Υπαρκτό είναι το ενδιαφέρον διεθνών πετρελαϊκών εταιρειών για την ελληνική αγορά υδρογονανθράκων, σημείωσαν εκπρόσωποι του ΙΕΝΕ κατά τη χθεσινή παρουσίαση της σχετικής Ειδικής Έκθεσης του ΙΕΝΕ, παρουσιάζοντας τις δυνατότητες των ελληνικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, τα βήματα που πρέπει να γίνουν για την αξιοποίησή τους και υποδεικνύοντας ποιες κινήσεις πρέπει να γίνουν άμεσα για να κερδηθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών.

Όπως τονίστηκε σήμερα η εξάρτηση της χώρας από τις εισαγωγές είναι στο 73,6%, η 7η μεγαλύτερη στην Ευρώπη και φέτος η χώρα θα πληρώσει 10 δισ. ευρώ για εισαγωγές υδρογονανθράκων. Αντίθετα, αν αξιοποιηθούν τα κοιτάσματα για τα οποία υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις σήμερα, θα μπορούσαν να εξασφαλιστούν δημόσια έσοδα της τάξης των 30 δισ. ευρώ σε βάθος 25 ετίας.

Τονίστηκε ότι υπάρχει διεθνές ενδιαφέρον το οποίο για να εκφραστεί πρέπει άμεσα αν αρθούν τα εμπόδια στις πιο ώριμες περιπτώσεις ερευνών, όπως στα Ιωάννινα και το Κατάκολο, ώστε να ξεκινήσουν οι ερευνητικές γεωτρήσεις και να μπορέσουμε σε 1-2 χρόνια να ξεκινήσει η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων.  Όπως τονίστηκε, έχει καθυστερήσει χαρακτηριστικά η υπογραφή της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για το Κατάκολο, και οι επενδυτές περιμένουν να δουν στην πράξη ότι έστω και μια επένδυση προχωράει.

Επισημάνθηκε, ότι πρέπει να γίνουν διαγωνισμοί Open Door στις περιοχές όπου οι παραχωρησιούχοι έχουν αποχωρήσει, να ενισχυθούν οι εταιρείες που έχουν  άδειες να προχωρήσουν τις έρευνές τους και να εκφραστεί πολιτική βούληση ενίσχυσης των επενδύσεων χωρίς παλινδρομήσεις.

Οι υδρογονάνθρακες θα εξακολουθήσουν να αποτελούν για αρκετά χρόνια ακόμα βασικό συστατικό στοιχείο του ενεργειακού μίγματος της παγκόσμιας, της ευρωπαϊκής και της ελληνική οικονομίας, διαπιστώνει η Ειδική Έκθεση της Επιτροπής Υδρογονανθράκων (Upstream) του ΙΕΝΕ για τα Οικονομικά και Γεωπολιτικά Oφέλη από την Αξιοποίηση Υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, η οποία παρουσιάστηκε στο πλαίσιο διαδικτυακής συνέντευξης Τύπου τη Δευτέρα, 18 Απριλίου.

Στην Έκθεση αναδεικνύονται οι σημαντικές δυνατότητες που υπάρχουν στον ελλαδικό χώρο για την ανάπτυξη του κλάδου των υδρογονανθράκων και τη διενέργεια στοχευμένων ερευνών από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες, με απώτερο στόχο την ανακάλυψη και εκμετάλλευση κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Όπως υπογραμμίζεται, η αναγκαιότητα για  αξιοποίηση αυτών των δυνατοτήτων γίνεται σήμερα ιδιαίτερα αισθητή, δεδομένης και της παρατηρούμενης στενότητας στην προμήθεια της ενέργειας – και ιδιαίτερα φυσικού αερίου  – ως αποτέλεσμα της τρέχουσας κρίσης τιμών και της γεωπολιτικής αστάθειας που έχει προκύψει λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.

Η πρόεδρος της Επιτροπής Υδρογονανθράκων του ΙΕΝΕ κυρία Τερέζα Φωκιανού σημείωσε ότι σημείωσε ότι απαιτούνται 4 προϋποθέσεις για να προχωρήσει η έρευνα για τα ελληνικά κοιτάσματα:

  1. Να υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση χωρίς παλινδρομήσεις
  2. Να υπάρχει σταθερή ενεργειακή πολιτική
  3. Να ενθαρρυνθούν όσοι ήδη διαθέτουν άδειες για εντατικοποίηση των ερευνών
  4. Να προσελκυσθούν και νέοι επενδυτές με προκήρυξη και νέων περιοχών.

