καθώς το Μουσείο Μπενάκη περιορίζεται σε αόριστες διαβεβαιώσεις ότι “το πρόβλημα του Κτήματος Νάσιουτζικ θα λυθεί σύντομα”, η αγωνία για την τύχη του άλλοτε συμβόλου της παροχής κορυφαίου επιπέδου υπηρεσιών εστίασης και ψυχαγωγίας κορυφώνεται.

    Η σύγκριση της σημερινής εικόνας του Κτήματος με εκείνη που άφησε ο Γιώργος Νάσιουτζικ φεύγοντας από τη ζωή είναι οδυνηρή. Όταν αποφάσισε να επενδύσει στο Κτήμα, αναδιαμορφώνοντας το ανάγλυφο και τη χλωρίδα του οικοπέδου που αγόρασε τη δεκαετία του ’70 στα Σπάτα, πολλοί τον θεωρούσαν τρελό.

    Τελικά, χρησιμοποιώντας παραδοσιακά υλικά, κυρίως την πέτρα και το ξύλο, έφτιαξε έναν μικρό παράδεισο, αλλά όχι για να μονάσει, μα για να δεχτεί τη συντροφιά του Αλέξανδρου Ιόλα, ή της Μαρίας Κάλλας και του Αριστοτέλη Ωνάση.

    Όταν τη δεκαετία του ’80 ο ανήσυχος ανιψιός του, ο Νίκος Νάσιουτζικ, είχε την έμπνευση να τελέσει εκεί τον γάμο του, κατόπιν τα περιβόητα μασκέ πάρτυ κ.λπ., το Κτήμα μεταμορφώθηκε γρήγορα σε ένα από τα πιο πολυσυζητημένα σημεία συνάθροισης στην Αττική.

    Ο Γιώργος στήριξε την ιδέα του Νίκου και οι δυο τους μαζί, οι δύο γενιές Νάσιουτζικ, απογείωσαν με σεβασμό και γούστο μια πρωτότυπη επιχείρηση. Το Κτήμα-Μουσείο Νάσιουτζικ, που πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να διανοηθεί ότι σήμερα κάποιοι το αφήνουν να παραπαίει.



    ΣΧΟΛΙΑ