Αλλάζουν οι στόχοι του ΕΣΕΚ και το Υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος προετοιμάζει το νέο σχέδιο  με τους  στόχους για την ενεργειακή μετάβαση, το οποίο θα τεθεί σε διαβούλευση τον Μάιο για να κατατεθεί τον Ιούνιο στην Κομισιόν.

Χθες η ομάδα του ΚΑΠΕ πραγματοποίησε συνάντηση με την αρμόδια Επιτροπή που έχει συστήσει το ΥΠΕΝ για την κατάρτιση του νέου ΕΣΕΚ και πρότεινε μια σειρά από προσαρμογές με βάση τις εξελίξεις στις ΑΠΕ και τις εθνικές κλιματικές ανάγκες.

1

Η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ έχει αναθέσει στο ΚΑΠΕ (Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης) να επαναπροσδιορίσει τους στόχους για την ηλεκτροκίνηση, την εξοικονόμηση ενέργειας σε κατοικίες και δημόσια και επαγγελματικά κτίρια, το υδρογόνο και άλλες νέες τεχνολογίες.

Οι αλλαγές στο νέο αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο  περιλαμβάνουν, σύμφωνα με πληροφορίες:

1. Ακόμη πιο φιλόδοξους στόχους για τις ΑΠΕ με στόχο να φτάσουν στο 87% στο ενεργειακό μείγμα της χώρας το 2030. Η αυξημένη όμως συμμετοχή στο ενεργειακό μείγμα των ΑΠΕ στο 87%, οφείλεται στις πιο ρεαλιστικές εκτιμήσεις για τη ζήτηση ενέργειας το 2030. Καθώς μειώνεται ο παρανομαστής που είναι η ζήτηση ενέργειας η συμμετοχή των ίδιων ΑΠΕ με το προσχέδιο είναι μεγαλύτερη.
2. Ακόμη μικρότερη συμμετοχή του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μείγμα της χώρας το 2030.
3. Αφαιρέθηκε ο στόχος για υδρογόνο και βιομεθάνιο ως το 2030
4. Μετριάστηκε ο στόχος για τη διείσδυση της ηλεκτροκίνηση κατά 3%
5. Τέθηκε στόχος για αντλησοταμίευση 2,5 GW μετά το 2030 και στόχος για υδροηλεκτρικά

Προτεραιότητα είναι επίσης να ενταχθούν στο Εθνικό Σχέδιο, δράσεις στο πλαίσιο της πρόληψης των καταστροφών που θα μειώσουν την τρωτότητα του περιβάλλοντος. Η διαχείριση δασών, οι αναδασώσεις και οι αλλαγές στις προδιαγραφές των κτηρίων είναι μέρος αυτών των αλλαγών.

Επίσης σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται να αλλάξουν οι παραδοχές για τη μείωση των εκπομπών στους τομείς εκτός του ETS, καθώς παρατηρήθηκε ότι οι παραδοχές που υπήρχαν στο προσχέδιο ήταν υπερφιλόδοξοι. Οι τομείς αυτοί είναι ο αγροτικός τομέας, τα κτήρια, οι μεταφορές, η διαχείριση σκουπιδιών και οι μικρές βιομηχανίες.

Εκκρεμότητα που πρέπει να προσδιοριστεί είναι και ποιες είναι ποσοτικά οι απορροφήσεις άνθρακα που θα προκύψουν από τις αναδασώσεις.

Σκεπτικισμός από την Ελλάδα για του στόχους του 2040

Η αναπροσαρμογή των στόχων του ΕΣΕΚ αντανακλά τη διαφορετική τοποθέτηση του ΥΠΕΝ σε σχέση με τους υπερφιλόδοξους στόχους της Ε.Ε για το 2040 για μείωση των εκπομπών κατά 90%, καθώς απαιτούνται τεράστια κεφάλαια για την επίτευξή τους.

Η Ελλάδα    διατύπωσε την αντίρρησή της στο πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος στο οποίο ο ΓΓ του ΥΠΕΝ Πέτρος Βαρελίδης (εκπροσώπησε τον υπουργό κ. Θόδωρο Σκυλακάκη) διαφωνώντας με την πρόταση για τη μείωση κατά 90% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2040. Ο κ. Βαρελίδης επιχειρηματολόγησε στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας, τονίζοντας ότι “θα πρέπει να εξηγηθούν καλύτερα και απλούστερα τα οφέλη των πολιτικών για την κλιματική ουδετερότητα για κάθε διαφορετικό κλάδο και όπου υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις να αντιμετωπιστούν με κατάλληλα οικονομικά εργαλεία”.

Ο κ. Σκυλακάκης, εξάλλου, πρόσφατα, αναφερόμενος στην ελληνική προσέγγιση, τόνισε ότι καθώς τα κεφάλαια είναι περιορισμένα, πρέπει να φροντίζουμε για την αποδοτικότητα τους και να τα διαθέτουμε έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη αποτελεσματικότητα. Εξηγεί, ότι σε μια εποχή που οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής πλήττουν ειδικά τη χώρα μας, είναι ανάγκη να διαθέτουμε κεφάλαια για την κλιματική προσαρμογή για την πρόβλεψη και την αντιμετώπιση ενδεχόμενων καταστροφών.

Επίσης, πιστεύει ότι μεγαλύτερο αποτέλεσμα θα πετύχει  η Ευρωπαϊκή Ένωση αν  εντείνει τις προσπάθειές της για να πιέσει τους άλλους μεγάλους ρυπαντές να ακολουθήσουν παρόμοιες πολιτικές, για μείωση των εκπομπών σε όλο τον πλανήτη, παρά αν συνεχίζει μόνη της τις μεγάλου κόστους προσπάθειες μείωσης των εκπομπών. Σημειώνεται ότι οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα της Ευρώπης αντιστοιχούν στο 8% του πλανήτη. Και όπως τονίζει ο υπουργός, το πρόβλημα της μείωσης των εκπομπών πρέπει να αντιμετωπιστεί σε επίπεδο πλανήτη, ενώ το πρόβλημα των κλιματικών καταστροφών σε τοπικό επίπεδο. Οπότε ανάλογα πρέπει να μπουν και οι εθνικές προτεραιότητες.

Αντίθετα, η συνεχής και μονομερής αύξηση της ευρωπαϊκής φιλοδοξίας για μείωση των εκπομπών, υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και στερεί από τις εθνικές οικονομίες τους απαραίτητους πόρους για να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενες κλιματικές καταστροφές. Και αυτό δημιουργεί τον κίνδυνο να χαθεί η στήριξη των πολιτών στην ενεργειακή μετάβαση. “Καλύτερα να βάλεις ρεαλιστικούς στόχους και να τους πετύχεις, παρά στόχους που μετά θα τους ανατρέψεις με τεράστιο κόστος αξιοπιστίας και επενδύσεων” δήλωνε λίγες ημέρες αργότερα σχολιάζοντας τη στάση της Ελλάδας ο αρμόδιος υπουργός Θόδωρος Σκυλακάκης.