Σημαντική συρρίκνωση των κερδών της εμφάνισε πέρυσι η Procter & Gamble Ελλάς, παρά την αύξηση του τζίρου της. Η εν Ελλάδι θυγατρική του αμερικανικού πολυεθνικού κολοσσού με κορυφαία brands όπως Ariel, Pampers, Always, Lenor, Pantene κ.α. πέτυχε αύξηση πωλήσεων στην οικονομική χρήση που έληξε στις 30 Ιουνίου 2024 κατά 7,66% φτάνοντας στα 348,8 εκατ. ευρώ.

Οι επιδόσεις ωστόσο στην κερδοφορία δεν ήταν ικανοποιητικές, καθώς τα κέρδη προ φόρων μειώθηκαν κατά 37,1%, υποχωρώντας στα 9,9 εκατ. ευρώ από 15,8 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρήση. Αντίστοιχα πτωτική ήταν και πορεία των καθαρών κερδών που συμπιέστηκαν κατά σχεδόν 40% και την τελική γραμμή του ισολογισμού να γράφει κέρδη 7,1 εκατ. ευρώ από 11,8 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση.

1

Η διοίκηση της εταιρείας υπό την Ερμιόνη Γεωργουλάκη αποδίδει την υποχώρηση των κερδών σε μεγάλο βαθμό στην άνοδο του κόστους πωλήσεων σε ένα περιβάλλον έντονων γεωπολιτικών αναταράξεων και πληθωριστικών πιέσεων που συνεχίζουν να επηρεάζουν το λειτουργικό κόστος και τις τιμές πρώτων υλών.

Στα 80 εκατ. ευρώ οι δαπάνες για διαφήμιση

Ωστόσο σημαντική πίεση στα κέρδη άσκησε και η αύξηση των δαπανών μάρκετινγκ. Με στόχο την προβολή των προϊόντων της στην ελληνική αγορά και την ενίσχυση της παρουσίας της σε βασικές κατηγορίες καθημερινής χρήσης, η P&G Ελλάς προχώρησε σε αυξημένες επενδύσεις επικοινωνίας. Το ποσό που δαπανήθηκε για διαφήμιση και προβολή των προϊόντων στην ελληνική αγορά αυξήθηκε κατά σχεδόν 24% φτάνοντας στα 80,5 εκατ. ευρώ από 65 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη οικονομική χρήση. Αντίστοιχη αύξηση  στη διαφημιστική δαπάνη είχε γίνει και στη χρήση του 2023 (+25%) χρονιά κατά την οποία η εταιρεία μαζί με άλλες πολυεθνικές όπως η Unilever στην Ελλάδα βρέθηκαν στο προσκήνιο λόγω τόσο της έρευνας τιμών της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τα απορρυπαντικά σύμφωνα με την οποία οι Ελληνες καταναλωτές πληρώνουν σημαντικά ακριβότερα τα ίδια προϊόντα σε σχέση με καταναλωτές άλλων ευρωπαϊκών χωρών όσο και από την επιβολή προστίμου ύψους 1 εκατ. ευρώ από το υπουργείο Ανάπτυξης για αθέμιτη κερδοφορία.

Τα πάρκα τσέπης

Όπως αναφέρεται από τη διοίκηση στις οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας που δημοσιεύτηκαν πριν λίγα 24ωρα, στρατηγική επιλογή της P& G στην Ελλάδα αποτελεί η ενίσχυση της παρουσίας των brands της, μέσα από δυναμικές καμπάνιες αλλά και μέσα από δράσεις κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης, που αποτελούν πλέον αναπόσπαστο μέρος της δραστηριότητας στη χώρα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η στρατηγική αυτή, που στόχο είχε την ενίσχυση της παρουσίας των προϊόντων της P&G σε βασικές κατηγορίες καθημερινής χρήσης και τη στήριξη της καινοτομίας, συνοδεύτηκε και από ενισχυμένες κοινωνικές και περιβαλλοντικές δράσεις, με δωρεές προϊόντων, προγράμματα αναδάσωσης, τη δημιουργία 25 πάρκων τσέπης, πρόγραμμα που ξεκίνησε το 2020,  σε αστικές περιοχές και εκστρατείες μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος.

Ενώ κατά τη διάρκεια της χρονιάς, προχώρησε σε δωρεές προϊόντων αξίας άνω των 90.000 ευρώ, συνέχισε το πρόγραμμα προστασίας των ελληνικών δασών μέσω του WWF Hellas και διατήρησε ενεργή συμμετοχή των εργαζομένων της σε εθελοντικές δράσεις.

Πώληση τριών αγροτεμαχίων

Η εταιρεία, στο πλαίσιο και της γενικότερης στρατηγικής διαχείρισης των πόρων της, προχώρησε και στην πώληση τριών αγροτεμαχιών στα Γλυκά Νερά με συνολικό τίμημα 367.000 ευρώ, ενώ σχεδιάζει να διαθέσει ακόμη δύο σημεία ιδιοκτησίας της το επόμενο διάστημα.

Από την άλλη πλευρά, η διοίκηση της εταιρείας προχώρησε σε μέτρα συγκράτησης των λειτουργικών εξόδων, με τα διοικητικά έξοδα να μειώνονται στα 4,7 εκατ. ευρώ, έναντι 5,2 εκατ. ευρώ πέρυσι, μέσω βελτίωσης των εσωτερικών διαδικασιών και αξιοποίησης νέων τεχνολογιών. Ενώ στη μητρική με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης καταβλήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2024 μέρισμα ύψους 5 εκατ. ευρώ.

Παρά τις πιέσεις στην κερδοφορία, η διοίκηση της Procter & Gamble δηλώνει αισιόδοξη για τη νέα χρήση, θέτοντας ως προτεραιότητα τη διατήρηση της αξίας των προϊόντων της για τους καταναλωτές, τη διασφάλιση της απρόσκοπτης διαθεσιμότητάς τους και την περαιτέρω ενίσχυση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών της πρωτοβουλιών.

Στόχος, όπως σημειώνει η διοίκηση, είναι η αύξηση των πωλήσεων και η διεύρυνση του μεριδίου αγοράς, στηριζόμενη στην ποιότητα και την καινοτομία που χαρακτηρίζουν το χαρτοφυλάκιό της.