Έξι χιλιάδες μίλια μακριά από τη Διώρυγα του Σουέζ, στις μεσοδυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ, ο διευθύνων σύμβουλος μιας πολυεθνικής που παράγει κόλλες βιομηχανικής χρήσης έχει το ένα μάτι στη φραγμένη εμπορική αρτηρία και το άλλο στο πώς θα μπορέσει να ελαχιστοποιήσει τις επιπτώσεις για την εταιρεία του – μία εταιρεία αξίας 2,8 δισ. δολαρίων.

Το συμβάν ήρθε να προστεθεί στα προβλήματα που συνεχίζει να αντιμετωπίζει η εφοδιαστική αλυσίδα της βιομηχανίας χημικών, ανέφερε ο Τζιμ Όουενς, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της H.B. Fuller, με έδρα τη Μινεσότα, στους αναλυτές της Wall Street, ενώ τα σωστικά συνεργεία έδιναν μάχη για να ανοίξουν τη Διώρυγα στα τέλη της περασμένης εβδομάδας. «Θα μεταμορφώσει τα πάντα με αρνητικό τρόπο; Όχι, αλλά είναι ένα ζήτημα που παρακολουθούμε με μεγάλη προσοχή», τόνισε.

Το ίδιο ισχύει και για τον υπόλοιπο εμπορικό κόσμο. Οι προσπάθειες αποκόλλησης του προσαραγμένου στη Διώρυγα Ever Given βρίσκονται σε κρίσιμο σημείο, καθώς δεν εξαρτώνται μόνο από τα μηχανήματα και τον ανθρώπινο παράγοντα, αλλά και από φυσικά φαινόμενα, όπως η άνοδος της παλίρροιας τις επόμενες μέρες.

Για την παγκόσμια οικονομία, αυτό που διακυβεύεται καθημερινά είναι περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια σε εμπορεύματα, βιομηχανικές ύλες και καταναλωτικά προϊόντα που βρίσκονται πάνω στα πλοία τα οποία διέρχονται από τη Διώρυγα, με την ανησυχία για τυχόν σοβαρά προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα να αφορά ως επί το πλείστον τους Ασιάτες εξαγωγείς και τους Ευρωπαίους εισαγωγείς. Το γενικότερο οικονομικό κόστος -μικρό μέχρι στιγμής σε σχέση με τα 18 τρισεκατομμύρια δολάρια που είναι η αξία των παγκόσμιων εμπορικών συναλλαγών ετησίως- αυξάνεται κάθε μέρα που η Διώρυγα παραμένει κλειστή.

«Είναι ένα σοβαρό πλήγμα για τις ήδη πρεσαρισμένες εφοδιαστικές αλυσίδες που είχαν μόλις αρχίσει να ανακάμπτουν από την πανδημία Covid», δήλωσε την Παρασκευή στην τηλεόραση του Bloomberg ο Ραούλ Καπούρ, αντιπρόεδρος ναυτιλίας και εμπορίου στην IHS Global Insight στη Σιγκαπούρη. «Εάν το πρόβλημα κρατήσει εβδομάδες, θα μπορούσε να εξελιχθεί σε καταστροφή», υπογράμμισε.

Ο Βίνσεντ Στάμερ, ειδικός σε θέματα διεθνούς εμπορίου στο γερμανικό Kiel Institute for the World Economy (IfW), λέει ότι οι καθυστερήσεις μέχρι στιγμής θα προκαλέσουν μεν οικονομικές ζημιές, «αλλά είναι πολύ νωρίς για να τις ποσοτικοποιήσει κανείς».

