ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Με αισιοδοξία σχεδιάζει το μέλλον της η «Παπουτσάνης», η οποία συνεχίζει να καταγράφει ανοδική πορεία, με τα προϊόντα της να βρίσκονται ανάμεσα στα πρώτα στην ελληνική αγορά ενώ παράλληλα το brand ανεβαίνει και στη διεθνή σκηνή.
Η εταιρεία, που βρέθηκε στο χείλος του γκρεμού το 2010, κατάφερε να κάνει το μεγάλο comeback με τη νέα διοίκηση του Μενέλαου Τασόπουλου να τρέχει με αμείωτους ρυθμούς οδηγώντας την Παπουτσάνης σε ρυθμούς ανάπτυξης. ήταν ένα βήμα πριν από τη χρεωκοπία το 2010 και μετά από οκτώ χρόνια είναι σε θέση να σχεδιάζει το μέλλον της, καθώς τα προϊόντα της φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις της εγχώριας αγοράς και με έντονη παρουσία στη διεθνή σκηνή.
Μιλώντας χθες στην Ένωση Θεσμικών Επενδυτών, ο κ. Τασόπουλος εμφανίστηκε αισιόδοξος πως ο φετινός κύκλος εργασιών της εταιρείας θα καταγράψει αύξηση μεγαλύτερη του 15% ενώ ταυτόχρονα θα υπάρξει και βελτίωση της κερδοφορίας.
Ο διευθύνων σύμβουλος της εισηγμένης κ. Μενέλαος Τασόπουλος σημείωσε πως τα προβλήματα που είχε αντιμετωπίσει η εταιρεία κατά το παρελθόν έχουν ξεπεραστεί (+10% η μέση ετήσια αύξηση πωλήσεων από το 2010 έως το 2017), με την Παπουτσάνης να έχει επιστρέψει στα κέρδη από πέρυσι και ήδη οι φετινές προοπτικές να διαγράφονται καλύτερες.
«Έχουμε έναν τακτοποιημένο ισολογισμό, οι επενδύσεις μας έχουν ουσιαστικά ολοκληρωθεί (ίσως γίνουν κάποιες εφ’ όσον αυτό απαιτηθεί από νέες συνεργασίες) και ο δείκτης του καθαρού δανεισμού προς το EBITDA υποχωρεί» ανέφερε ο κ. Τασόπουλος.
Με την σειρά της η οικονομική διευθύντρια της εταιρείας Μαίρη Ισκαλατιάν συμπλήρωσε πως: «Για φέτος έχουμε ως στόχο να διατηρήσουμε σταθερό τον καθαρό μας δανεισμό, παρά τη σημαντική προβλεπόμενη άνοδο των πωλήσεων. Επιπλέον, οι επισφάλειές μας είναι πολύ χαμηλές και οι πωλήσεις μας είναι κατά 80% ασφαλισμένες».
Σημειώνεται πως το 40%-50% των πωλήσεων της Παπουτσάνης κατευθύνεται στις αγορές του εξωτερικού, με την εταιρεία να έχει επιλέξει να δραστηριοποιηθεί σε τέσσερα μέτωπα.
Συγκεκριμένα η εταιρεία θέλει να αναπτύξει δικά της brands, γεγονός που δικαιολογεί την μεγάλη έμφαση που έχει δόση στο συγκεκριμένο τομέα, τόσο με την προώθηση νέων προϊόντων, όσο και με δυναμικό marketing.
Όπως ανέφερε ο επιχειρησιακός διευθυντής της εισηγμένης κ. Παναγιώτης Κατσογιάννης, είναι θέμα λίγου χρόνου να δούμε την εταιρεία να εισέρχεται στα super markets με νέα κατηγορία προϊόντος, η οποία θα φέρει το brand name «Παπουτσάνης».
Η εταιρεία στοχεύει επίσης στα σαπούνια ξενοδοχείου (ευνοείται από την τόνωση του εισερχόμενου τουρισμού κατά τα τελευταία χρόνια), στην παραγωγή προϊόντων για λογαριασμό τρίτων (ελέγχει περίπου το 1/3 των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στα ελληνικά super market) αλλά και στην παραγωγή σαπωνόμαζας, που έχει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης στο εξωτερικό.
«Μέχρι τώρα είχαμε ως στόχο να αναπτυχθούμε και στις τέσσερις παραπάνω κατηγορίες, πράγμα που θα συνεχίσουμε να επιδιώκουμε και κατά τα επόμενα χρόνια, γιατί χρειαζόμαστε τους αυξημένους όγκους (οικονομία κλίμακας)» υποστήριξε ο κ. Τασόπουλος, συμπληρώνοντας μεταξύ άλλων πως «ο τρέχων κύκλος εργασιών αντιστοιχεί περίπου στο 50% της συνολικής παραγωγικής δυναμικότητας της μονάδας στην Αυλίδα, ωστόσο κάποιες επιμέρους συνεργασίες απαιτούν κατά καιρούς πρόσθετες επενδύσεις».
Επιπλέον ο κ. Τασόπουλος ανέφερε πως:
- «Στο εξωτερικό στοχεύουμε κυρίως να αναπτυχθούμε μέσω προϊόντων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας (φυσικά προϊόντα), όπως τα Olivia που δημιουργούνται από προϊόντα ελιάς»
- «Ένα μοντέλο ανάπτυξης όπως αυτό της εταιρείας στην Ελλάδα, θα μπορούσε να δουλέψει και σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στα Βαλκάνια».
- «Είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο σε επόμενο χρονικό στάδιο, να δούμε επέκταση όχι μόνο οργανική. Επειδή σε κάποιους τομείς η εταιρεία είναι ακόμη και Νο1 στην Ευρώπη, έχουν ξεκινήσει κάποιες επαφές για συνεργασίες, οι οποίες είναι πρώιμες και όπως φαίνεται θα απαιτήσουν χρόνο. Επί του παρόντος, δεν υπάρχει κάτι το ανακοινώσιμο».
- «Όσο τα οικονομικά αποτελέσματα της Παπουτσάνης είναι ικανοποιητικά, τόσο θα συνεχίσουν να ανταμείβονται οι μέτοχοι με χρηματικές διανομές. Ήδη φέτος θα δοθεί επιστροφή κεφαλαίου (για δύο περίπου χρόνια δεν μπορεί να δοθεί μέρισμα, λόγω ύπαρξης υπολοίπου συσσωρευμένων ζημιών)».