Οι υπό εξέλιξη κύριες έρευνες της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού (ΓΔΑ) στο τέλος του 2020 ήταν συνολικά 82 από διάφορους τομείς της ελληνικής οικονομίας. Ειδικότερα η ΓΔΑ διερευνούσε 38 καταγγελίες, 23 υποθέσεις αυτεπάγγελτης έρευνας, 6 λοιπές έρευνες, εκ των οποίων 2 κλαδικές έρευνες, 8 υποθέσεις περί ελέγχου συμμόρφωσης σε εκδοθείσες αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μία γνωστοποιηθείσα συγκέντρωση, καθώς και 5 λοιπές υποθέσεις εκ των οποίων 1 κανονιστική παρέμβαση και μία υπόθεση παρακώλυσης έρευνας και 1 γνωμοδότηση.

Αυτό αναφέρεται στην έκθεση πεπραγμένων της Επιτροπής Ανταγωνισμού για το 2020.

Το 2020 η Επιτροπή διεκπεραίωσε, 40 καταγγελίες και εξώδικα, 23 αυτεπάγγελτες έρευνες, 15 γνωστοποιηθείσες συγκεντρώσεις (συμπεριλαμβάνεται εκπρόθεσμη γνωστοποίηση), 12 λοιπές έρευνες, 1 κλαδική έρευνα, 4 ελέγχους εφαρμογής αποφάσεων της επιτροπής. Επίσης απάντησε σε 76 ερωτήματα αιτήματα παροχής στοιχείων Ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών, 120 ερωτήσεων, αναφορών βουλευτών που κατατίθενται στη Βουλή, 43 ερωτημάτων δημόσιων φορέων και οργανισμών, 232 ερωτημάτων πολιτών, σε 60 ερωτήματα επιχειρήσεων.

Σε δήλωσή του ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού Γιάννης Λιανός σημειώνει:

«Η Επιτροπή είναι από τις πρωτοπόρες στην Ευρώπη στη χρήση τεχνολογιών Μεγάλων Δεδομένων και Τεχνητής Νοημοσύνης στην εφαρμογή του δικαίου ανταγωνισμού, κάτι το οποίο και αναγνωρίστηκε διεθνώς με την ολοκλήρωση ενός ερευνητικού προγράμματος σε συνεργασία με το Κέντρο Ανταγωνισμού των χωρών BRICS, το οποίο απέφερε έσοδα στην ΕΑ και της έδωσε τη δυνατότητα να αυτόχρηματοδοτήσει τη δημιουργία της πλατφόρμας HCC Data Analytics and Economic Intelligence.

Οι επενδύσεις αυτές λειτουργούν πολλαπλασιαστικά στην εκκίνηση νέων υπο- θέσεων (case generation) κάτι το οποίο είχε δυστυχώς αμεληθεί τα προηγούμενα χρόνια από την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Θεωρούμε όμως ότι οι επενδύσεις αυτές ήδη αποφέρουν αποτελέσματα με την έναρξη ενός ”ρεκόρ” νέων αυτεπάγγελτων υποθέσεων το 2020 σε σχέση με τα προηγούμενα έτη».

Όπως σημειώνεται σε σχετική ανακοίνωση, «η έκθεση, η οποία έχει αναρτηθεί στην ηλεκτρονική σελίδα της επιτροπής, παρουσιάζει το έργο και τις δράσεις της για μία εξαιρετικά απαιτητική χρονιά που σημαδεύτηκε από την έναρξη της πανδημίας.

Από την συνέχιση της προσπάθειας για την εκκαθάριση εκκρεμών υποθέσεων και την αύξηση της αποτελεσματικότητας της Επιτροπής Ανταγωνισμού η οποία είχε ήδη αρχίσει το 2019, την ολοκλήρωση ερευνών και κλαδικών μελετών και την έναρξη νέων, την ψηφιακή αναβάθμιση και τον οργανωτικό ανασχηματισμό της Επιτροπής, τη σύσταση και τη συμμετοχή σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, την έναρξη δημόσιων διαβουλεύσεων και τη διεξαγωγή τηλε-ημερίδων, καθώς και την έκδοση μιας σειράς σημαντικών αποφάσεων, το έργο της Επιτροπής για το έτος 2020 διακρίνεται για τον πλουραλισμό και την καινοτομία του παρά τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και τις προκλήσεις σε ανθρώπινο, οργανωτικό αλλά και τεχνολογικό επίπεδο, λόγω της πανδημίας του COVID-19.

Τα αποτελέσματα του έργου της Επιτροπής Ανταγωνισμού για το έτος 2020 αποδεικνύουν την τεράστια προσπάθεια που κατέβαλε η διοίκηση και το προσωπικό της».

Το εκτιμώμενο πλεόνασμα για τον καταναλωτή στα 19,9 εκατ ευρώ, το 2020

Οι αρχές ανταγωνισμού διενεργούν και δημοσιεύουν εκτιμήσεις του συνολικού αντικτύπου του έργου τους, υπό τη μορφή πλεονάσματος του καταναλωτή, ως απλό μέτρο αποτίμησης του έργου τους, ώστε να είναι ευρέως αντιληπτό και κατανοητό από το κοινό.

Προκειμένου να υπολογιστεί το εκτιμώμενο πλεόνασμα του καταναλωτή που προκύπτει από κάθε απόφαση της αρχής ανταγωνισμού, πραγματοποιείται εκτίμηση ορισμένων μεγεθών (πχ της αποφυγής της αύξησης των τιμών λόγω της παρέμβασης της Ε.Α. και της αναμενόμενης διάρκειας της αύξησης των τιμών, ελλείψει της παρέμβασης-απόφασης).

Για τις υποθέσεις συμπράξεων και κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, η εκτίμηση των μεγεθών πραγματοποιείται ως εξής:

  • ως επηρεαζόμενος από την απόφαση κύκλος εργασιών λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος εργασιών (ex-ante) των υπό έρευνα επιχειρήσεων στην επηρεαζόμενη (-ες) αγορά (-ες),
  • ως αναμενόμενη επίπτωση στις τιμές, ελλείψει της παρέμβασης – απόφασης της Ε.Α. λαμβάνεται υπόψη υποθετικό ποσοστό αύξησης ύψους 10% σε περιπτώσεις συμπράξεων και 5% σε περιπτώσεις κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης,
  • ως αναμενόμενη διάρκεια της αύξησης των τιμών, ελλείψει της παρέμβασης-απόφασης, λαμβάνεται υπόψη, ως υποθετικό μέγεθος, χρονικό διάστημα 3 ετών.

Τα παραπάνω μεγέθη συνιστούν συντηρητικές εκτιμήσεις, οι οποίες σχετίζονται με πιθανά μελλοντικά αποτελέσματα στις αγορές που ελέγχονται.

Όπως αναφέρεται στην έκθεση: «Aπό τις συνολικά 122 αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού για το χρονικό διάστημα 2002-2020, οι οποίες αφορούσαν σε παραβάσεις των άρθρων 1 και 2 του ν. 3959/2011 (πρώην ν. 703/1977) και 2α του ν. 703/1977, είναι ασφαλές να διενεργηθούν εκτιμήσεις μόνο για τις 51 αποφάσεις. Ωστόσο το σωρευτικό εκτιμώμενο πλεόνασμα καταναλωτή αυξήθηκε σημαντικά, κατά 19,9 εκατομμύρια ευρώ, το 2020».

Διαβάστε επίσης: