O Δημήτρης Εξάρχου, Partner στην Holman Fenwick Willan LLP, με αφορμή τη συμμετοχή του στο συνέδριο WORLD SHIPPING LAW FORUM (WSLF), το οποίο διοργανώνει η Palladian Conferences την Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2019 στο ξενοδοχείο NJV Athens Plaza στην Αθήνα, μας παρουσιάζει την σημασία της αγγλικής νομικής υποστήριξης για την Ελληνική Ναυτιλία καθώς και τον τρόπο επίδρασης της στο παγκόσμιο εμπόριο. Χορηγός επικοινωνίας του συνεδρίου είναι το Mononews.gr.
«Η σημασία της αγγλικής νομικής υποστήριξης για την ελληνική ναυτιλία: εξήγηση και επίδραση στο παγκόσμιο εμπόριο»
Τα εμπλεκόμενα μέρη σε διεθνείς συναλλαγές, είναι ελεύθερα να επιλέξουν το εφαρμοστέο δίκαιο που θα διέπει τις μεταξύ τους συμβάσεις. Αυτό είναι συχνά το δίκαιο κάποιας άλλης, «ουδέτερης» χώρας και υπάρχουν εμπειρικά στοιχεία τα οποία υποδεικνύουν ότι το δίκαιο της Αγγλίας και της Ουαλλίας, το οποίο προς χάριν συντομίας θα αναφέρεται από εδώ και στο εξής ως Αγγλικό δίκαιο, είναι η πλέον συχνή επιλογή.
Αυτή η διαπίστωση ισχύει ακόμη περισσότερο για την ποντοπόρο ναυτιλία, μια τυπικά διεθνούς φύσεως εμπορική δραστηριότητα, όπου το Αγγλικό δίκαιο είναι η προτιμώμενη επιλογή εφαρμοστέου δικαίου στις αντίστοιχες συμβάσεις.
Συνεπώς, η αγγλική νομική υποστήριξη είναι πρωταρχικής σημασίας για την Ελληνική ναυτιλία. Ως αποτέλεσμα της εξέχουσας θέσης και μεριδίου της τελευταίας στην ναυτιλιακή αγορά, η συνδυασμένη επίδραση τους στο παγκόσμιο εμπόριο εν γένει, είναι αξιοσημείωτη.
Ενδεικτική της διεθνούς ζήτησης για αγγλική νομική υποστήριξη είναι η απαράμιλλη παρουσία αγγλικών νομικών εταιρειών παγκοσμίως. Αυτές παρέχουν ευρύ φάσμα υπηρεσιών, όπως νομικές συμβουλές, σύνταξη συμβάσεων και νομική εκπροσώπηση, προς διάφορους επιχειρηματικούς τομείς.
Αρκετές αιτίες έχουν προταθεί για να εξηγήσουν την κυριαρχία αυτή του Αγγλικού δικαίου, ιδίως στην ναυτιλία. Υπάρχουν λόγοι εγγενείς του Αγγλικού νομικού συστήματος, που περιλαμβάνουν την αποτελεσματικότητα, πείρα και ανεξαρτησία των Αγγλικών δικαστηρίων καθώς και την διαθεσιμότητα ευρέως καθιερωμένων διαδικασιών διαιτησίας και εναλλακτικών μορφών επίλυσης διαφορών.
Άλλη αιτία μπορεί να είναι το περιεχόμενο και η ουσία αυτού καθαυτού του κοινού δικαίου, το οποίο είναι δυναμικό πραγματιστικό, διαυγές, επαρκώς προβλέψιμο και σαφές, όπου συνεκτιμώνται επιχειρηματικά και εμπορικά κριτήρια. Υπάρχουν επίσης πρακτικοί λόγοι, σχετιζόμενοι με τη ευρεία χρήση της Αγγλικής γλώσσας, ως σύγχρονη lingua franca και την θέση του Λονδίνου ως παγκόσμιο επιχειρηματικό και οικονομικό κέντρο.
