Δεν φθάνει που κατέκλεψαν την εταιρεία ζητάνε και τα «ρέστα».

Ο λόγος για τους βασικούς μετόχους της Folli Follie την οικογένεια Κουτσολιούτσου, η οποία σύμφωνα με πληροφορίες διεκδικεί από την εταιρεία το ποσό των 44 εκατ. για χρήματα που δήθεν έχει δανείσει την εταιρεία. Τα 38 εκατ. αφορούν δάνειο που η «Αγία Οικογένεια» υποστηρίζει πως έχει συνεισφέρει από την προσωπική της περιουσία στην εταιρεία και τα 6,3 εκατ. μισθούς για εργασία που προσέφερε αλλά δεν έλαβε ποτέ.

Η παραπάνω κίνηση ήρθε ως αντίδραση στην απόφαση της νέας διοίκησης της Folli Follie, να διακόψει πριν από περίπου ένα μήνα κάθε παροχή που προσέφερε η εταιρεία στους βασικούς μετόχους ακόμη και μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου που συγκλόνισε την χώρα και «ακούστηκε» σε ολόκληρο τον κόσμο!

Η οικογένεια συνέχισε δηλαδή να χρεώνει την εταιρεία παρά την οικονομική απάτη σε βάρος της και σε βάρος των υπόλοιπων μετόχων.

Συγκεκριμένα, τα μέλη της οικογένειας των βασικών μετόχων (ο μπαμπάς Δημήτρης, ο γιος Τζώρτζης και η μητέρα Καίτη), με την απόφαση του νέου διοικητικού συμβουλίου έχασαν τα εταιρικά αυτοκίνητα που είχαν αλλά και τον κηπουρό, τον προσωπικό τους σεφ αλλά και τους μπράβους.

Η οικογένεια, λοιπόν, είχε έως πρόσφατα 13 εταιρικά αυτοκίνητα: Μεταξύ αυτών 2 Jaguar, εκ των οποίων η μία είναι συλλεκτική, ένα Mercedes, ένα Yaris κλπ.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η νυν διοίκηση της Folli τους πήρε πίσω την Mercedes και το yaris και τους πρότεινε εφόσον τόσο πολύ τα θέλουν να αγοράσουν τα υπόλοιπα. Και η πολυτέλεια της οικογένειας που έκανε το μεγαλύτερο σκάνδαλο δεν σταματούσε στα αυτοκίνητα.

Η οικογένεια είχε κηπουρό, σεφ, ο οποίος τους πήγαινε φαγητό στο σπίτι και, προσωπικό ασφαλείας – μια χαρά αν τα πλήρωσαν από την τσέπη τους – τους οποίους τους πλήρωσε σαφώς η εταιρεία (προφανώς από τον λογαριασμό γύρω-γύρω όλοι). Ο κηπουρός, ο σεφ και η φρουρά σταμάτησαν να εργάζονται.

Να σημειωθεί πως η κίνηση της οικογένειας Κουτσολιούτσου έρχεται τη στιγμή που έχουν ανασταλεί οι συμβάσεις εργασίας της συντριπτικής πλειονότητας των εργαζομένων της Folli λόγω κορονοϊού αλλά και ενώ γίνεται προσπάθεια να ολοκληρωθεί η συμφωνία με τους ομολογιούχους για να διασωθεί η εταιρεία.