Αίσθηση προκαλούν οι αιχμές που άφησε το σωματείο BARECA για τη στάση άλλων φορέων αναφορικά με την ανάγκη επανεκκίνησης της εστίασης.
Το σωματείο, το οποίο κατά δήλωσή του εκπροσωπεί 350 επιχειρήσεις που απασχολούν 24.000 εργαζομένους σε ανακοίνωσή του εκφράζει την κατηγορηματική του αντίθεση με τους εκπροσώπους άλλων φορέων που υποστηρίζουν σε συναντήσεις τους με θεσμικούς και σε δηλώσεις τους στα ΜΜΕ, ότι δήθεν “δεν υπάρχει πρόθεση από την πλευρά των επιχειρηματιών να ανοίξουν άμεσα τα καταστήματα του κλάδου”.
Τουναντίον, θεωρεί πως τα καταστήματα πρέπει να ανοίξουν άμεσα και να τεθεί στη διακριτική ευχέρεια των ιδιοκτητών το άνοιγμα ή μη των επιχειρήσεών τους με παράλληλη δυνατότητα αξιοποίησης των χρηματοδοτικών εργαλείων που παρέχει η κυβέρνηση σε όσες παραμείνουν κλειστές ενώ ζητά συναντηθεί άμεσα με τους καθ’ ύλην αρμόδιους υπουργούς και τον αναπληρωτή υπουργό αρμόδιο για θέματα ιδιωτικών επενδύσεων, Νίκο Παπαθανάση προκειμένου να τους περιγράψει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Η κίνηση της BARECA να διαχωρίσει δημόσια τη θέση της, από άλλους φορείς δείχνει πως υπάρχει διάσταση απόψεων στον κλάδο αναφορικά με τον χρόνο και κυρίως για τον τρόπο επαναλειτουργίας. Κάποιοι θεωρούν πως η επαναλειτουργία πρέπει να γίνει με ολοκληρωμένο πλάνο και στον κατάλληλο χρόνο, και όχι αποσπασματικά και βιαστικά, ώστε να αποτραπεί η πιθανότητα ενός νέου lockdown που θα είχε καταστροφικές συνέπειες στον κλάδο. Ήδη, πολλές επιχειρήσεις έχουν φθάσει… και ξεπεράσει τα όριά τους.
Ο κίνδυνος του ακορντεόν
«Το ενδεχόμενο να ανοίξουμε και να κλείσουμε ξανά είναι ότι χειρότερο. Πρέπει να αποφευχθεί ο κίνδυνος του ακορντεόν», σημειώνει σκωπτικά στέλεχος του χώρου, υπογραμμίζοντας την ανάγκη θέσπισης ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την επαναφορά της εστίασης στην κανονικότητα, το οποίο θα έχει μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Υπολογίζεται πως η πτώση των πωλήσεων για τις επιχειρήσεις εστίασης κυμαίνεται κατά μέσο όρο από 50% έως 70% ενώ υπάρχουν αρκετές που έχουν μηδενικό τζίρο, καθώς αποφάσισαν να κρατήσουν εντελώς κλειστά τα καταστήματά τους.
Το «delivery» και το «take away» εκτιμάται πως δεν αρκούν για να καλυφθεί η θηριώδης ζημιά που έχει συσσωρευθεί από τα παρατεταμένα lockdown. Οι συγκεκριμένες λύσεις αφορούν ένα μικρό αριθμό επιχειρήσεων, οι οποίες είναι οργανωμένες στις online και τηλεφωνικές παραγγελίες και όχι την πλειονότητα που βασίζεται στην προσέλευση των καταναλωτών στις σάλες των εστιατορίων τους.