ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Με ευνοϊκότερους όρους είναι πλέον σε θέση να δανείζεται η Ελλάδα, γεγονός που γεννά ερωτήματα για το εάν όντως έχει αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στην ελληνική οικονομία.
Σήμερα, μάλιστα, η γερμανική εφημερίδα Die Welt αναρωτήθηκε, σε δημοσίευμά της, «στις χρηματοπιστωτικές αγορές η Ελλάδα μπορεί ξαφνικά να δανειστεί φθηνότερα από τις ΗΠΑ και όλοι τρίβουν τα μάτια τους με έκπληξη. Μα είναι δυνατόν;», προσθέτοντας: «Οι αποδόσεις των πενταετών ομολόγων υποχώρησαν στο 2,17%, από το 2,29% που πωλούνται οι αμερικανικές τίτλοι με την ίδια διάρκεια. Αν πρέπει αποδειχθεί ότι η τρέλα έχει χτυπήσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές, τότε τα ελληνικά ομόλογα είναι ένα καλό παράδειγμα, λέει ο Albert Edwards, της Société Générale, θυμίζοντας ότι μόλις μέχρι πρόσφατα οι αποδόσεις ξεπερνούσαν το 20%».
Την ίδια ώρα, το Bloomberg αναφέρει ότι το ανανεωμένο κυνήγι των αποδόσεων στις παγκόσμιες αγορές ομολόγων έχει φέρει τους επενδυτές σε νερά, που παραδοσιακά είναι ταραγμένα. Το ράλι των ελληνικών ομολόγων, μετά την έγκριση από το Eurogroup της εκταμίευσης χρημάτων προς την πλέον χρεωμένη χώρα της Ευρωζώνης, έχει φέρει τις αποδόσεις των πενταετών ομολόγων να κινούνται κάτω από αυτές των αντίστοιχων αμερικανικών.
Γιατί όμως έχουν υποχωρήσει το τελευταίο διάστημα σε τόσο μεγάλο βαθμό οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να δανείζεται με ευνοϊκότερους όρους ακόμη κι από τις ΗΠΑ; Η Die Welt πραγματοποιεί μια ανάλυση, προσπαθώντας να απαντήσει στο ερώτημα αυτό.
Όπως επισημαίνει το σχετικό δημοσίευμα, οι συγκριτικά χαμηλότερες αποδόσεις των ελληνικών έναντι των αμερικανικών ομολόγων αντικατοπτρίζουν ότι η Ελλάδα είναι ένας πιο υγιής οφειλέτης. «Αυτό είναι αξιοσημείωτο, δεδομένου ότι οι ΗΠΑ διαθέτουν το αδιαμφισβήτητο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, που είναι το δολάριο και σε περίπτωση ανάγκης μπορούν να αναθέσουν στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα να τυπώσει χρήμα για να πληρώσει τα χρέη της. Επίσης, παρότι το χρέος ξεπερνά το 100%, η Αμερική αξιολογείται με το κορυφαίο ΑΑΑ. Η Ελλάδα, αντιθέτως, ως μέλος της Ευρωζώνης, δε μπορεί να τυπώσει χρήμα. Και με το χρέος να βρίσκεται στο 188%, η αξιολόγησή της είναι στο ναδίρ. Εξαιτίας της κακής αξιολόγησης, η Ελλάδα δε στηρίζεται άλλωστε και από την ΕΚΤ. Τα ελληνικά ομόλογα δεν συμμετείχαν στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων».
Κατόπιν, η εφημερίδα προσπαθεί να εξηγήσει τους λόγους, για τους οποίους μειώθηκε η απόδοση των ελληνικών ομολόγων.
«To comeback υποκινείται από τους ιδιώτες επενδυτές, οι οποίοι, σε αναζήτηση καλών αποδόσεων, οδηγήθηκαν στην Αθήνα. Τα 5ετή γερμανικά ομόλογα έχουν αρνητικό επιτόκιο ύψους 0,43%, όπερ σημαίνει: με τέτοιους τίτλους οι επενδυτές χάνουν χρήματα. Αξιοσημείωτο είναι ότι και στα ιταλικά ομόλογα 5ετούς διάρκειας, τα επιτόκια υποχώρησαν δραστικά στο 1,42%. Αυτό ενισχύσει τη θεωρία ότι στην απεγνωσμένη αναζήτηση αποδόσεων, οι επενδυτές αψηφούν τους πιθανούς κινδύνους».
Πρωταγωνιστικό ρόλο έχει σήμερα στα ευρωπαϊκά δημοσιεύματα η νέα αναβολή του Brexit: Κανείς δεν θέλει την ευθύνη του «no deal»
Κυριάρχησαν στα σημερινά δημοσιεύματα τα σχόλια για τη νέα αναβολή που πήρε το Brexit. Το σχόλιο της ολλανδικής de Volkskrant για το θέμα ήταν «Κυρίως ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, δεν είχε διάθεση να δώσει άλλη παράταση στους Βρετανούς, εκτιμώντας ότι έχουν θέσει ήδη αρκετά υπό την ομηρία τους την Ε.Ε. Εν τέλει όμως οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν είχαν άλλη επιλογή από το να δώσουν λίγους μήνες παράταση στην Τερέζα Μέι, ώστε να διευκολύνουν μια συντεταγμένη έξοδο. Κανείς δεν θέλει να φέρει την ευθύνη για ένα σενάριο no-deal. Εάν επέλθει χάος, ας είναι οι ίδιοι οι Βρετανοί εκείνοι που το προκάλεσαν».
Από την άλλη, η Stuttgarter Zeitung επιχείρησε να αναδείξει τα θετικά στοιχεία της αναβολής «[…] Στα θετικά συγκαταλέγεται ότι, παρά τις διαφωνίες, η συμφωνία διασφάλισε την ενότητα της Ε.Ε των 27. Ενόψει όλων των επικείμενων διαπραγματεύσεων, θα ήταν καταστροφικό εάν δεν κατέληγαν σε κοινό παρονομαστή για την ημερομηνία εξόδου. Το σημαντικότερο; Η ικανότητα δράσης της Ε.Ε δεν έχει κλονιστεί”.
Η Die Welt, πάντως, έγραψε «Μέχρι πρότινος, η Κομισιόν και χώρες-μέλη, που τα είχαν κάνει σχεδόν όλα σωστά. […] Αλλά τώρα οι Ευρωπαίοι αναγκάστηκαν σε υπαναχώρηση. Με την απειλή της εξόδου χωρίς συμφωνία οι Βρετανοί είχαν στα χέρια τους ένα μέσο πίεσης, το οποίο λειτούργησε προς όφελός τους. Και όλοι οι Όρμπαν και Ντούντα (δηλαδή ο Ούγγρος πρωθυπουργός και ο Πολωνός πρόεδρος), οι οποίοι δημιουργούν κλίμα κατά της Ευρώπης, θα παρακολουθούν τώρα πολύ στενά πόσο μακριά θα καταφέρουν να το τραβήξουν οι Βρετανοί. Και κάποια στιγμή, όταν θα νομίζουν ότι είναι αρκετά ισχυροί, θα τους μιμηθούν και θα απειλήσουν επίσης με έξοδο, μέχρι οι Βρυξέλλες να υποκύψουν σε όσα θα ζητούν Βουδαπέστη και Βαρσοβία».