Επίσης, σημείωσε ότι είναι μεγάλης γεωπολτικής σημασίας οι έρευνες Νότια της Κρήτης, καθώς αν δεν βρεθούν εκεί αποθέματα δεν μπορεί να προχωρήσει ο East Med, καθώς ο αγωγός σχεδιάζεται για να μεταφέρει αέριο από Ισραήλ, Κύπρο και Ελλάδα. Σημείωσε επίσης ότι για να προσελκυσθεί το διεθνές ενδιαφέρον σε νέες παραχωρήσεις Νότια της Κρήτης, πρέπει να παραχωρηθούν περιοχές άνω των 20χιλ τ.χλμ καθώς πρόκειται για περιοχή μεγάλου βάθους και δυσκολίας.

Όπως τονίστηκε η Ελλάδα πρέπει και μπορεί από εξαγωγέας πετρελαιοειδών προϊόντων και εισαγωγέας αργού και φυσικού αερίου να μετατραπεί σε παραγωγός χώρα υδρογονανθράκων και εξαγωγέας φυσικού αερίου. Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί επιχειρηματικές ευκαιρίες, με αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, νέες θέσεις εργασίας, μείωση του συνολικού ενεργειακού κόστους, αύξηση ενεργειακής ασφάλειας και διαφοροποίησης του εφοδιασμού, αναζωογόνηση της υπερχρεωμένης οικονομίας, ενώ προσδίδει αυξημένη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία στη χώρα μας.

Ο πρώην πρόεδρος της ΕΔΕΥ Γιάννης Μπασιάς, σημείωσε ότι οι ΑΠΕ μόνες τους δεν αρκούν και ότι ο λιγνίτης και υδορογονάνθρακες δεν μπορούν να λείπουν από το ενεργειακό μίγμα της χώρας και ότι  όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κινούνται στην κατεύθυνση της επανεκκίνησης των ερευνών για υδρογονάνθρακες.  Επίσης σημείωσε ότι για την περιοχή του Ιονίου σημείωσε πως είναι θετικό το γεγονός ότι αφενός υπάρχει απόδειξη για ύπαρξη κοιτάσματος στην περιοχή δυτικά της Κέρκυρας και αφετέρου ότι έχουν διευθετηθεί τα σύνορα με την Ιταλία. Χαρακτήρισε δε ρεαλιστικά τα χρονοδιαγράμματα που έθεσε η ΕΔΕΥ για την ολοκλήρωση των ερευνών.

«Είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε την εντατικοποίηση των ερευνών για υδρογονάνθρακες», τόνισε ο γενικός διευθυντής του ΙΕΝΕ Κωστής Σταμπολής, σημειώνοντας ότι η χώρα πλήρωσε πέρυσι 8 δισ. ευρώ για εξαγωγές υδρογονανθράκων, ποσό που εφέτος αναμένεται να αυξηθεί στα 10 δισ. Σημείωσε ότι παράλληλα με την αύξηση των ΑΠΕ πρέπει να αξιοποιηθούν και τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων.

Ο Γιάννης Γρηγορίου, πρώην στέλεχος των ΕΛΠΕ, ανέφερε ότι απαιτούνται σημαντικές και μακροχρόνιες επενδύσεις για να πραγματοποιηθούν έρευνες και εξόρυξη υδρογονανθράκων εκτιμώντας ότι για κάθε 2 δις. επενδύσεων αντιστοιχούν 3 δις. έσοδα για το Δημόσιο σε βάθος 25 ετίας.

Ειδικότερα, σημείωσε ότι για κάθε 1 TCF (τρισεκ.κυβικά πόδια), κοιτάσματος απαιτούνται 2 δισ. επενδύσεων και μορεί να αποδώσει 3 δισ. δημόσια έσοδα σε βάθος 25 ετίας.

Όπως  είπε οι σεισμικές έρευνες που έχουν διεξαχθεί ως τώρα παρέχουν ενδείξεις για αποθέματα της τάξης των 70-90 τρισ. κυβικών ποδιών, ενώ σε αρκετές περιοχές του Ιονίου, όπως είπε, οι πιθανότητες να υπάρχουν υδρογονάνθρακες είναι της τάξης του 25%. Πρότεινε να επεκταθούν οι παραχωρήσεις σε περιοχές όπου έρευνες που έγιναν στο παρελθόν έδωσαν ενδείξεις για υδρογονάνθρακες, όπως ο Θερμαϊκός και η Βορειοδυτική Πελοπόννησος όπου κατά τη δεκαετία του ’90 είχε εντοπιστεί κοίτασμα φυσικού αερίου.

