Στις αρχές Μαΐου αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία ο Εγγυοδοτικός Μηχανισμός του υπουργείου Ανάπτυξης για τη χορήγηση δανείων ύψους 3,5 δισ. ευρώ στις επιχειρήσεις με κρατική εγγύηση.

Αυτό επισημαίνει με δήλωσή του στο mononews.gr ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης, εξηγώντας ότι “στόχος της κυβέρνησης είναι ο μηχανισμός να ενεργοποιηθεί άμεσα, προκειμένου να διοχετευθεί η αναγκαία ρευστότητα στις επιχειρήσεις που πλήττονται από την κρίση”. Όπως εξηγεί ο ίδιος “η χορήγηση τους θα ξεκινήσει τον προσεχή Μάιο.”

Ο εγγυοδοτικός μηχανισμός ενεργοποιείται στο πλαίσιο της Αναπτυξιακής Τράπεζας και η συμμετοχή του Δημοσίου, μέσω κονδυλίων του ΕΣΠΑ, ανέρχεται στο 1 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό θα μοχλευθεί με δάνεια που θα χορηγήσουν οι τράπεζες και η εκτιμώμενη ρευστότητα που θα διοχετευθεί στις επιχειρήσεις θα φτάσει τα 3,5 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες, οι πόροι αυτοί εξετάζεται να διπλασιαστούν σταδιακά και οι κρατικές εγγυήσεις να φτάσουν στα 2 δισ. ευρώ κινητοποιώντας ρευστότητα 7 δισ. ευρώ.

Τα δάνεια θα δοθούν υπό τη μορφή κεφαλαίου κίνησης τόσο σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις όσο και σε μεγάλες επιχειρήσεις που ήταν μέχρι και τα τέλη του 2019 συνεπείς στις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες, δηλαδή δεν είχαν εμφανίσει καθυστέρηση μεγαλύτερη των τριών μηνών.

Σύμφωνα με το προσχέδιο νόμου η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου θα καλύπτει το 80% του κάθε δανείου που θα χορηγείται, ενώ οι τράπεζες θα καλύπτουν το υπόλοιπο 20%. Το πρόγραμμα ωστόσο προβλέπει πλαφόν εγγύησης για το σύνολο του χαρτοφυλακίου των δανείων που θα χορηγηθούν, το οποίο με βάση τις τελευταίες πληροφορίες διαμορφώνεται στο 30% για τα δάνεια που θα δοθούν σε μεγάλες επιχειρήσεις και στο 40% για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Αντικείμενο επεξεργασίας με τις τράπεζες αποτελεί επίσης το ύψος της προμήθειας που θα καταβάλλεται και το οποίο, σύμφωνα με το προσχέδιο κλιμακώνεται από 0,25% έως και 2% ανάλογα με τη διάρκεια του δανείου και το είδος της επιχείρησης, δηλαδή εάν πρόκειται για μικρομεσαία ή για μεγάλη επιχείρηση.

Σύμφωνα με τις τράπεζες, το ύψος της προμήθειας θεωρείται υψηλό, επιβαρύνοντας το κόστος για τις επιχειρήσεις, αλλά, όπως εξηγούν αρμόδιες πηγές του υπουργείου Ανάπτυξης, το κόστος αυτό είναι ανελαστικό καθώς καθορίζεται από τους ευρωπαϊκούς κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων.

Να σημειωθεί ότι το ύψος της προμήθειας θα επηρεάσει και το επιτόκιο, το τελικό ύψος του οποίου θα καθοριστεί από τις τράπεζες με βάση και τις εξασφαλίσεις που θα απαιτήσουν από τις επιχειρήσεις.

Με δεδομένο ότι η κρατική εγγύηση καλύπτει το 30% – 40% στο σύνολο του χαρτοφυλακίου – ανάλογα με το μέγεθος των επιχειρήσεων – ζητούμενο είναι το κατά πόσο οι ελληνικές επιχειρήσεις διαθέτουν επαρκείς εξασφαλίσεις για να δανειοδοτηθούν από το πρόγραμμα. Σε μια προσπάθεια να περιοριστεί το τελικό κόστος για τις επιχειρήσεις, οι τράπεζες έχουν προτείνει εναλλακτικά την κατάργηση της εισφοράς 0,6% του νόμου 128.

Η κρατική εγγύηση θα αφορά όσα δάνεια εκταμιευθούν εντός του 2020 και θα καλύπτει τις τυχόν ζημιές για όλη την περίοδο των 5 ετών.

Τα δάνεια με τη μορφή κεφαλαίου κίνησης θα έχουν διάρκεια έως 5 έτη εφόσον πρόκειται για δάνεια τακτής λήξης ή έως 3 έτη όταν η αποπληρωμή του κεφαλαίου προβλέπεται να γίνει στη λήξη με τη μορφή δανείου balloon. Το ποσό οφειλής που θα καλύπτεται από την κρατική εγγύηση θα αφορά στο ανεξόφλητο κεφάλαιο του δανείου πλέον των τόκων και για διάστημα έως και 90 ημέρες συνεχόμενης καθυστέρησης.

Το ποσό του δανείου σύμφωνα με το σχέδιο νόμου δεν θα υπερβαίνει ένα από τα παρακάτω όρια:

* Το διπλάσιο του ετήσιου μισθολογικού κόστους της επιχείρησης (συμπεριλαμβανομένων των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης καθώς και τους κόστους του προσωπικού που εργάζεται στους χώρους της επιχείρησης, αλλά επίσημα περιλαμβάνεται στις μισθοδοτικές καταστάσεις υπεργολάβων) για το 2019.

* Το 25% του συνολικού κύκλου εργασιών της επιχείρησης κατά το 2019.

* Μετά από τεκμηρίωση και βάσει σχεδίου που καθορίζει τις ανάγκες ρευστότητας του δικαιούχου, το ποσό του δανείου μπορεί να αυξηθεί πέραν των παραπάνω ορίων προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες ρευστότητας από την ημερομηνία χορήγησης του δανείου και για τους επόμενους 18 μήνες για τη μικρομεσαία επιχείρηση και για τους επόμενους 12 μήνες για τη μεγάλη επιχείρηση.