Επιστολή προς την Υπουργό Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, έστειλε ο σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων Κλωστοϋφαντουργών, σχετικά με την προοπτική της αύξησης του κατώτατου μισθού και της επαναφοράς κάποιων επιδομάτων.
Η επιστολή:
«Κυρία Υπουργέ,
Η ελληνική Κλωστοϋφαντουργία αποτελεί έναν πολύ σημαντικό εργατοβόρο κλάδο της μεταποιητικής βιομηχανίας στη χώρα μας, όπου σε όρους παραγωγής, απασχόλησης και εξαγωγών συνιστά μία από τις κυριότερες οικονομικές δραστηριότητες.
Την τελευταία εικοσαετία, η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού, από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, σε συνδυασμό με την αθρόα εισαγωγή κλωστοϋφαντουργικών ειδών από χώρες φθηνού εργατικού κόστους οδήγησε στη συρρίκνωση του κλάδου, με αποτέλεσμα το κλείσιμο μεγάλων παραδοσιακών εργοστασίων, αυξάνοντας την ανεργία.
Αναφορικά με τις αποφάσεις της κυβέρνησης που αφορούν στην αύξηση του κατώτατου μισθού σας παραθέτουμε τα κάτωθι:
Κατώτατος μισθός – Εργασιακό κόστος
• Το εργασιακό κόστος στην κλωστοϋφαντουργία υπεισέρχεται κατά 30% στο κόστος παραγωγής, επομένως, απαιτείται αυτοσυγκράτηση από πολιτεία, εργοδότες, εργαζόμενους, ώστε κάθε αύξηση να είναι συνδεδεμένη με την ανταγωνιστικότητα και τις δυνατότητες του κλάδου.
• Τα σημερινά δεδομένα της οικονομικής κατάστασης του κλάδου δεν επιτρέπουν την αύξηση του κατώτατου μισθού, πέραν του 5%.
• Ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να καθορίζεται με συγκεκριμένη formula, κατά συνέπεια προτείνουμε, τα βασικά κριτήρια για τη διαμόρφωσή του, να είναι οι δείκτες της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας και της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, δείκτες που η ορθότητα και αντικειμενικότητά τους διασφαλίζεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή.
• Στην παρούσα φάση της οικονομίας θεωρούμε ότι δεν ενδείκνυται να επανέλθουν τα επιδόματα προϋπηρεσίας, (τριετίες), το επίδομα γάμου και άλλα επιδόματα, καθότι η επαναφορά αυτών θα συμπαρασύρει προς τα πάνω το εργασιακό κόστος, με αποτέλεσμα την περαιτέρω απώλεια της ανταγωνιστικότητας του κλάδου.
• Υπενθυμίζουμε ακόμη ότι οι φορείς του κλάδου τάσσονται υπέρ:
α) της κατάργησης της υποχρεωτικής διαιτησίας,
β) της υπεροχής των επιχειρησιακών συμβάσεων εργασίας έναντι των κλαδικών, και
γ) της δυνατότητας επέκτασης των κλαδικών και όχι των ομοιο-επαγγελματικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Ως εκ τούτου, προτείνουμε να ληφθούν υπόψη οι προτάσεις των φορέων του κλάδου, στον Νόμο που θα κατατεθεί προς ψήφιση στη Βουλή, σχετικά με τις επικείμενες αλλαγές στα εργασιακά, επειδή πιστεύουμε ότι το μείζον ζητούμενο στη σημερινή κρίση είναι η διάσωση των επιχειρήσεων του κλάδου και η διατήρηση των θέσεων εργασίας».