Τα βασικά συμπεράσματα της Έκθεσης

Μετά από ενδελεχή ανασκόπηση τόσο της έως τώρα ερευνητικής και παραγωγικής εμπειρίας στην Ελλάδα όσο και των ενεργειακών αναγκών της χώρας, η Έκθεση του ΙΕΝΕ καταλήγει σε μια σειρά από χρήσιμα συμπεράσματα. Μεταξύ άλλων, η Έκθεση συμπεραίνει ότι:

  • Παρά τις διαχρονικές προσπάθειες του Ελληνικού Δημοσίου και των κοινοπρακτικών σχημάτων δημοσίων και ιδιωτικών εταιρειών ελληνικών και ξένων, η ελληνική βιομηχανία υδρογονανθράκων, πέρα της δραστηριότητας στον Πρίνο, δεν κατόρθωσε να αναπτυχθεί μέχρι σήμερα.
  • Η διαδικασία αδειοδοτήσεων για τη χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων των περιοχών έρευνας και εκμετάλλευσης υπήρξε και παραμένει άκρως γραφειοκρατική και χρονοβόρα, αν και δεν μπορεί να αλλάξει, καθότι επιβάλλεται από τον νόμο και την σχετική οδηγία της ΕΕ.
  • Τόσο το επενδυτικό ρίσκο όσο και το υψηλό κόστος των ερευνών δεν επιβαρύνει καθόλου τον εθνικό κρατικό προϋπολογισμό, αλλά αποκλειστικά τα ανάδοχα κοινοπρακτικά σχήματα.
  • Το μέγεθος και η οικονομική αξία των δυνητικών αποθεμάτων υδρογονανθράκων δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί με ακρίβεια, λόγω ελλιπών, προς το παρόν, ερευνητικών δεδομένων. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις της ύπαρξης εγχώριων υδρογονανθράκων ήταν και εξακολουθούν να είναι αισιόδοξες. Βάσει των σημερινών στοιχείων αυτές υπολογίζονται σε 2.0-2.5 τρισεκατομμύρια κυβ. μέτρα αερίου.
  • Απαιτείται, σε τεχνικό επίπεδο, καταγραφή συμπληρωματικού πυκνότερου σεισμικού δικτύου (δυο και τριών διαστάσεων) με ταυτόχρονη επίσπευση της εκπόνησης πρόσθετων γεωλογικών μελετών.
  • Η παρουσία ενεργειακών ομίλων, όπως της γαλλικής TotalEnergies και της αμερικανικής ExxonMobil, των ελληνικών ΕΛΠΕ και Energean, αλλά και το εκδηλωμένο ενδιαφέρον και άλλων σημαντικών εταιρειών, ενισχύουν την προοπτική για ύπαρξη πολύ σημαντικών αποθεμάτων υδρογονανθράκων, ιδιαίτερα στη θαλάσσια περιοχή Ιονίου και δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης.
  • Η παρουσία του αγωγού TAP, ο οποίος είναι ήδη σε λειτουργία, του διασυνδετήριου αγωγού Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB), ο οποίος βρίσκεται υπό κατασκευή, του σχεδιαζόμενου EastMed και των τεσσάρων νέων FSRUs (δύο στην Αλεξανδρούπολη, ένα στους Αγίους Θεοδώρους Κορίνθου και ένα στο Βόλο), ενισχύουν τη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία της χώρας μας και της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
  • Η σταδιακή εξασθένιση της πανδημίας του κορωνοϊού διεθνώς θα οδηγήσει σε σταδιακή αύξηση της ζήτησης και παραγωγής των υδρογονανθράκων. Όσο θα παραμένει μειωμένη η προσφορά τόσο θα παραμένει αυξημένο το ενεργειακό κόστος των υδρογονανθράκων.
  • Παράλληλα, γίνεται πλέον ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι στο σύνθετο και ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον που προβάλλει, η επιδίωξη ενεργειακής αυτάρκειας θα τεθεί εκ νέου ως βασικός στόχος κάθε ενεργειακής στρατηγικής από τις χώρες της ΕΕ αλλά και ευρύτερα. Ως εκ τούτου, επιβάλλεται να δοθούν εχέγγυα από την Πολιτεία για την ταχεία έγκριση των απαιτούμενων αδειών, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, προς τους ανάδοχους επενδυτές των ελληνικών συμβατικών περιοχών, ώστε να επισπευστούν οι ερευνητικές εργασίες υδρογονανθράκων, χωρίς γραφειοκρατικές καθυστερήσεις.
  • Η Ελλάδα πρέπει και μπορεί από εξαγωγέας πετρελαιοειδών προϊόντων και εισαγωγέας αργού και φυσικού αερίου να μετατραπεί σε παραγωγός χώρα υδρογονανθράκων και εξαγωγέας φυσικού αερίου. Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί επιχειρηματικές ευκαιρίες, με αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, νέες θέσεις εργασίας, μείωση του συνολικού ενεργειακού κόστους, αύξηση ενεργειακής ασφάλειας και διαφοροποίησης του εφοδιασμού, αναζωογόνηση της υπερχρεωμένης οικονομίας, ενώ προσδίδει αυξημένη γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία στη χώρα μας.
  • Οι αέριοι υδρογονάνθρακες αποτελούν σημαντική γέφυρα πράσινης ενεργειακής μετάβασης με απώτερο στόχο την επίτευξη χαμηλότερων εκπομπών ρύπων/άνθρακα. Μπορούν και πρέπει να λειτουργήσουν συμπληρωματικά προς τις ΑΠΕ (ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά, υδροηλεκτρικά, βιομάζα, γεωθερμία). Μέρος από τα έσοδά τους μπορεί και πρέπει να επενδυθεί και στις πράσινες τεχνολογίες (υδρογόνο, δέσμευση-αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, ανάπτυξη αποθηκών φυσικού αερίου). Ο εντοπισμός και η αξιοποίηση των εγχώριων δυνητικών κοιτασμάτων, ιδιαίτερα των αέριων υδρογονανθράκων, κρίνεται αναγκαία και επιτακτική.

