Αιφνιδιασμένοι από τις εξελίξεις στο θέμα του ΛΕΠΕΤΕ και την κατάθεση τροπολογίας δηλώνουν κύκλοι της Εθνικής Τράπεζας, επισημαίνοντας ότι εγκυμονεί σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους για την Εθνική Τράπεζα και ότι η τροπολογία προφανώς «είναι αντισυνταγματική και μη συμβατή με τις διατάξεις του νόμου και το κανονιστικό πλαίσιο». Αναφέρουν μάλιστα ότι, σε περίπτωση νομοθέτησης του προτεινόμενου μέτρου, η τράπεζα θα προσφύγει άμεσα για την ακύρωση του ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων με γνώμονα την προστασία της ευρωστίας της τράπεζας και τα δικαιώματα των εργαζομένων.

Όπως αναφέρουν οι ίδιοι κύκλοι, η Εθνική Τράπεζα με ευθύνη και κοινωνική ευαισθησία είχε πρωτοστατήσει ώστε να βρεθεί μία εύλογη και δίκαιη λύση στο δύσκολο κοινωνικό θέμα του ΛΕΠΕΤΕ. Μάλιστα, διαφαινόταν το σκιαγράφημα μιας λύσης με αυτά τα χαρακτηριστικά που εμπεριείχε εύλογους συμβιβασμούς  και από τρία εμπλεκόμενα μέρη (συνταξιούχους, ΕΤΕ και Κυβέρνηση) και η ETE θα συνέβαλε γενναιόδωρα σε αυτή τη λύση.

Ωστόσο, η απόφαση Πετρόπουλου για την κατάθεση τροπολογίας ήρθε χωρίς να την περιμένουν και, επιπλέον, χαρακτηρίζεται από πολλαπλές αδυναμίες και αδικίες. Επίσης, εγκυμονεί σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους για την Εθνική Τράπεζα.

Και εξηγούν:

Πρώτον, δημιουργεί συνταξιούχους δυο ταχυτήτων. Οι σημερινοί συνταξιούχοι (δηλαδή πριν την ψήφιση του νόμου) θα λαμβάνουν κατά την κατατεθείσα τροπολογία υψηλές συντάξεις, σε επίπεδα άνω του τριπλάσιου των υπολοίπων συνταξιούχων του δημοσίου. Οι σημερινοί εργαζόμενοι της τράπεζας αδικούνται, αφού η τροπολογία θα τους δώσει σημαντικά χαμηλότερες συντάξεις από τους σημερινούς συνταξιούχους, που θα βγαίνει μειούμενη για το διάστημα ασφάλισης μετά την 1/1/2015 (αρχικά άνω του 50%, ποσοστό που θα ανεβαίνει). Δεν μπορεί να υπάρχει κάποια λογική σε έναν τέτοιο διαχωρισμό.

Δεύτερον, η εφαρμογή της λύσης θα έπληττε οικονομικά την ΕΤΕ σε τέτοιο βαθμό που κάποιος θα έπρεπε να αναρωτηθεί για τη ορθότητα σκέψης ή ακόμη χειρότερα για τη σκοπιμότητα, ειδικά σε μια χρονική στιγμή που η ΕΤΕ αρχίζει να ανακάμπτει.

Η τροπολογία, τονίζουν, προφανώς είναι αντισυνταγματική και μη συμβατή με τις διατάξεις του νόμου και το κανονιστικό πλαίσιο και δεν πρέπει να παραπλανηθούν οι συνταξιούχοι ότι ο κ. Πετρόπουλος που τα τελευταία δύο χρόνια καθυστερεί, με αυτήν την σπασμωδική κίνηση έχει βρει μια μόνιμη και βιώσιμη λύση.

Όπως είναι αυτονόητο, σε περίπτωση νομοθέτησης του προτεινόμενου μέτρου, υπογραμμίζουν, η τράπεζα θα προσφύγει άμεσα για την ακύρωση του ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων με γνώμονα την προστασία της ευρωστίας της τράπεζας και τα δικαιώματα των εργαζομένων, τονίζοντας ότι η τράπεζα συνεχίζει να πιστεύει ότι υπάρχει μια συναινετική λύση με την οικειοθελή συμμετοχή της.

Προεκλογικό «μπαχτσίσι»

Σημειώνεται ότι σήμερα και στο… παρά ένα πλέον της κάλπης, η κυβέρνηση κατέθεσε τροπολογία για να λυθεί ο «γόρδιος δεσμός» του ΛΕΠΕΤΕ που κρατά ομήρους τους τελευταίους 18 μήνες 17.500 συνταξιούχους της Εθνικής Τράπεζας.

Η τροπολογία προβλέπει πως η Εθνική Τράπεζα θα πρέπει να καταθέσει φέτος 40 εκατ. ευρώ για το επικουρικό του ΛΕΠΕΤΕ και να καταθέσει επίσης εγγυήσεις που θα καλύπτουν τα ελλείμματα του ΛΕΠΕΤΕ ώστε οι επικουρικές συντάξεις των συνταξιούχων του ΛΕΠΕΤΕ να παραμείνουν σταθερές τα επόμενα πέντε χρόνια. Αυτό, τη στιγμή που η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας είχε προϋπολογίσει 35 εκατ. ευρώ κατ’ έτος.

Στα μέσα του περασμένου μήνα, μάλιστα, ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΤΕ, Παύλος Μυλωνάς, παρουσιάζοντας το πλάνο του μετασχηματισμού της Εθνικής Τράπεζας σε Έλληνες δημοσιογράφους, είχε αναφερθεί στο θέμα του ΛΕΠΕΤΕ, λέγοντας ότι «σήμερα υπάρχει μεγαλύτερη σύγκλιση απόψεων για τη διευθέτησή του με την κυβέρνηση παρά με τους συνταξιούχους, οι οποίοι θα πρέπει να υποχωρήσουν, καθώς δεν μπορούν σήμερα να παίρνουν τέσσερις φορές πάνω η επικουρική σύνταξη από αυτή που παίρνει ο μέσος Έλληνας».