ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Περιεχόμενα
Επτά χρόνια μετά από την τραυματική εμπειρία της επενδυτικής απόβασης στην Ελλάδα, το ισχυρό κρατικό fund της Σιγκαπούρης (GIC) επανήλθε δυναμικά στο εγχώριο σκηνικό. «Κλειδώνοντας» το μεγαλύτερο ξενοδοχειακό deal σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μέσα στην τριετή περίοδο της πανδημίας.
Στο χαρτοφυλάκιο του fund θα περάσει το πλειοψηφικό μερίδιο του Ομίλου Sani/Ikos, η συνολική αξία του οποίου αποτιμήθηκε μαζί με τον καθαρό δανεισμό, σε 2,3 δισ. ευρώ. Εντυπωσιακή ως τάξη μεγέθους, καθώς αντιστοιχεί σε περίπου…836.000 ευρώ ανά δωμάτιο. Από τα συνολικά 2.750 που διαθέτει το ξενοδοχειακό γκρούπ, σε 9 resort στην Χαλκιδική, την Κω και την Κέρκυρα, καθώς επίσης κι άλλο ένα στην Ισπανία.
Αναμφίβολα η μεγάλη συμφωνία δημιούργησε διεθνή αίσθηση. Σε αντίθεση με την αμέσως προηγούμενη επενδυτική στόχευση του κρατικού fund της Σιγκαπούρης, επί ελληνικού εδάφους. Που καταφανώς είχε πολύ μικρότερο εύρος και έμελλε να λήξει άδοξα.
Ποια ήταν εκείνη η επιλογή της GIC , η οποία ενεργεί ως διαχειριστής κεφαλαίων της κυβέρνησης και της Νομισματικής Αρχής της Σιγκαπούρης; H αλήστου μνήμης …Folli Follie των Κουτσολιούτσων.
Παραμένει άγνωστο το πώς έφτασε το συγκεκριμένο κρατικό fund να τοποθετηθεί στην εταιρεία, που εκ των υστέρων διαπιστώθηκε ότι λειτουργούσε σαν βαριά βιομηχανία…πλαστογραφημένων οικονομικών στοιχείων.
Τον Ιούνιο του 2015 η GIC βγήκε στον αφρό της δημοσιότητας, καθώς η συμμετοχή της στη Folli ξεπέρασε το όριο του 5%, φτάνοντας στο 5,067%. Μεταφραζόμενο σε 3.392.641 μετοχές, το κόστος κτήσης των οποίων εκτιμάται στα επίπεδα των 85 εκατ. ευρώ.
Λίγους μήνες αργότερα το fund έκανε ορισμένες μικρές κινήσεις μειώνοντας και αυξάνοντας το ποσοστό της, αλλά εντός του 2016 βγήκε καθαρός πωλητής. Πιέζοντας την τιμή της μετοχής, προκειμένου να μηδενίσει την παρουσία της στην εταιρεία. Χάνοντας από όλη αυτήν την περιπέτεια κάπου 25 με 30 εκατ. ευρώ.
Κατά μία εκδοχή η έξοδος της GIC από τη Folli, φέρεται να οφειλόταν στη ματαίωση της υπόσχεσης που είχε δώσει ο Δημήτρης Κουτσολιούτσος, για την εισαγωγή της εταιρείας στη χρηματιστηριακή αγορά του Χόνγκ Κόνγκ. Ωστόσο μετά από την αποκάλυψη της μεγάλης απάτης (τον Μάιο του 2018) είναι πιθανό το κρατικό fund της Σιγκαπούρης να «μυρίστηκε» έγκαιρα την κακοτοπιά και να έσπευσε να απομακρυνθεί…
Η εμπιστοσύνη στην Ελλάδα και το «τείχος» σιωπής
Όπως και να ’χει, η τωρινή δυναμική επενδυτική επιστροφή, δεν έχει τον παραμικρό συσχετισμό με τα όσα συνέβησαν στο παρελθόν.
Στις πρώτες του δηώσεις ο Lee Kok Sun, Διευθυντής επενδύσεων της GIC, είπε: «Χαιρόμαστε για τη συνεργασία μας με τον Όμιλο Sani/Ikos, που εντείνει τις προσπάθειές του για ενίσχυση των εμπορικών σημάτων του και επέκταση της παρουσίας του στην Ευρώπη. Είμαστε βέβαιοι ότι η επένδυση αυτή θα φέρει σημαντικές αποδόσεις και θα επιβεβαιώσει την πίστη μας στον τουρισμό της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα..»
Ωστόσο πέραν της αποτίμησης και από όλες της εμπλεκόμενες πλευρές έχει υψωθεί ένα «τείχος» σιωπής, για τις επιμέρους λεπτομέρειες της συμφωνίας. Ακόμη, δεν υπάρχει πρόσβαση στα τελευταία οικονομικά στοιχεία του Ομίλου, ενώ παραμένει άγνωστο και το ακριβές πλειοψηφικό ποσοστό, που θα παραχωρηθεί από υπάρχοντες μετόχους της Sani/Ikos (Oaktree Capital, Goldman Sachs, Moonstone, Florac και Hermes GPE). Εκείνο που ειπώθηκε είναι ότι, μέτοχοι ( προφανώς μειοψηφούντες) παραμένουν οι ιδρυτές του ξενοδοχειακού ομίλου Σταύρος Ανδρεάδης, ο οποίος γίνεται Επίτιμος Πρόεδρος του Ομίλου, όπως επίσης και ο αδελφός του Ανδρέας Ανδρεάδης, που με τον Mathieu Guillemin συνεχίζουν να ασκούν καθήκοντα ως Διευθύνοντες Σύμβουλοι.
Αν ευσταθούν οι πληροφορίες ότι ο καθαρός δανεισμός του Ομίλου (δάνεια μείον ταμειακά διαθέσιμα) είναι στην περιοχή των 600 εκατ. ευρώ, τότε τα υπόλοιπα 1,7 δις ευρώ λογίζονται ως δυνητικό τίμημα σε μετρητά, για το 100% των μετοχών. Στην περίπτωση που για παράδειγμα παραχωρηθεί το 70% τότε το κρατικόfundτης GIC θα καταβάλει σε μετρητά 1,19 δις ευρώ.
Τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια που τώρα φεύγουν με υπεραξίες, είχαν το τοποθετηθεί στον ξενοδοχειακό Όμιλο το 2015 (με τη συγχώνευση τωνSani Resort και Ikos Resorts) συμβάλλοντας αποφασιστικά στην αναπτυξιακή του πορεία. Σύμφωνα με μια αναφορά των Financial Times, στο διάστημα αυτό τα έσοδα του Ομίλου από τα 88 εκατ. ευρώ που ήταν αρχικά, προβλέπεται να φτάσουν στην εφετινή χρήση στα 319 εκατ. ευρώ. Δηλαδή 3,6 φορές πάνω.
Τα νέα θέρετρα και η σύγκριση με την αποτίμηση του Χίλτον
Η Sani/Ikos προωθεί επίσης ένα πενταετές σχέδιο επέκτασης ύψους 900 εκατ. ευρώ, το οποίο θα προσθέσει τέσσερα ακόμη ανανεωμένα θέρετρα στο χαρτοφυλάκιό της. Σε Πορτογαλία, Μαγιόρκα, Κρήτη, Κέρκυρα, που θα λειτουργήσουν την περίοδο 2023-2026 προσθέτοντας άλλα περίπου 1.600 δωμάτια στο ενεργητικό του ξενοδοχειακού Ομίλου.
Ακόμη και με την προσθήκη αυτών, το ανά δωμάτιο τίμημα με βάση τη συνολική αποτίμηση των 2,3 δις, πέφτει από τα 836.000 στα 529.000 ευρώ…
Για να υπάρξει ένα μέτρο σύγκρισης το τίμημα για την παραχώρηση του αθηναϊκού Χίλτον (το 2016) ανήλθε στην περιοχή των 145 εκατ. ευρώ, μαζί τα δάνεια των 76 εκατ. ευρώ. Δηλαδή στα 290.000 ευρώ ανά δωμάτιο που είχε τότε…
Το κρατικό fund της Σιγκαπούρης είναι εμφανές ότι ποντάρει πολλά στον τομέα της ξενοδοχειακής πολυτέλειας, που μπορεί να αγνοεί την επερχόμενη ύφεση.
Η Sani/Ikos έχει εκδώσει ομολογιακό 300 εκατ. ευρώ, που λήγει τον Δεκέμβριο του 2026 και έχει «κουπόνι» 5,625%. Μέσα στον Σεπτέμβριο η τιμή του ομολόγου έχει ενισχυθεί κατά 12,8% αφού από το 89% της ονομαστικής αξίας, είναι τώρα στο 100,4.
Τον περασμένο μήνα, η Fitch μείωσε τις προοπτικές της για το μακροπρόθεσμο χρέος του ξενοδοχειακού Ομίλου από σταθερό σε αρνητικό. Διατήρησε όμως την αξιολόγηση στο Β μείον.
Διαβάστε επίσης:
Η CIG στη Sani/Ikos: Πώς προσγειώθηκε στη Χαλκιδική ένα από τα μεγαλύτερα κρατικά funds του κόσμου
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Κυβέρνηση σε Κομισιόν για ηλεκτρικό ρεύμα: Δώστε λύση τώρα ή θα το λύσουμε μόνοι μας -Επιτρέψτε Μηχανισμό Υπερεσόδων
- Καραβίας (Eurobank): Ζητάμε πολιτική σταθερότητα, κίνητρα για επενδύσεις, περισσότερες μεταρρυθμίσεις
- Ελλάκτωρ: Με ακίνητα αξίας 80 εκατ. του Χόλτερμαν εξασφαλίζει ρευστότητα η Reds
- Μάχη για το έργο κυβερνοασφάλειας των συστημάτων του δημοσίου αξίας €100 εκατ. – Ποιοι το διεκδικούν