Ενδεχομένως όμως, πλέον σημαντικοί είναι κάποιοι ιστορικοί λόγοι, περιλαμβανομένων της μεγέθυνσης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και της συνεπαγόμενης πρωτοφανούς γεωγραφικής επέκτασης των υπό βρετανικών συμφερόντων εμπορικών δραστηριοτήτων, καθώς επίσης και της ανάπτυξης της άρρηκτα συνδεδεμένης με την ναυτιλία, ασφαλιστικής αγοράς, με την εμφάνιση των αντασφαλιστών των Lloyd’s του Λονδίνου και των συλλόγων επαγγελματικής προστασίας και αποζημιώσεων, ευρέως γνωστών ως P&I Clubs.
Συνυφασμένη με τα παραπάνω είναι η ιστορική σχέση μεταξύ των Ελλήνων και του θαλασσίου εμπορίου, το οποίο είναι από τους παλαιότερους διαύλους εμπορικών συναλλαγών.
Οι Έλληνες, αντιλαμβανόμενοι την θάλασσα ως μέσο πλουτισμού παρά ως εμπόδιο, ευημέρησαν και μεγαλούργησαν μέσω αυτού. Οι περιπλοκότητα και οι ενδημικοί των θαλασσίων ταξιδίων κίνδυνοι, αναπόφευκτα οδήγησαν στην θέσπιση ευρέως αποδεκτών σχετικών κανόνων – οι παλαιότερα καταγεγραμμένοι εντοπίζονται στο αρχαίο δίκαιο θαλάσσης των Ροδίων – και τελικώς στην θεώρηση του Αγγλικού δικαίου ως de facto δίκαιο του κλάδου.
Δεν θα πρέπει συνεπώς να προκαλεί έκπληξη το ότι ο ελληνόκτητος εμπορικός στόλος ναυλώνεται σχεδόν κατ΄αποκλειστικότητα επί ναυλοσυμφώνων Αγγλικού δικαίου και το ίδιο ισχύει για ναυτιλιακές αγοραπωλησίες και χρηματοδοτήσεις, συμφωνίες παροχής βοήθειας και ναυαγοαιρέσεων, φορτωτικές διαταγές και ασφαλιστικές συμβάσεις. Επιπλέον, η Αγγλική διαιτησία είναι η συνήθως προτιμώμενη μέθοδος επίλυσης διαφορών.
Αντιστρόφως, οι Έλληνες πλοιοκτήτες αποτελούν την μεγαλύτερη βάση πελατών για τις νομικές εταιρείες που εξειδικεύονται στο ναυτιλιακό δίκαιο, καθώς οι Έλληνες είναι ιδιοκτήτες του μεγαλύτερου εμπορικού στόλου παγκοσμίως (ελληνικών συμφερόντων είναι το 20% του παγκοσμίου στόλου – 30% των δεξαμενόπλοιων και 22% των πλοίων μεταφοράς χύδην φορτίου – συνολικού απόβαρου 365,45 εκατομμυρίων τόνων).
Σε αυτό το περιβάλλον, οι αγγλικές νομικές εταιρείες και η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα, έχουν σφυρηλατήσει μια μακρόχρονη και αμοιβαίως επωφελή σχέση. Αυτή η σχέση έχει περαιτέρω ενισχυθεί κατά τα τελευταία χρόνια, καθώς τόσο οι Αγγλικές νομικές εταιρείες, όσο και η Ελληνική ναυτιλία έχουν συνεχίσει να αναπτύσσονται, ως ανταπόκριση στην αυξανόμενη ζήτηση – καθώς εκτιμάται ότι περίπου 90% του παγκοσμίου εμπορίου διεξάγεται πλέον δια θαλάσσης.
Συμπερασματικά, οι αγγλικές νομικές εταιρείες και οι ελληνική ναυτιλία αποτελούν βασικούς πυλώνες του παγκοσμίου εμπορίου σήμερα και τελικώς λειτουργούν μαζί κατά τρόπο ώστε να εξυπηρετούν την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία.