Τις επόμενες μέρες αναμένεται να κριθεί η ένταξη στα Έργα Κοινού Ενδιαφέροντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (PCI), τριών κρίσιμων ελληνικών νέων ενεργειακών έργων. Οι Υπόγειες Αποθήκες Καβάλας ως έργο αποθήκευσης φυσικού αερίου και υδρογόνου και οι διασυνδέσεις με Αίγυπτο GREGY και GAP, είναι μεταξύ των έργων που διεκδικούν μια θέση στην 6η λίστα έργων PCI της Κομισιόν.

Συνολικά τουλάχιστον  επτά διασυνδέσεις ελληνικού ενδιαφέροντος και μεγάλα έργα   φιλοδοξούν να ενταχθούν (ή να ανανεώσουν την παρουσία τους) στην επόμενη λίστα των έργων PCI/PMI και διεκδικούν μαζί με εκατοντάδες άλλες ενεργειακές υποδομές απ’ όλη την Ευρώπη το πράσινο φως της DG Energy και τα πλεονεκτήματα στη χρηματοδότηση που σημαίνει η ένταξή τους στην κατηγορία αυτή. Στις 21 Απριλίου θα γίνει μια πρώτη αξιολόγηση στις Βρυξέλλες, με την short list να αναμένεται τον προσεχή Ιούνιο και τις τελικές ανακοινώσεις τον Νοέμβριο του 2023. Η 6η λίστα έργων PCI αναμένεται να οριστικοποιηθεί στις αρχές του 2024.

Ειδικά για τις Αποθήκες Καβάλας, πληροφορίες αναφέρουν, ότι στελέχη του ΥΠΕΝ πρόκειται να παρουσιάσουν στοιχεία για τη δυνατότητα της Αποθήκης να χρησιμοποιηθεί και για αποθήκευση υδρογόνου.

Νέο αίτημα για την Αποθήκη Καβάλας

Ειδικότερα, το ΤΑΙΠΕΔ κατέθεσε  αίτημα ένταξης της υπόγειας αποθήκης φυσικού αερίου (ΥΑΦΑ) στη Νότια Καβάλα στον υπό κατάρτιση 6ο κατάλογο Έργων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI) στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενόψει της κρίσιμης συνεδρίασης στις 17 και 18 Απριλίου των τριών περιφερειακών ομάδων της Κομισιόν που θα εξετάσουν τα προτεινόμενα έργα διασύνδεσης και αποθήκευσης υδρογόνου.

Με το νέο αίτημα η ελληνική πλευρά ζητά να συμπεριληφθεί η ΥΑΦΑ στον επόμενο κατάλογο έργων PCI, υποστηρίζοντας ότι θα μπορεί η υποδομή να χρησιμοποιηθεί μελλοντικά όχι μόνο ως αποθήκη φυσικού αερίου αλλά και υδρογόνου. Ήδη έχουν πραγματοποιηθεί επαφές μεταξύ του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, του ΔΕΣΦΑ και του ΤΑΙΠΕΔ προκειμένου να παραμείνει η αποθήκη και στον επόμενο κατάλογο PCI, ώστε να μη χαθούν τα πλεονεκτήματα που της δίνει. Σημειώνεται ότι η ένταξη έργων σε καθεστώς PCI παρέχει δυνατότητα επιχορήγησης των κεφαλαιουχικών δαπανών, καθώς και ταχεία διαδικασία αδειοδοτήσεων.

Οι Αποθήκες Καβάλας αποτελούν ένα κρίσιμο έργο για την ασφάλεια εφοδιασμού στην ελληνική αγορά και πληρεί τα πέντε κριτήρια ένταξης στον επόμενο κατάλογο PCI, μεταξύ των οποίων είναι η ενίσχυση του ανταγωνισμού, της ασφάλειας εφοδιασμού και της διείσδυσης των ΑΠΕ στις ευρωπαϊκές αγορές ενέργειας.

Τα υπόλοιπα σημαντικά ελληνικά ενεργειακά έργα που διεκδικούν να πάρουν ή να επιβεβαιώσουν τη θέση που κατέχουν στη λίστα των έργων Κοινού Ενδιαφέροντος είναι, η αναβάθμιση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Ιταλίας (του ΑΔΜΗΕ), η κτασκευή γραμμής μεταφοράς Νέα Σάντα – Φίλιπποι, (του ΑΔΜΗΕ), το έργο αντλησιοταμίευσης στην Αμφιλοχία (της ΤΕΡΝΑ) και η αναβάθμιση της διασύνδεσης Μελίτη – Μπιτόλα στη Β.Μακεδονία (του ΑΔΜΗΕ). Η αναβάθμιση της γραμμής 400kV εκτιμάται ότι θα τεθεί σε λειτουργία εντός του 2023. Το έργο συνδέεται με τη γραμμή διασύνδεσης 400 kV, Μπίτολα (Β. Μακεδονία) – Ελμπασάν (Αλβανία) και αποτελεί το τελευταίο μέρος του Διαδρόμου 8 στο πλαίσιο της δημιουργίας μια λεωφόρου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ Βουλγαρίας, πΓΔΜ, Αλβανίας και Ιταλίας.

Προς νέο διαγωνισμό για την Αποθήκη Καβάλας

Νέα διαγωνιστική διαδικασία για την αξιοποίηση της Υπόγειας Αποθήκης Καβάλας, αναμένεται να προκηρυχθεί από το ΤΑΙΠΕΔ μετά το οριστικό ναυάγιο του διαγωνισμού για την ανάπτυξη και λειτουργία της ΥΑΦΑ . Η ένταξη της ΥΑΦΑ στον επόμενο κατάλογο PCI θα κάνει το έργο πιο ελκυστικό σε δυνητικούς επενδυτές, αυξάνοντας τις πιθανότητες επιτυχίας του επόμενου διαγωνισμού. Ταυτόχρονα όμως, όπως αναφέρουν πηγές, για να γίνει ελκυστικό στους επενδυτές το έργο, θα πρέπει η ΡΑΕ να αναθεωρήσει τον υφιστάμενο Κανονισμό Τιμολόγησης, αυξάνοντας την ανάκτηση του απαιτούμενου εσόδου (τη συνεισφορά των καταναλωτών) πάνω παό το 50% της επένδυσης.

Ειδικά για τα έργα υδρογόνου, οι τρεις περιφερειακές ομάδες της Κομισιόν,  θα συντάξουν έναν προσωρινό κατάλογο έργων υδρογόνου, ο οποίος θα εξεταστεί στη συνέχεια από τον ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) και τη Γενική Διεύθυνση Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.