Με δύο σημαντικές προσθήκες εμπλουτίζεται μέσα στο χειμώνα το δυναμικό ηλεκτροπαραγωγής της χώρας, βελτιώνοντας τις συνθήκες ασφάλειας εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια.

Πρόκειται για τη μονάδα φυσικού αερίου της Μυτιληναίος στον Άγιο Νικόλαο Βοιωτίας, ισχύος 826 μεγαβάτ και τη λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα, 660 μεγαβάτ, οι οποίες αναμένεται να τεθούν σε δοκιμαστική λειτουργία το επόμενο διάστημα.

Σύμφωνα με πηγές της Μυτιληναίος η νέα μονάδα τίθεται αυτές τις ημέρες σε δοκιμαστική λειτουργία η οποία αναμένεται να διαρκέσει επί 15θήμερο.

Θα ακολουθήσει η έναρξη λειτουργίας της γεννήτριας και μετά το τέλος των δοκιμών η εμπορική λειτουργία. Με την προσθήκη της νέας μονάδας ο στόλος των θερμικών μονάδων της εταιρείας ανεβαίνει πάνω από τα 2 γιγαβάτ.

Η νέα λιγνιτική μονάδα Πτολεμαΐδα 5 της ΔΕΗ βρίσκεται επίσης σε φάση δοκιμών και προβλέπεται να τεθεί σε εμπορική λειτουργία στις αρχές του 2023. Παράλληλα γίνονται δοκιμές και στα συστήματα εξόρυξης, μεταφοράς και εφοδιασμού της μονάδας με λιγνίτη προκειμένου να διασφαλιστούν έγκαιρα τα απαιτούμενα αποθέματα καυσίμου για τη λειτουργία της μονάδας. Πρόσθετο θετικό χαρακτηριστικό της μονάδας της ΔΕΗ σε ό,τι αφορά την ασφάλεια εφοδιασμού είναι το γεγονός ότι ο λιγνίτης είναι εγχώριο καύσιμο.

Σύμφωνα με την ανάλυση της Ομάδας Διαχείρισης Κρίσεων της ΡΑΕ, τόσο η νέα μονάδα όσο και οι πέντε μονάδες του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου θα τροφοδοτούνται από το νότιο και το κεντρικό πεδίο του Λιγνιτικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας, ενώ η μονάδα Μελίτης Φλώρινας τροφοδοτείται από το πεδίο Λακκιάς και ορυχεία τρίτων. Ο λιγνιτικός στόλος της ΔΕΗ περιλαμβάνει επίσης τον ΑΗΣ Μεγαλόπολης που τροφοδοτείται από το τοπικό ορυχείο.

Ο στόχος που έχει τεθεί από την κυβέρνηση είναι να διπλασιαστεί η λιγνιτική παραγωγή ρεύματος κατά την περίοδο από το καλοκαίρι του 2022 έως το καλοκαίρι του 2023 από 5 σε 10 τεραβατώρες, προκειμένου να υποκατασταθεί αντίστοιχη ποσότητα ενέργειας που παράγεται σήμερα από τις μονάδες φυσικού αερίου οι οποίες είναι ακριβότερες. Στόχος του σχεδίου, εκτός από την ασφάλεια εφοδιασμού και την απεξάρτηση από το εισαγόμενο αέριο είναι η συγκράτηση του κόστους για τους καταναλωτές αλλά και του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο.

Ωστόσο, τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τη ΔΕΗ υπογραμμίζεται ότι παρά την πρόσκαιρη αύξηση της εκμετάλλευσης του λιγνίτη ο σχεδιασμός της απολιγνιτοποίησης και στροφής στις ΑΠΕ παραμένει για λόγους όχι μόνο περιβαλλοντικούς και οικονομικούς αλλά και για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας.

Όπως τόνισε πρόσφατα ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης: «Θέλουμε να είμαστε έτοιμοι στο ενδεχόμενο να υπάρξει έλλειμμα φυσικού αερίου. Αλλά δεν αλλάζουμε τον μεσομακροπρόθεσμο στόχο μας: θα απεξαρτηθούμε από τον λιγνίτη τα επόμενα 4-5 έτη και είμαστε δεσμευμένοι ως προς αυτό».

Διαβάστε επίσης

Ευ. Μυτιληναίος: Παγίδα θανάτου για την Ευρώπη το χρονικό κενό προς την ενεργειακή μετάβαση