Σε ό,τι αφορά όμως τις εταιρείες, δεν είναι πολύ νωρίς για να αλλάξουν σχέδια. Κάποια containerships και τάνκερ αποφεύγουν ήδη τη φραγμένη δίοδο μεταξύ της Ερυθράς Θάλασσας και της Μεσογείου και αντ’ αυτού κατευθύνονται γύρω από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας στο νότιο άκρο της Αφρικής. Η παράκαμψη αυτή αυξάνει τη διάρκεια του ταξιδιού από την Ασία προς την Ευρώπη πάνω από μία εβδομάδα και το κόστος των καυσίμων κατά εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια, αλλά είναι ένας τρόπος να αντισταθμιστεί η «χασούρα» από τυχόν ακόμη μεγαλύτερη καθυστέρηση στη διέλευση μέσω του Σουέζ.

Περίπου 350 πλοία περίμεναν την Κυριακή να ανοίξει ξανά η πλωτή οδός.

Προβλήματα από τα Ikea μέχρι την Caterpillar

Μεταξύ των εταιρειών που «ζυγίζουν» εναλλακτικές λύσεις για τον εφοδιασμό τους είναι μεγαθήρια που περιλαμβάνουν από τον σουηδικό κολοσσό επίπλων Ikea έως τη βιομηχανία κατασκευαστικού εξοπλισμού Caterpillar που εδρεύει στο Ιλινόις.

Βραχυπρόθεσμα, η πρόσθετη πίεση για το εμπόριο θα μεταφραστεί σε υψηλότερο κόστος μεταφοράς, πιο «σφικτές» προμήθειες και περισσότερες καθυστερήσεις παράδοσης για τους παραγωγούς και τους προμηθευτές αγαθών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι και πριν ακόμη μπλοκάρει η Διώρυγα του Σουέζ, το κόστος εισαγωγής στη ζώνη του ευρώ αυξανόταν με τον ταχύτερο ρυθμό της τελευταίας δεκαετίας, ενώ οι δείκτες των τιμών που πληρώνονταν και χρεώνονταν από τις αμερικανικές επιχειρήσεις εκτινάχθηκαν τον Μάρτιο σε νέα επίπεδα ρεκόρ, καθώς οι ελλείψεις υλικών και τα προβλήματα στις αλυσίδες εφοδιασμού πυροδότησαν ανησυχίες για πληθωριστικές πιέσεις.

Πιο μακροπρόθεσμα, το συμβάν θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια επιβεβλημένη εκ των συνθηκών επανεξέταση των κινδύνων της υπερβολικής παγκοσμιοποίησης και της έκθεσης των αλυσίδων εφοδιασμού σε υπερβολικά πολλούς απρόβλεπτους κινδύνους.

Ωστόσο, το να υπερεκτιμήσει κανείς τους κινδύνους αυτούς μπορεί να είναι λάθος, υποστηρίζει ο Ρόμπερτ Κούπμαν, επικεφαλής οικονομολόγος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στη Γενεύη. Ο ίδιος βλέπει την κατάσταση του Σουέζ ως άλλη μια δοκιμασία που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η παγκόσμια οικονομία τις επόμενες εβδομάδες, αλλά που τελικά θα περάσει.

Σύμφωνα με τον Κούπμαν, το μπλοκάρισμα της Διώρυγας δεν σημαίνει ότι οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού κινδυνεύουν να αποσυντεθούν, αλλά εντάσσεται στο πλαίσιο της καθημερινότητας για την επιχειρηματική δραστηριότητα όπως εκτυλίσσεται στη σημερινή διασυνδεδεμένη παγκόσμια οικονομία. Είτε πρόκειται για ένα κύμα ψύχους στο Τέξας που επηρεάζει την παραγωγή πετροχημικών, είτε για ελλείψεις εμπορευματοκιβωτίων σε συγκεκριμένες εμπορικές διαδρομές είτε για μια πυρκαγιά σε εργοστάσιο παραγωγής μικροκυκλωμάτων στην Ιαπωνία, διαταραχές συμβαίνουν συνεχώς και οι εταιρείες προσαρμόζονται.

Οι πραγματικοί κίνδυνοι

«Κίνδυνοι όντως υπάρχουν», είπε ο Κούπμαν σε συνέντευξή του την Παρασκευή. «Πρέπει να τους ακούσουμε και να τους προσέξουμε», τόνισε, προσθέτοντας όμως ότι δεν θεωρεί πως το συγκεκριμένο συμβάν θα πρέπει να εκληφθεί σαν «μάθημα» σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο μιας υπερβολικής παγκοσμιοποίησης.

Το διεθνές εμπόριο αγαθών υπήρξε ένα σπάνιο φωτεινό σημείο τον τελευταίο χρόνο και επέστρεψε πρόσφατα σε προ πανδημίας επίπεδα. Αυτός είναι ο κίνδυνος με το τελευταίο σοκ στον εφοδιασμό: θα μπορούσε να προκαλέσει περαιτέρω κόπωση σε ήδη τεταμένα δίκτυα πλοίων, λιμανιών, τρένων, φορτηγών και αποθηκών.

Σύμφωνα με έκθεση της Allianz Research, κάθε εβδομάδα που δεν υπάρχει κίνηση μέσω της Διώρυγας του Σουέζ μπορεί να κόψει από την ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου από 0,2 έως 0,4 της ποσοστιαίας μονάδας. Ακόμη και πριν από το περιστατικό του Σουέζ, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα από την αρχή του έτους υπολογιζόταν ότι θα μπορούσαν να μειώσουν κατά 1,4 εκατοστιαίες μονάδες την ανάπτυξη του εμπορίου. Να έχουν δηλαδή άμεσο αντίκτυπο περίπου 230 δισ. δολάρια, σύμφωνα με την Allianz.

«Το πρόβλημα είναι ότι το έμφραγμα στη Διώρυγα του Σουέζ είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για το παγκόσμιο εμπόριο», ανέφερε η Allianz στο σημείωμά της.

Γιατί δεν είναι λύση η εκτροπή γύρω από την Αφρική

Εγκλωβισμένα στην αναταραχή είναι περίπου 6.200 πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.

Η εκτροπή γύρω από την Αφρική για μεγάλο χρονικό διάστημα θα έκοβε από την αγορά περίπου 6% της παγκόσμιας δυναμικότητας μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων ή ίσα με 74 εξαιρετικά μεγάλα πλοία όπως αυτό που προσάραξε στις όχθες του Σουέζ, σύμφωνα με σημείωμα της Sea-Intelligence της Κοπεγχάγης.

«Μια τέτοια απώλεια χωρητικότητας θα έχει αντίκτυπο σε παγκόσμιο επίπεδο και θα οδηγούσε σε σοβαρές ελλείψεις χωρητικότητας», ανέφερε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Sea-Intelligence, Άλαν Μέρφι. «Θα επηρέαζε όλες τις εμπορικές διαδρομές», πρόσθεσε.

Και νέες προκλήσεις

Το πόσο άσχημα ακριβώς είναι δύσκολο να το πει κανείς, όπως μπορεί να βεβαιώσει το λιμάνι του Ρότερνταμ. Σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση την Παρασκευή, 59 από τα πλοία που είναι παγιδευμένα στο Σουέζ κατευθύνονταν προς το μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης. Τα πλοία μπορεί να χρειαστούν μία ή δύο εβδομάδες για να φτάσουν εκεί ή και περισσότερο.
Και μπορεί να φτάσουν σε διαχειρίσιμα κύματα ή κατά ομάδες που υπερβαίνουν τη χωρητικότητα του λιμένα.

Όλη αυτή η καινούργια αβεβαιότητα σημαίνει πως «μας περιμένει μια πρόκληση», ανέφερε ο εκπρόσωπος του Ρότερνταμ, Λεόν Βίλεμς.

«Ο αριθμός των εμπορευματοκιβωτίων που μεταφέρουν θα φορτωθεί σε τρένα, φορτηγίδες και φορτηγά και θα αποθηκευτεί σε αποθήκες – αλλά αυτές οι αποθήκες είναι αρκετά γεμάτες αυτήν τη στιγμή», συμπλήρωσε.