Προ των πυλών φαίνεται ότι βρίσκεται ένα νέο κύμα ανατιμήσεων σε βασικά προϊόντα, ως απόρροια της ρωσο-ουκρανικής κρίσης. Αν και στελέχη της αγοράς επισημαίνουν πως  είναι νωρίς ώστε να εκτιμήσουν τις επιπτώσεις της στην ελληνική αγορά, εντούτοις δεν κρύβουν την έντονη ανησυχία τους για την άνοδο της τιμής της ενέργειας και των πρώτων υλών εξαιτίας της νέας διαταραχής της τροφοδοτικής αλυσίδας.

Πηγές του υπουργείου Ανάπτυξης, επισημαίνουν στο mononews πως εκείνο που θα κρίνει το μέγεθος των επιπτώσεων για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι η διάρκεια που θα έχει αυτή η νέα κρίση. Όπως εξηγούν το κύριο μέλημα από πλευράς υπουργείου ήταν τις πρώτες μέρες μετά τη ρωσική εισβολή να μην υπάρξουν στην αγορά φαινόμενα αισχροκέρδειας. «Πατώντας» δηλαδή πάνω στην αναταραχή που προκλήθηκε στην αγορά να παρατηρηθούν φαινόμενα κερδοσκοπίας σε βάρος των καταναλωτών.

1

Από την άλλη πλευρά, προτεραιότητα παραμένει να εξεταστούν τα περιθώρια σε κυβερνητικό επίπεδο και πως θα μπορούσαν να γίνουν στοχευμένες παρεμβάσεις για να αναχαιτιστεί το επερχόμενο νέο κύμα.

Οι τιμές «φωτιά» στα τρόφιμα και η ανησυχία για τα σιτηρά

Ήδη, προτού ξεσπάσει η ρωσο-ουκρανική κρίση, από τις αρχές του έτους οι τιμοκατάλογοι έφευγαν από τους προμηθευτές προς τα σούπερ μάρκετ με ανατιμήσεις ενώ σε μία σειρά από προϊόντα, όπως τα ζυμαρικά, τα έλαια και το αλεύρι, οι τιμές είχαν «σκαρφαλώσει». Παράγοντες της αγοράς σημείωναν στο mononews ενδεικτικά πως το τελευταίο εξάμηνο σε ζυμαρικά ιδιωτικής ετικέτας καταγράφηκαν δύο φορές ανατιμήσεις, κατά 30% και 15% αντίστοιχα.

Με δεδομένο ότι Ρωσία και Ουκρανία αντιπροσωπεύουν συνολικά σχεδόν το 30% της παγκόσμιας αγοράς σίτου γίνεται σαφές πως για τις βιομηχανίες τροφίμων και κυρίως για εκείνες χρησιμοποιούν σιτηρά και άλευρα η ανησυχία είναι έντονη.

Ελληνικές επιχειρήσεις του κλάδου (Μύλοι Λούλη, Μύλοι Κεπενού και Κυλινδρόμυλοι Κ. Σαραντόπουλος) σε απαντήσεις του προς την επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, μετά τη ρωσική εισβολή, διευκρίνισαν πως διαθέτουν εναλλακτικές λύσεις πέραν των δύο χωρών, όσον αφορά στις προμήθειες τους.

Μια τέτοιου μεγέθους διαταραχή ωστόσο σε διεθνές επίπεδο εκτιμάται πως θα συμπαρασύρει τις τιμές, εκτός των σιτηρών και σε μία σειρά από άλλα βασικά προϊόντα. Στελέχη της αγοράς έκαναν λόγο από τις αρχές του έτους για αδυναμία των επιχειρήσεων να συνεχίσουν να απορροφούν το αυξημένο κόστος, από την άνοδο σε ενέργεια και πρώτες ύλες. Κι ενώ ήλπιζαν σε σταδιακή αποκλιμάκωση από το δεύτερο εξάμηνο τους έτους, ήρθε μία νέα κρίση να τις  οδηγήσει σε αχαρτογράφητα νερά.

«Καμπανάκι» για νέες αυξήσεις από την έρευνα του ΒΕΑ

Μέσο όρο αύξησης των τιμών κοντά στο 14% το προσεχές διάστημα ως απόρροια της αύξησης του ενεργειακού κόστους «δείχνει» και έρευνα που πραγματοποίησε το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας, προτού ωστόσο κλιμακωθεί η ένταση μεταξύ Ρωσίας-Ουκρανίας.

Πάνω από μία στις τρεις επιχειρήσεις δηλώνει πως έχει ήδη προχωρήσει σε αύξηση τιμών λόγω της εκτόξευσης του κόστους της ενέργειας ενώ το 23% αποφεύγει να απαντήσει σε αυτή την ερώτηση.  Το 80% όσων επιχειρήσεων σκοπεύουν να κάνουν αύξηση τιμών έχει ήδη ξανακάνει το τελευταίο διάστημα ενώ το 19% δεν σκοπεύει να ανεβάσει τις τιμές στο προσεχές διάστημα.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι το κόστος ενέργειας για τις επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά μέσο όρο τον τελευταίο χρόνο κατά 85%, με τις μισές επιχειρήσεις να βλέπουν στα τιμολόγια αύξηση πάνω από 90% ενώ το 40% να εκτιμά την αύξηση μεταξύ 21% – 50%.

Συμπεριλαμβανομένων των μέχρι σήμερα αυξήσεων το κόστος ενέργειας ως προς το συνολικό τζίρο της επιχείρησης, αντιπροσωπεύει πλέον κατά μέσο όρο το 36%, σύμφωνα με τις απαντήσεις των επιχειρήσεων.

Οι τελευταίες δυσμενείς γεωπολιτικές εξελίξεις, αναμένεται να εκτοξεύσουν το ήδη το υπέρογκο κόστος ενέργειας, σύμφωνα με το ΒΕΑ, με τον Πρόεδρο του Επιμελητηρίου Αθήνας, Παύλο Ραβάνη, να ζητάει την άμεση λήψη δραστικών παρεμβάσεων, ώστε να αναχαιτιστεί το νέο κύμα ανατιμήσεων που θα πλήξει επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Από την πλευρά του ο πρόεδρος τους ΕΒΕΠ και ΠΕΣΑ Βασίλης Κορκίδης έχει ήδη διατυπώσει την ανησυχία της ελληνικής αγοράς για ακρίβεια διαρκείας στα καύσιμα, αλλά όπως τονίζει σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει ανησυχία επάρκειας καυσίμων και ελλείψεων σε βασικά αγαθά και άλλα καταναλωτικά είδη. Σημείωσε δε, όσον αφορά στην εφοδιαστική αλυσίδα, πως οι γραμμές εμπορευματοκιβωτίων καταρτίζουν σχέδια έκτακτης ανάγκης μετά την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης.

Διαβάστε επίσης:

Αναταραχές από τη ρωσο-ουκρανική κρίση – Πώς ετοιμάζονται οι ελληνικές επιχειρήσεις