Ο τουρισμός αποτελεί τη βαριά βιομηχανία της ελληνικής οικονομίας. Τη φράση αυτή την έχουμε ακούσει χιλιάδες φορές και είναι σίγουρο ότι θα την ακούσουμε άλλες τόσες σε συνέδρια, ημερίδες και συζητήσεις για τον ελληνικό τουρισμό. Γεγονός είναι ότι ο τομέας αυτός συνεισφέρει ετησίως στο ελληνικό ΑΕΠ κατά 20%, ίσως πλέον και περισσότερο.
Εάν μάλιστα συνυπολογιστούν και τομείς, η ανάπτυξη των οποίων αποτελεί, σε μεγάλο βαθμό, συνάρτηση, προϋπόθεση και απόρροια της τουριστικής πολιτικής – όπως ενδεικτικά, η ναυτιλία, οι αερομεταφορές, οι μεταφορές εν γένει- η αναγκαιότητα μιας συνεκτικής, μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης εθνικής τουριστικής πολιτικής καθίσταται, αφενός προφανής, αφετέρου επιτακτική.
Κατά τα τελευταία δύο χρόνια, όχι μόνο στην περίπτωση της Αθήνας, αλλά συνολικότερα σε εθνικό επίπεδο, παρατηρούμε σημαντική ανάπτυξη του τουρισμού, αύξηση των ξένων επισκεπτών και σημαντική ανάκαμψη περιοχών οι οποίες είχαν υποστεί τις δραματικές συνέπειες της οικονομικής κρίσης και της αρνητικής προβολής τους στο εξωτερικό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Αθήνα, η οποία κατά τα έτη 2011-2012 βίωσε διψήφιες μειώσεις σε αφίξεις ξένων επισκεπτών και ξεκίνησε σταδιακά να ανακάμπτει από το δεύτερο εξάμηνο του 2013, φτάνοντας, με διψήφιες πλέον αυξήσεις, το 2015 να υποδεχθεί ρεκόρ αφίξεων, οι οποίες ξεπέρασαν τα 4 εκατομμύρια.
Παράλληλα όμως, ιδιαίτερα κατά το τελευταίο έτος, έχουμε να αντιμετωπίσουμε σημαντικότατες προκλήσεις, όπως η τρομοκρατία και οι ευρύτερες γεωπολιτικές εξελίξεις, που έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση σημαντικών και δύσκολα διαχειρίσιμων κοινωνικών και οικονομικών φαινομένων, όπως είναι η αρνητική επίδραση στη συνολικότερη αντίληψη του επιβατικού κοινού για την ασφάλεια και το ταξίδι και, βέβαια, η αύξηση των προσφυγικών ροών.
Στο πλαίσιο αυτό και ενώ οι προβλέψεις για τις τουριστικές ροές το καλοκαίρι 2016 είναι θετικές, δύο είναι τα βασικά ζητήματα / προκλήσεις για τον ελληνικό τουρισμό:
- Η έγκαιρη και βέλτιστη διαχείριση και προβολή της εικόνας της χώρας αναφορικά με τα προαναφερθέντα κρίσιμα ζητήματα
(τρομοκρατία, αίσθηση ασφάλειας, προσφυγικές ροές), έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθούν πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στις τουριστικές αφίξεις προς συγκεκριμένες περιοχές ή/και προς το σύνολο της χώρας. - H κεφαλαιοποίηση του συνεχιζόμενου τουριστικού ρεύματος των τελευταίων ετών και περαιτέρω, η στρατηγική ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού μέσω του σχεδιασμού και της διαμόρφωσης τοπικής/ περιφερειακής και, στη συνέχεια, εθνικής πολιτικής τουρισμού, με τη στοχευμένη και στρατηγική ανάπτυξη των τεσσάρων βασικών πυλώνων της: των υποδομών, του τουριστικού προϊόντος, της διαμόρφωσης και της διαχείρισης της τουριστικής ταυτότητας/ εικόνας.
Τόσο για την έγκαιρη, όσο και για τη στρατηγική αντιμετώπιση των δύο αυτών προκλήσεων, απαραίτητο στοιχείο είναι ο συντονισμός και η συνεργασία όλων των μερών της τουριστικής αλυσίδας και η διαμόρφωση μίας ενιαίας τουριστικής ταυτότητας/ εικόνας, καθώς και, αντίστοιχα, η συναίνεση και η συνεργασία όλων των φορέων και των οργανισμών του τουριστικού κλάδου ως προς τη διαχείριση και την προβολή της εικόνας αυτής.
Όπως το είδαμε άλλωστε και στην περίπτωση της Αθήνας και της θεαματικής ανάκαμψής της κατά τα τελευταία έτη, οι συνέργειες και οι συνεργασίες ήταν εκείνες που έδωσαν τη δυνατότητα στους επιμέρους στρατηγικούς σχεδιασμούς να λειτουργήσουν συμπληρωματικά και να αποφέρουν πολλαπλασιαστικά οφέλη.
Με λόγια απλά, «η ισχύς εν τη ενώσει» αποτελεί και στον τουρισμό, ιδιαίτερα υπό τις παρούσες, κρίσιμες συνθήκες, μία αναγκαία και ικανή συνθήκη για την ανάπτυξη.
Άρθρο της Ιωάννας Παπαδοπούλου, Διευθύντριας Επικοινωνίας & Μάρκετινγκ του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών