Τις επενδυτικές ευκαιρίες στους τομείς των ενεργειακών υποδομών, των ανανεώσιμων πηγών και της εξοικονόμησης ενέργειας παρουσίασαν στον επιχειρηματικό κόσμο της Γερμανίας ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γεράσιμος Θωμάς και η γενική γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών Αλεξάνδρα Σδούκου, στο πλαίσιο της συμμετοχής τους στο Ελληνογερμανικό Οικονομικό Φόρουμ, σήμερα στο Βερολίνο.

Όπως αναφέρει σχετική ανακοίνωση, ο κ. Θωμάς παρουσίασε τους στόχους για τη διείσδυση των ΑΠΕ όπως περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), η επίτευξη των οποίων προϋποθέτει την εγκατάσταση πρόσθετης ισχύος από ΑΠΕ τουλάχιστον ύψους 8 GW, μέσω της υλοποίησης νέων projects αξίας τουλάχιστον 9 δισ. ευρώ. Αναφέρθηκε στον σχεδιασμό για την ανάπτυξη των υποδομών (δίκτυα και μονάδες αποθήκευσης) ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου ενώ στάθηκε ιδιαίτερα στις πρωτοβουλίες του ΥΠΕΝ για την απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης των με στόχο να ανοίξει ο δρόμος για μεγάλα έργα.

«Πιστεύω ότι μέσα στους επόμενους 6-12 μήνες θα έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο όσον αφορά στις εκκρεμείς άδειες και αμέσως μετά θα δούμε πολλούς νέους επενδυτές να έρχονται στην Ελλάδα, είτε αυτόνομα, είτε σε συμπράξεις με νέες εταιρείες», σημείωσε ο υφυπουργός.

Η κ. Σδούκου εστίασε στον πυλώνα της ενεργειακής αποδοτικότητας και τόνισε ότι για την επίτευξη των στόχων εξοικονόμησης ενέργειας (βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων κατά 38% ούτως ώστε να περιοριστεί η κατανάλωσή τους στα επίπεδα του 2017 μέχρι το 2030 και ανακαίνιση και αντικατάσταση του 12-15% του αποθέματος των κτιρίων με νέα, σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης έως το 2030) απαιτείται διεύρυνση των επενδύσεων σε όλους τους τομείς και δη στον κατασκευαστικό, τις μεταφορές και την βιομηχανία.

«Είναι σαφές ότι οι χρηματοοικονομικοί πόροι του κρατικού κορβανά στην Ελλάδα δεν αρκούν για την επίτευξη των στόχων. Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να κινητοποιήσουμε πρόσθετους πόρους από διεθνείς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς καθώς και από τον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων εγχώριων και ξένων τραπεζών και funds», είπε χαρακτηριστικά.

«Παράλληλα, πρέπει να ενισχύσουμε την ελληνική αγορά ενεργειακών υπηρεσιών, η οποία στην παρούσα φάση είναι ανώριμη, με μικρό αριθμό ενεργών εταιρειών παροχής ενεργειακών υπηρεσιών (ESCOs)», κατέληξε η κ. Σδούκου.