Ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα των τελευταίων δεκαετιών, αυτό της εταιρείας πληρωμών Wirecard, αναβιώνει στο δικαστήριο με τον πρώην CEO της, Μάρκους Μπράουν να εμφανίζεται την Πέμπτη για δεύτερη φορά στο δικαστήριο να απολογηθεί. Μία μικρή εταιρεία που ξεκίνησε μία ιλιγγιώδη πορεία ανάπτυξης, μέχρι τη θεαματική κατάρρευσή της και 2 δις ευρώ που έγιναν καπνός.

Ο Μπράουν, που ύστερα από τρία χρόνια σιωπής, μίλησε ενώπιον του δικαστηρίου, κάνοντας λόγο για μια «ημέρα σοκ και πόνου» όταν κατέρρευσε η εταιρεία του, αναφέροντας ότι «ο κόσμος τελείωσε.»

1

O οραματιστής

Ο 54χρονος Μπράουν συνήθιζε να αυτοαποκαλείται ως οραματιστής της τεχνολογίας, σε μία περίοδο που η έκρηξη του ενδιαφέροντος γύρω από τις δυνατότητες του διαδικτύου ήταν εντυπωσιακή από τους επενδυτές.

Η Γερμανία ήθελε να φτιάξει το αντίπαλον δέος της Silicon Valley και κατηγορήθηκε ότι έκανε τα «στραβά μάτια» στη κακοδιαχείριση και το ξέπλυμα χρήματος, για τα οποία κατηγορήθηκε στη συνέχεια ο Μπράουν.

Μέχρι τότε, τα διεθνή μέσα παρουσίαζαν τον Μπράουν «ως μία από τις πιο αναγνωρίσιμες φιγούρες στα συνέδρια τεχνολογίας με τα χαρακτηριστικά του μαύρα ζιβάγκο, τα οποία θύμιζαν το στυλ του Steve Jobs».

Του άρεσε να κάνει προβλέψεις για το μέλλον των διαδικτυακών πληρωμών, των big data και της τεχνητής νοημοσύνης, είχε κάνει αίσθηση στον τότε αναπτυσσόμενο χώρο της τεχνολογίας χάρη στο κομψό παρουσιαστικό του και τον έντονο τρόπο ομιλίας του.

Γεννήθηκε στη Βιέννη και σπούδασε στο κρατικό Τεχνικό Πανεπιστήμιο στον τομέα της επιστήμης υπολογιστών. Στη συνέχεια εργάστηκε στη συμβουλευτική επιχείρηση της KPMG LLP.

Υπάλληλοι της εταιρείας τον περιγράφουν ως έναν επικοινωνιακό άνδρα με χάρισμα στο να πείθει τους επενδυτές για το όραμά του.

Η άνοδος και η πτώση

«Δεν ήμουν ποτέ μέλος κάποιας εγκληματικής οργάνωσης, δεν είχα γνώση για πλαστογραφίες», υποστήριξε στο δικαστήριο στο Μόναχο, πριν λίγες ημέρες ο Μπράουν και εξέφρασε τη λύπη του για τους επενδυτές.

Η Wirecard ιδρύθηκε το 1999, την περίοδο που οι εταιρείες τεχνολογίας κατέγραφαν μετεωρική ανάπτυξη, λίγο πριν σκάσει η φούσκα του Ίντερνετ (dot com). Το 2017 εισήχθη στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης και από το 2018 έως το 2020 μετείχε στο δείκτη DAΧ μεταξύ των 30 μεγαλύτερων σε κεφαλαιοποίηση γερμανικών εταιρειών.

Kατέρρευσε το 2020, αφού πρώτα είχε αναφέρει ότι αγνοούνται 2 δις ευρώ σε μετρητά. Στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι αυτά τα χρήματα δεν υπήρξαν ποτέ. Το σκάνδαλο δεν κατέστρεψε μόνο τους επενδυτές αλλά και την απόπειρα της Γερμανίας να δημιουργήσει μία εταιρεία πρωταθλήτρια της τεχνολογίας με στόχο να συναγωνιστεί τη Silicon Valley, προκαλώντας πολιτικούς τριγμούς στη κυβέρνηση της χώρας.

Οι κατηγορίες

Ο βασικός μάρτυρας της έρευνας, ο Όλιβερ Μπλενχάους, διευθυντής του υποκαταστήματος της Wirecard στο Ντουμπάι, κατέθεσε τον προηγούμενο μήνα ότι «τα νούμερα μαγειρεύονταν στην εταιρεία και ο Μπράουν βρισκόταν πίσω από αυτό».

Ο δικηγόρος του δεύτερου αποκάλεσε τον Μπέλεχαους «επαγγελματία ψεύτη, με τον Μπράουν να προσπαθεί στην απολογία του να εμφανιστεί ως ένα CEO που δεν είχε τον απόλυτο έλεγχο, ούτε έδινε εντολές. Παρ’ όλα αυτά προφυλακίστηκε για πάνω από δύο χρόνια.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Μπράουν υπέγραψε εν γνώσει του έγγραφα που φαινόταν να δείχνουν ότι η εταιρεία είχε κεφάλαια, τα οποία όμως δεν είχε, μέσω εσόδων που αποδίδονταν σε συνεργασίες σε άλλες χώρες. Οι δικηγόροι του ανέφεραν ότι οι κατηγορίες είναι «σοβαρά προβληματικές» και ότι ο Μπράουν αγνοούσε τις παράνομες δραστηριότητες άλλων.

Το σκάνδαλο οικονομικής κακοδιαχείρισης και απάτης αποκάλυψαν ουσιαστικά οι Financial Times. Το 2015 σε blog της εφημερίδας δημοσιεύθηκαν οι πρώτες πληροφορίες για «περίεργες» λογιστικές πρακτικές της Wirecard.

Διαβάστε επίσης:

Warren Buffett: Η κίνηση έκπληξη του θρυλικού επενδυτή, αξίας 3,7 δισ. δολαρίων