Μπορεί η σχέση Ελλάδα Ισραήλ να βρίσκεται στο καλύτερο ιστορικά σημείο της, ωστόσο οι ελληνικές εξαγωγές κινούνται σε επίπεδα κατώτερα των προσδοκιών. Ειδικά στην κατηγορία των οινοπνευματωδών ποτών η εξαγωγική δραστηριότητα είναι ιδιαίτερα χαμηλή, παρά την ποιότητα και το ιδιαίτερα ανταγωνιστικό κόστος των ελληνικών προϊόντων.

Τα παραπάνω προκύπτουν από την έκθεση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Πρεσβεία της Ελλάδος στο Τελ Αβίβ, σύμφωνα με την οποία η θέση των ελληνικών ποτών δεν αντικατοπτρίζει την ποιότητα και το κόστος τους. Ειδική αναφορά γίνεται στο ούζο, αλκοολούχο αποκλειστικά ελληνικής προελεύσεως, το οποίο δεν καταγράφει καμία ιδιαίτερη τάση στις πωλήσεις και είναι εξαιρετικά χαμηλότερα στην κατηγορία αναφοράς σε σχέση με τις λοιπές χώρες που εισάγουν αντίστοιχα αποστάγματα.

Μετά βίας, η αξία των ελληνικών εξαγωγών ούζου φθάνει τα των 343 χιλ. $ (2019). Πρόκειται για την καλύτερη επίδοση που καταγράφηκε ιστορικά. Και αυτό παρ’ ότι το ούζο αποτελεί μια δημοφιλή κατηγορία για τους ισραηλινούς που ταξιδεύουν διαρκώς στην Ελλάδα.

Οι συντάκτες της έκθεσης αναρωτιούνται γιατί ένα τέτοιο προϊόν αδυνατεί να αποσπάει μερίδιο στην ισραηλινή αγορά, η οποία εισάγει εξίσου υψηλής αλκοόλης αποστάγματα (τεκίλα, ρούμι κ.α.) «αξίας 25,6 εκ. ευρώ το 2019 και σταθερά άνω των 20 εκ. ευρώ από το 2016 και εντεύθεν». Επιπλέον, υπογραμμίζουν ως αξιοσημείωτο το γεγονός πως η Κύπρος εξήγαγε το 2019 πενταπλάσιας αξίας (11 εκ. $ σε σχέση με 1,9 εκ. $) αλκοολούχα προϊόντα σε σχέση με την Ελλάδα, προωθώντας στην ισραηλινή αγορά πρωτίστως βότκα και ουίσκι.

Εξαιρετικά χαμηλή όμως είναι διαχρονικά και η παρουσία των ελληνικών οίνων, παρ’ ότι τα τελευταία δέκα χρόνια, μια νέα κουλτούρα κρασιού εξελίχθηκε αργά στο Ισραήλ. Σήμερα, περισσότερα από 900 κρασιά μπορούν να αγοραστούν σε ειδικά καταστήματα κρασιού (κάβες) που μεταφέρουν τα πάντα, από το ίδιο το κρασί μέχρι ειδικά αξεσουάρ οινογευσείας ακόμη και εισαγόμενα ψυγεία κρασιού ενώ τα μαθήματα κρασιού και η γευσιγνωσία κρασιού έχουν ενταχθεί στην καθημερινότητα των ισραηλινών ανεξαρτήτου ηλικίας. Συνολικά, η ετήσια κατανάλωση κρασιού μεταξύ των Ισραηλινών κατά μέσο όρο 4,6 λίτρα κρασί ανά άτομο.

Η κορυφαία κατηγορία για τα ελληνικά αλκοολούχα ποτά στην αγορά του Ισραήλ, σύμφωνα πάντα με την έκθεση της Ελληνικής Πρεσβείας στο Τελ Αβίβ είναι αυτή των ζύθων. Η συγκεκριμένη κατηγορία κατέγραψε αύξηση 46,8% το 2018, ξεπερνώντας συνολικά τα 1,3 εκ. δολ. Ωστόσο το 2019 κατέγραψε πτώση 40%.

Οι συντάκτες της έκθεσης εμφανίζονται πεπεισμένοι ότι τα ελληνικά προϊόντα μπορούν να καταλάβουν μεγαλύτερο μερίδιο και να καταγράψουν ανοδική πορεία. «Η ευρύτατη ποικιλία προϊόντων που διακινούνται στην ισραηλινή αγορά προφανώς και μπορεί να συμπεριλάβει και ελληνικά προϊόντα», σημειώνουν χαρακτηριστικά.