Οι προτάσεις του ΙΕΝΕ

Όπως επισημαίνει το ΙΕΝΕ, η έρευνα υδρογονανθράκων απαιτεί υψηλές επενδύσεις, σύγχρονη τεχνολογία, συστηματική δουλειά με προσήλωση στο στόχο, υπομονή και επιμονή. Σε αυτή την κατεύθυνση, η Έκθεση του ΙΕΝΕ καταλήγει στις παρακάτω συγκεκριμένες προτάσεις:

 

  1. Η Πολιτεία να επιδείξει σαφή διαχρονική και κατά το δυνατό διακομματική βούληση για τη στήριξη της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, χωρίς να τίθενται όροι για την οικονομική εκμετάλλευσή τους.
  2. Να υπάρξει ενθάρρυνση των παραχωρησιούχων εταιρειών ώστε να επισπεύσουν τις ερευνητικές τους δραστηριότητες και να υποβάλουν αναθεωρημένο χρονοδιάγραμμα με ξεκάθαρους στόχους για ερευνητικές γεωτρήσεις.
  3. Να αρθούν τα γραφειοκρατικά εμπόδια στην αδειοδότηση ερευνών και ιδιαίτερα στην έκδοση Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ).
  4. Να προκηρυχθεί άμεσα διεθνής διαγωνισμός νέων περιοχών που έχουν τεχνικό ενδιαφέρον, π.χ. Θερμαϊκός κόλπος, περιοχή Νέστου – Στρυμώνα, καθώς και διαγωνισμός open door για τις επιστραφείσες περιοχές.
  5. Να υπάρξει συνεχής προσπάθεια για προσέλκυση μεγάλων διεθνών πετρελαϊκών εταιρειών για την υποβολή αιτήσεων ενδιαφέροντος για χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές, αποδοχή των αιτήσεων ενδιαφέροντος που θα υποβληθούν και άμεση προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
  6. Να ληφθεί υπόψη το δυναμικό κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στις συζητήσεις καθορισμού ΑΟΖ (π.χ. πρώτο βήμα πιθανή κατακύρωση περιοχής 1 στα σύνορα με Αλβανία στα ΕΛΠΕ – εν δυνάμει ενδιαφέρον για περιοχή Ρόδου – Καστελόριζου – Κύπρου – Κρήτης).
  7. Να προβάλλεται διεθνώς με διαρκή και συστηματικό τρόπο το δυναμικό υδρογονανθράκων της χώρας μέσα από οργανωμένες καμπάνιες της ΕΔΕΥ.
  8. Να δημιουργηθεί ένα εθνικό ενεργειακό και γεωπολιτικό 10ετές πλάνο, με ειδική εστίαση στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός ο οποίος δραστηριοποιείται σε περιφερειακή βάση στην ΝΑ Ευρώπη και καλύπτει όλο το φάσμα του ενεργειακού τομέα, με στρατηγική που είναι προσανατολισμένη στην ενεργειακή μετάβαση. Το ΙΕΝΕ παρέχει τακτική ενημέρωση στα μέλη του για τις εξελίξεις στην Ελλάδα και την περιοχή, εκπονεί μελέτες και έρευνες, οργανώνει εκδηλώσεις (συνέδρια, workshops, webinars) και εκπαιδευτικά σεμινάρια. Για περισσότερες πληροφορίες βλέπε www.iene.gr και www.iene.eu.